Για πρώτη φορά στην πεντάμηνη πορεία των διαπραγματεύσεων η κυβέρνηση πήρε την πρωτοβουλία κινήσεων με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος και τροποποίησε τους όρους με τους οποίους γίνεται η διαπραγμάτευση. Ο συσχετισμός στους “θεσμούς”, έτσι κι αλλιώς ήταν δεδομένος εκ των προτέρων και ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να οδηγήσει σε ένα “έντιμο συμβιβασμό”. Ούτε καν σε ένα συμβιβασμό, όπως αυτόν που πρότεινε η κυβέρνηση με τη γνωστή 47σέλιδη πρόταση. Όμως αυτή η μακρά πορεία των διαπραγματεύσεων είχε ένα άλλο σημαντικό αποτέλεσμα στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Έσπασε ο “φόβος” της κινδυνολογίας των υποστηρικτών των μνημονιακών πολιτικών και πλέον ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας έχει αποδεσμευτεί από την λογική των μονόδρομων, πράγμα που θα καταγραφεί και στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Η πρωτοβουλία αυτή της κυβέρνησης δεν έχει το χαρακτήρα της “ρήξης” που φαντασιώνονται ορισμένοι αριστεροί και προβάλλουν ιδιαίτερα τα φερέφωνα της νεοφιλελεύθερης κυβερνητικότητας στην χώρα μας. Απλά εσωτερικεύει την ταξική πάλη εντός των “θεσμών”, με έναν ιδιότυπο τρόπο, που διευρύνει τα όρια παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα. Εκτός από την “τεχνοεπιστήμη” των θεσμών, υπάρχει και η λαϊκή βούληση που θα πρέπει να έχει το δικό της ρόλο στην διαμόρφωση των αποφάσεων. Με αυτή την έννοια αποτελεί ένα “στοίχημα” για την ίδια την λειτουργία των “θεσμών” κατά πόσο μπορούν να την διαχειριστούν χωρίς ρήγματα στην συνέχιση των ίδιων πολιτικών. Όμως το μεγάλο “στοίχημα” για την κυβέρνηση είναι στο εσωτερικό μέτωπο. Εκεί θα δοθεί η καθοριστική μάχη και εκεί θα ξεκαθαρίσει το τοπίο...