Τη μιλούσατε στο σπίτι;
Στο σπίτι η γιαγιά μου δεν ήξερε γρι ελληνικά, δεν την άκουσα ποτέ να τα μιλάει. Ο παππούς μου ήξερε ελληνικά αλλά και τη συγκεκριμένη γλώσσα – τελικά δεν ξέρω αν πρέπει να την ονομάζουμε… Εγώ θα την πω «μακεδόνικα».
Ακατανόμαστη, απαγορευμένη. Ο μπαμπάς μου και η μαμά μου τη μιλούσανε. Γενικότερα οι μεγαλύτεροι σε ηλικία τη μιλούσανε μεταξύ τους αλλά όταν κόντευε κάποιος ξένος, γύριζαν κατευθείαν στην ελληνική.
Από ντροπή; Από φόβο; Από τι;
Από φόβο. Εμποτισμένος είναι ο φόβος. Ενέσιμος και βραδείας απελευθέρωσης.
Η Χρυσούλα Παπαδοπούλου μιλάει στο ΑΣΣΟΔΥΟ για το «Chepkalo Projects» και νικάει το σκοτάδι
του Χαρίλαου Τρουβά
Αναδημοσίευση από το "ΑΣΣΟΔΥΟ"
Φτάνω αργοπορημένος στην πρώτη συναυλία τού «Chepkalo Projects». Μπαίνοντας στο φιλόξενο χώρο τού ΖΠ 87 στα Εξάρχεια, νιώθω κάτι πρωτόγνωρο. Δεν είναι μόνο οι μελωδίες, οι ρυθμοί, οι φωνές, που με συνεπαίρνουν. Είναι και το ίδιο το κοινό που παρακολουθεί σα να μετέχει, λες, σε κάποια συνωμοσία. «Κάπως έτσι θα `τανε και στις μπουάτ τον καιρό της χούντας», σκέφτομαι. Στο ούτι ο Κώστας Τσαρούχης ζωγραφίζει, η Μυρτώ Αλεβίζου με τα κρουστά της σε ξεσηκώνει να χορέψεις ή τουλάχιστο να λικνιστείς, στη φωνή της Κατερίνας Τζιβίλογλου μένεις ενεός, ενώ η μπριόζα Χρυσούλα Παπαδοπούλου φαίνεται να ηγείται του σχήματος, αφού παίζει κιθάρα, τραγουδά εξ ημισείας με την Κατερίνα και προλογίζει ή επιλογίζει τα τραγούδια, επιχειρώντας μια αυτοσχέδια μετάφραση των στίχων που εκφέρονται σ` αυτή την ακατάληπτη – για μένα τουλάχιστον – γλώσσα. Τη συναντώ λίγο καιρό μετά, γεμάτος απορίες.
Τέτοιο κλίμα είχα καιρό να ζήσω σε συναυλία. Σχεδόν συνωμοτικό.
Δεν πρόλαβα να το καταλάβω εγώ αυτό. Ήταν κάτι που το δουλεύω στο κεφάλι μου δυόμισι χρόνια. Ξεκίνησα να κάνω κάποιες ηχογραφήσεις στο σπίτι με αφορμή τραγούδια, μουσικές, που άκουγα μικρή. Μεγάλωσα στη Φλώρινα, γεννήθηκα στο χωριό, στο σπίτι – μάλιστα είναι μια ωραία ιστορία για να ειπωθεί: 6 Δεκέμβρη, χιόνιζε πολύ εκείνη τη μέρα κι ο πατέρας μου ετοιμαζόταν να πάει επίσκεψη στο θείο μου το Νίκο, που γιόρταζε, κι η μάνα μου του `πε: «Πού πας; Κάτσε εδω πέρα, θα γεννήσω».