Ο Ρανσιέρ αναφέρεται στην ισότητα ως «μια προϋπόθεση προς επαλήθευση. Αυτή η επαλήθευση είναι η δυναμική της ισότητας. Όσοι ξεκινούν από την ανισότητα επαληθεύουν την ανισότητα».
Η ισότητα δεν είναι επί της ουσίας δεδομένη. Είναι μια διαδικασία που οφείλει να ασκείται στο πλαίσιο της δημοκρατίας, την οποία περιγράψαμε. Γι' αυτό και ό,τι εμποδίζει τα μέλη του κόμματος ν' αναπτύξουν δράση και πρωτοβουλίες, ό,τι τα καθηλώνει στο όνομα εξωτερικών προς τη συμβολή τους σκοπιμοτήτων, αναπαράγει και πολλαπλασιάζει την ανισότητα, η οποία μεταφέρεται, ούτως ή άλλως, από την υπαρκτή κοινωνία στο κόμμα. Από την άλλη, η ισότητα προϋποθέτει ένα κόμμα αντιιεραρχικό. Εννοώ ένα κόμμα που δομείται σε δημοκρατικά επίπεδα αλλά δεν μετατρέπει τα επίπεδα αυτά σε ιεραρχίες, οι οποίες καταλύουν την ισότητα των μελών. Οι διακρίσεις, βεβαίως, υπάρχουν, αλλά είναι απόρροια αναγνώρισης, στο πλαίσιο του δημόσιου χώρου του κόμματος και της κοινωνίας, όχι θεσμικά κατοχυρωμένες εξουσίες. Γι' αυτό όλοι οι θεσμοί πρέπει να αποτρέπουν τη συγκέντρωση ισχύος σε ένα πρόσωπο ή πρόσωπα, την αναπαραγωγή εξουσίας μέσω πολυετούς ανάληψης θέσεων και ρόλων, καθώς και να προβλέπουν την ανακλητικότητα των οργάνων. Ισότητα σημαίνει να δίνονται ευκαιρίες δοκιμασίας σε πολλούς/ες, σύμφωνα με τη διακηρυγμένη αρχή μας για ένα κόμμα των μελών του.
Η ισότητα στην σκέψη του Ρανσιέρ δεν τίθεται ως προϋπόθεση προς επαλήθευση, αλλά ως αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξη της χειραφέτησης ως κοινωνικού πρόταγματος. Η ισότητα δεν αποτελεί φυσικό δεδομένο (είμαστε όλοι ίσοι ως φυσικά όντα) του οποίου η επαλήθευση αναζητείται, αλλά τίθεται ως σημείο εκκίνησης για την επίτευξη του στόχου της χειραφέτησης στο πλαίσιο της κοινωνικής αυτοθέσμισης (επιλέγουμε να δρούμε σαν να είμαστε όλοι ίσιοι).