Η πολιτική αρχίζει όχι όταν σκοπεύουμε να εκπροσωπήσουμε τα θύματα, σχέδιο στο επίπεδο του οποίου η παλαιά μαρξιστική θεωρία παραμένει δέσμια ενός σχήματος έκφρασης, αλλά όταν είμαστε πιστοί στα συμβάντα μέσα απ' τα οποία τα θύματα παίρνουν θέση.
(Alain Badiou – Η πολιτική και η λογική του συμβάντος)
Ο Δ. Μπελαντής σωστά διαπιστώνει πως:
Η κοινωνική όξυνση και πόλωση που μετατόπισε το παλαιό Κέντρο δεν θα μας λυπηθεί. Η βάση για ένα Νέο Κέντρο θα ήταν ή η δυνατότητα ενός νέου σοσιαλδημοκρατικού συμβολαίου ή έστω μιας αριστερής-κεϊνσιανής εκδοχής του νεοφιλελευθερισμού. Αντισυμβαλλόμενοι σε αυτά τα συμβόλαια δεν υπάρχουν - η αστική τάξη και η τρόικα τα θέλουν όλα, εδώ και τώρα.
Το κράτος «έκτακτης ανάγκης» διαμορφώνεται σε τελείως αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη του συμβολαίου. Άρα, ή θα αποδεχθούμε τις βασικές όψεις της μνημονιακής διαχείρισης, γενόμενοι η νέα «αριστερή» Κεντροδεξιά, ή θα συγκρουστούμε μετωπικά.
Και συνεχίζει:
Τρίτος δρόμος δεν υφίσταται. Και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, μόνο μια αριστερή ριζοσπαστικοποίηση, πρώτιστα των εργαζομένων και μετά και των μικροαστικών στρωμάτων, θα μπορούσε να ωφελήσει και αυτά τα ίδια τα πληττόμενα και εξαθλιούμενα μικροαστικά στρώματα.
Εδώ όμως αρχίζουν τα προβλήματα! Η αυτή η πολυπόθητη «αριστερή ριζοσπαστικοποίηση» είναι το ζητούμενο για όλη την Αριστερά. Όμως παραμένει όνειρο και δεν αποκτά υλική υπόσταση παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες όλων των πολιτικών μορφωμάτων της.
Το κείμενο του Δ. Μπελαντή δεν υπάρχει κάποια ρητή απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Δίνει όμως έμμεση με την πολιτική του στράτευση: Είναι εκλεγμένο μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ με το ψηφοδέλτιο της «αριστερής πλατφόρμας». Θέση της αριστερής πλατφόρμας/αριστερού ρεύματος είναι ότι αυτή η «αριστερή ριζοσπαστικοποίηση» είναι καθήκον της «πρωτοπορίας» της «εργατικής τάξης». Αυτή η θέση επικαθορίζει την θεωρητική προσέγγιση που επιχειρεί, μερικές παραγράφους παραπάνω, για τα μικρομεσαία στρώματα: