του Σταύρου Σταυρίδη
Είναι εύκολο ίσως να αναγνωρίσουμε στην κοινωνία που ζούμε ένα οικονομικό σύστημα σε επιθετικό παροξυσμό. Οι κυρίαρχοι μοιάζει να θεωρούν ότι εκπλήρωσαν και εκπληρώνουν επιτέλους την απόλυτη καπιταλιστική ουτοπία: το χρήμα να γεννά χρήμα χωρίς την ενίοτε απείθαρχη μεσολάβηση των πραγματικών ανθρώπων και την ενίοτε απρόβλεπτη μεσολάβηση των διαδικασιών παραγωγής. Η αλαζονεία και η δύναμη των τραπεζιτών και των χρηματιστών είναι σημάδι των καιρών.
Όμως καθόλου τούτη η εποχή δεν εκτόπισε στα αζήτητα το πρόβλημα της διακυβέρνησης. Τη μηχανή αυτής της ουτοπίας που κόλλησε και κολλά στην λάσπη των πρόσφατων οικονομικο-κοινωνικών κρίσεων, πρέπει να την τροφοδοτούν οι αποκάτω, όχι μόνο με την εργασία τους αλλά και με την εξάρτηση τους από τις τράπεζες για να εκπληρώσουν ως και τις πιο βασικές τους ανάγκες. Το πρόβλημα της διακυβέρνησης σ’ αυτές τις συνθήκες είναι πάνω απ’ όλα το πρόβλημα της μαζικής εξάρτησης των υπηκόων από τους θεσμούς που τους συγκροτούν ως οικονομικά υποκείμενα, με την καταστροφή ταυτόχρονα κάθε δυνατότητας να αρθρώνονται συλλογικές αναφορές με τη μορφή των κοινωνικών χώρων. Η εξατομίκευση δεν συνίσταται μόνο στην εξατομίκευση του μόνιμα ακόρεστου καταναλωτή αλλά και στην εμπεδωμένη καχυποψία απέναντι στις επιδιώξεις των διπλανών. Τούτη η καχυποψία στον καιρό της κρίσης καθίσταται λόγος επιθετικότητας ή απόσυρσης: «εγώ θα τα καταφέρω» και για να τα καταφέρω πρέπει εσείς να μην τα καταφέρετε.
Η μνήμη της χαμένης κοινότητας, βέβαια, και της ασφάλειας που ψευδαισθητικά ή πραγματικά παρείχε δεν είναι και τόσο μακρινή. Σ’ όλο τον κόσμο οι αντιδράσεις, οι αντιστάσεις και οι κοινωνικές εκρήξεις ανατρέχουν σε θεσμούς που ενεργοποιούν κάποιο υπόστρωμα κοινωνικών αναμνήσεων αλλά και επιβιώσεων: από τις ιθαγενικές κοινότητες της Λατινικής Αμερικής ως τις οικογένειες-κοινότητες του εξεγερμένου αραβικού κόσμου τέτοιοι θεσμοί επανανεργοποιούνται και επανανοηματοδοτούνται.
Ίσως γι’ αυτό στη Δύση, και όχι μόνο, αντίδοτο στην εξοντωτική «εξατομίκευση των πεπρωμένων» (μια φράση του Ωζέ) αποτέλεσε η επανακάλυψη της συλλογικής αναφοράς μέσα από τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα (facebook, twitter κ.λπ.). Οι απομονωμένες ατομικότητες δοκιμάζουν, συχνά με υλικό τις καθοδηγούμενες στοιχίσεις σε ρεύματα προτίμησης, να επικοινωνήσουν και να εγκαταστήσουν δεσμούς αλληοαναφοράς. Πλάνη; Οι εξεγέρσεις της Τυνησίας και της Αιγύπτου έδειξαν ότι έστω και με υλικά δανεισμένα από την κυρίαρχη ιδεολογία μπορεί να γεννηθούν μορφές συσχέτισης τέτοιας πολλαπλασιαστικής διάδοσης που να κινητοποιήσουν τεράστιες ποσότητες ανθρώπων.