ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ!
Αγωνιζόμαστε για την "ΣΥσπείρωση της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς" στην κατεύθυνση της κοινής δράσης στους μαζικούς χώρους και τα κοινωνικά κινήματα, και παράλληλα για την πολιτική της συγκρότηση σε ένα ενιαίο αμεσοδημοκρατικό πολιτικό φορέα

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

Μερικές σκέψεις για την πρόταση της Αναμέτρησης: Για μία Εναλλακτική Λίστα για τις Ευρωεκλογές





Του Γιώργου Καλαντζόπουλου

Η πρότασης της Αναμέτρησης εδώ:

Να κάνουμε μαζί ένα θαρρετό επόμενο βήμα: Για μία Εναλλακτική Λίστα για τις Ευρωεκλογές

Η πρόταση της Αναμέτρησης υποστηρίχθηκε επίσης σε δύο δημόσιες εκδηλώσεις με πιο αναλυτικό τρόπο από τον Θανάση Καμπαγιάννη, εδώ:
1: Θανάσης Καμπαγιάννης (Ι) 19/12/2023
2: Θανάσης Καμπαγιάννης (ΙΙ) 22/01/2024

* * *

«Είναι ένα κάλεσμα για την ενοποίηση των διαφορετικών κινημάτων και δυνάμεων της Αριστεράς σε έναν κοινό αγώνα ενάντια στις αντιδημοκρατικές και αντιλαϊκές πολιτικές που διαιωνίζονται τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.»

- Ωραίο ακούγεται !


Με ποια διαδικασία θα γίνει αυτό;

«Να προωθήσουμε μια ευρεία, περιεκτική συζήτηση εντός της Αριστεράς, απαλλαγμένη από προαπαιτούμενα και αποκλεισμούς αλλά και ασυμβίβαστη στην αναγνώριση των λαθών και των ορίων των υφιστάμενων σχηματισμών, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας μας της οργάνωσης.»


- Και αυτό καλό ακούγεται.

Όμως η διατύπωση: “περιεκτική συζήτηση εντός της Αριστεράς”, θέτει ένα πρώτο περιορισμό προς τα “διαφορετικά κινήματα”, στα οποία απευθύνεται το κάλεσμα “ενοποίησης”. Τα “διαφορετικά κινήματα” δεν φέρουν την ταμπέλα “Αριστερά” στην ούγια τους (και δεν θα πρέπει να το κάνουν), όπως τα φεμινιστικά κινήματα, ή για παράδειγμα, το κίνημα κατά των πλειστηριασμών, το οποίο ως ένα κίνημα «κοινωνικής αλληλεγγύης», δεν μπορεί να πολιτογραφηθεί σαν “αριστερό” επειδή το έχουν πάρει στην πλάτη τους αριστερές πολιτικές δυνάμεις. Επίσης το αντιρατσιστικό / αντιναζιστικό κίνημα είναι ένα πολύμορφο κίνημα με σημαντική συμβολή από αντιεξουσιαστικούς και ελευθεριακούς πολιτικούς χώρους, οι οποίοι προφανώς δεν θεωρούν ότι ανήκουν στην Αριστερά. Νομίζω ότι η διάκριση είναι σαφής και δεν θέλω να αναφερθώ αναλυτικά σε αυτό το ζήτημα της οργανωτικής και πολιτικής “αυτονομίας” των κινημάτων. Εξάλλου, απ’ ότι έχω αντιληφθεί, η Αναμέτρηση αποδέχεται και στο επίπεδο των διακηρύξεων αυτή την “αυτονομία” των κινημάτων αλλά και την σέβεται στην πράξη…

Επίσης η έκφραση “περιεκτική συζήτηση εντός της Αριστεράς” αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι δεν αφορά γενικά στην Αριστερά, αλλά κάποιο συγκεκριμένο σύνολο οργανωμένων δυνάμεων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, οι οποίες δεν κατονομάζονται. Το κείμενο περιλαμβάνει ορισμένες οριοθετήσεις – στις οποίες θα αναφερθώ παρακάτω - όπως η κεντρικότητα της στάσης απέναντι στον “συντηρητισμό” αλλά και απέναντι στην λογική των “κυβερνητικών προγραμμάτων”. Αυτές οι οριοθετήσεις διαμορφώνουν ένα πρώτο πλαίσιο προς ποιες κατευθύνσεις κλείνει το μάτι αυτή η απεύθυνση/έκκληση ενότητας.


Πάμε παρακάτω.

Πώς λοιπόν θα οργανωθεί αυτή η «ευρεία και περιεκτική συζήτηση εντός της Αριστεράς»;

«Προτείνουμε μες τον επόμενο μήνα τη διεξαγωγή τοπικών συνελεύσεων ανά τη χώρα, για την δημιουργία πρωτοβουλίας που θα διερευνά τις δυνατότητες και τους στόχους συγκρότησης μιας Εναλλακτικής Λίστας για τις Ευρωεκλογές που θα αποτελέσει την αριστερή έκπληξη σε αυτές».


- Εδώ όμως τα πράγματα μπερδεύονται. Πρώτα απ’ όλα, καταγράφεται ένα άλμα από το “κίνημα” στις “εκλογές”, χωρίς να κατατίθεται η τεκμηρίωση της αναγκαιότητας που υπηρετεί: Παραμένει αναπάντητο το γιατί αυτός ο “κοινός αγώνα ενάντια στις αντιδημοκρατικές και αντιλαϊκές πολιτικές που διαιωνίζονται τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς” θα πρέπει τελικά να μετασχηματιστεί/συμπυκνωθεί σε μια προσπάθεια “για την δημιουργία πρωτοβουλίας που θα διερευνά τις δυνατότητες και τους στόχους συγκρότησης μιας Εναλλακτικής Λίστας για τις Ευρωεκλογές που θα αποτελέσει την αριστερή έκπληξη σε αυτές”.


Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι οι λόγοι αυτής της αναγκαιότητας είναι προφανείς:

- Οι ευρωεκλογές είναι μια κοινοβουλευτική διαδικασία που θα σφραγίσει τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας αλλά στην ΕΕ. Δεν θα πρέπει να απουσιάσουμε από αυτή την μάχη…


Κάποιος άλλος θα προσθέσει και το «πολιτικό πλαίσιο» που θα έχει η συμμετοχή σε αυτή την εκλογική μάχη, παραθέτοντας το παρακάτω απόσπασμα από το κείμενο:

«Ο στόχος δεν είναι απλώς η άπαξ έκφραση της κοινωνικής δυσαρέσκειας δια μέσου των εκλογών αλλά η οικοδόμηση εδώ και τώρα εκείνων των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών που θα καταστήσουν ικανές τις λαϊκές τάξεις να επηρεάσουν τον συσχετισμό δύναμης σε ένα οικοδόμημα, όπως το ευρωπαϊκό, που από τη μια φαίνεται άπιαστο και από την άλλη καθορίζει δραματικά τις ζωές μας. Με αυτόν τον τρόπο, πρέπει να αγκαλιάσουμε την αναζήτηση της λύσης χωρίς να απορρίψουμε τα πολύτιμα διδάγματα του παρελθόντος, σφυρηλατώντας μια ενωμένη, ριζοσπαστική αριστερά που μπορεί να προσφέρει μια αξιόπιστη, ζωντανή εναλλακτική λύση στην κυρίαρχη πολιτική του σήμερα.

Με αυτό το σκεπτικό, επιδιώκουμε και ένα κατέβασμα με σαφές στίγμα και καθημερινά τοποθέτηση υπέρ ενός σχεδίου ρήξης. Θεωρούμε ότι οι Ευρωεκλογές αποτελούν το πεδίο ανάδειξης των κεντρικών κατευθύνσεων της ΕΕ και του πως αυτές πλήττουν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, τα δικαιώματα, το περιβάλλον. Το να περιγράψουμε μία δική μας αντιπαραθετική πρόταση, ορίζει λοιπόν και τα πεδία σύγκρουσης με τις Ευρωπαϊκές πολιτικές και κρατάει ανοιχτή τη συζήτηση για την ρήξη, απέναντι στο κυρίαρχο αφήγημα της μη ύπαρξης εναλλακτικής.»



Ένας σκεπτικιστής θα μπορούσε να απαντήσει με ειρωνικό τρόπο στην έκφραση «σφυρηλατώντας μια ενωμένη, ριζοσπαστική αριστερά που μπορεί να προσφέρει μια αξιόπιστη, ζωντανή εναλλακτική λύση στην κυρίαρχη πολιτική του σήμερα»:

- Αυτή η σφυρηλάτηση, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε μπροστά σε τόσα άλλα ζητήματα που καθημερινά έχουν τεθεί μπροστά μας όλο τον προηγούμενο καιρό, γιατί να γίνει τώρα, με αφορμή τις εκλογές για την ευρωβουλή; Γιατί αυτή η προσδοκία που δεν έχει ευοδωθεί στο μαζικό κίνημα, οι ευρωεκλογές είναι “ευκαιρία” για να πραγματοποιηθεί; Πότε οι εκλογές αναδείχθηκαν σε προνομιακό πεδίο για μια μορφή πολιτικής συγκρότησης κινήματος ως μια “μια αξιόπιστη, ζωντανή εναλλακτική λύση στην κυρίαρχη πολιτική του σήμερα”;

Τι είναι οι εκλογές;

Είναι μια στιγμή καταγραφής των κοινωνικών και πολιτικών ρευμάτων στο πολιτικό σκηνικό με όρους αστικής πολιτικής. Αυτά τα ρεύματα προϋπάρχουν στην κοινωνία και εκεί απλά αποτυπώνονται με έναν ιδιαίτερο τρόπο (σε μια στιγμιαία θολή φωτογραφία του κοινωνικού συσχετισμού), που επιδέχεται διακριτές προσεγγίσεις για να αναγνωστεί, αντίστοιχες με τα μεθοδολογικά εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιεί όποιος επιχειρεί να αναλύσει την συγκυρία.

Εξάλλου, μην ξεχνάμε πως – τουλάχιστον από την εποχή του Μάη του 68 - όταν κορυφώνεται η σύγκρουση ανάμεσα στο κίνημα και τον αστικό κοινοβουλευτισμό, πάντα ο δεύτερος βγαίνει κερδισμένος.

Θα μπορούσε να παραθέσει ντοκουμέντα από το αρχείο του, από την εποχή που εμφανίστηκε η λέξη “ριζοσπαστική αριστερά” στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας μας , τα οποία παρουσιάζουν αντίστοιχες προσπάθειες για την πολιτική συγκρότησή της. Πάντα αυτές οι προσπάθειες εκδηλώθηκαν μπροστά σε εκλογικές αναμετρήσεις και είχαν ένα ανάλογο κινηματικό προσωπείο: έμειναν όμως όλες ατελέσφορες...


Σε αυτή την τελευταία διαπίστωση, θα απαντούσα ότι αυτό δεν συνέβη μόνον σε μια περίπτωση - ως ένα “ανολοκλήρωτο συμβάν” - όπου το μαζικό κίνημα διαμεσολαβήθηκε πολιτικά στην πολιτική σκηνή και πράγματι αποτέλεσε «αριστερή έκπληξη» [¹].

Αυτό δεν μπορεί να επαναληφθεί με παρόμοιους ή άλλους όρους σήμερα. Ο βασικός λόγος δεν είναι ότι απουσιάζει το “πολιτικό υποκείμενο” που θα αναλάβει αυτή την διαμεσολάβηση, αλλά η κατάσταση στην οποία σήμερα βρίσκεται το μαζικό κίνημα. Αυτό όμως είναι ένα ιδιαίτερο ζήτημα που χρήζει ειδικής συζήτησης.


Η Αναμέτρηση (και ο Θανάση Καμπαγιάννης) πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρξει αυτή η «αριστερή έκπληξη». Ο Θανάσης Καμπογιάννης σωστά θέτει το ζήτημα της ανάγκης μιας πολιτικής στάσης που «δεν θα γλύφει τον συντηρητισμό» ως αναγκαίας συνθήκης για ένα αριστερό πολιτικό σχέδιο (https://youtu.be/Wie7ifWzWmw?si=wVKr3f0Ps2cFevWw&t=188). Θα προσέθετα ότι όποιος θεωρεί τον εαυτό του Αριστερό, δεν μπορεί παρά να είναι ενάντια στο τρίπτυχο «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια»: Η ένταξη στην Αριστερά είναι πρώτιστα Ιδεολογική συνθήκη και όχι Πολιτική.


Έχει σημασία όμως να δούμε πως αποτυπώνεται αυτός ο συντηρητισμός σε στάσεις απέναντι σε πολιτικές αξίες και ιδεολογίες, γιατί αυτές οι στάσεις προκαθορίζουν σε ένα βαθμό και τις εκλογικές συμπεριφορές.

Ενδεικτικά παραπέμπω σε μια έρευνα του Γιάννη Μαυρή (Άνοδος του συντηρητισμού: Πολιτικές ιδεολογίες στην Ελλάδα μετά το Μνημόνιο) για δείξω το μέγεθος της απαξίωσης της Αριστερής ιδεολογίας στην ελληνική κοινωνία. Αυτό είναι ένας παράγοντας, δεν είναι όμως ο κρίσιμος που προσδιορίζει την κοινωνική “δυναμική” των πολιτικών ρευμάτων μπροστά στην εκλογική κάλπη.


Αυτό που απουσιάζει από τον χώρο της “Ριζοσπαστικής – αντικαπιταλιστικής Αριστεράς”, στην οποία απευθύνεται η έκκληση ενότητας της Αναμέτρησης είναι ακριβώς αυτή η δυναμική. Απουσιάζει το ρίζωμα στην κοινωνία και ιδιαίτερα στις νέες γενιές. Να το πω διαφορετικά: Στρατηγοί υπάρχουν και περισσεύουν, φαντάροι δεν υπάρχουν για να στρατευτούν και να δώσουν την μάχη…


Η πρόταση για μια “λίστα” στις ευρωεκλογές – ως πολιτική πρακτική – είναι πράγματι ρεαλιστική, γιατί στην πραγματικότητα αυτή την κατάσταση αντικατοπτρίζει:

- Ιδού οι Στρατηγοί μας, ψηφίστε τους…

Όμως δεν είναι αριστερή πρόταση, γιατί δεν έχει καμία σχέση με το όραμα της κοινωνικής χειραφέτησης. Ιδεολογικά εκφράζει με τον πιο καθαρό τρόπο τον πυρήνα της αστικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας: Την ανάθεση της πολιτικής στους “άξιους”.

Τουλάχιστον τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα είθισται να ζητούν την ψήφο μέσω μιας σχέσης εμπιστοσύνης προς μια “συλλογικότητα” και όχι μιας λίστας “εκλεκτών”. Κάποιος για παράδειγμα που ψηφίζει το ΚΚΕ, ψηφίζει το κόμμα, ανεξάρτητα από το αν σταυρώσει ή όχι την Λ. Κανέλλη...

Η “λίστα” επίσης θέτει κάτω το χαλί, και ένα άλλο σημαντικό ζήτημα: Την συνύπαρξη διαφορετικών πολιτικών μηχανισμών κάτω από την ίδια στέγη. Είναι φανερό ότι πρόταση συγκρότησης απευθύνεται και σε οργανωμένες πολιτικές ομάδες. Αυτές προϋπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την συγκρότηση της λίστας. Με ποιο τρόπο θα συνυπάρχουν και θα συναποφασίζουν οργανωμένες αριστερές ομάδες αλλά και αριστεροί χωρίς κόμμα (ανένταχτοι).


Στο κείμενο της Αναμέτρησης προβάλλεται ο μύθος της “ισοτιμίας”:

«Θα σταθούμε αρωγοί μιας τέτοιας προσπάθειας σε κάθε πόλη και γειτονιά που έχουμε παρουσία, θα είμαστε εκεί για να συζητήσουμε και να σχεδιάσουμε από κοινού, αλλά δεν θα επιδιώξουμε τον πρώτο και καθοριστικό ρόλο. Θεωρούμε ότι ο κόσμος στον οποίο απευθύνεται αυτό το κάλεσμα μπορεί και πρέπει να συμμετάσχει ισότιμα σε όλη τη διαδρομή αυτής της προσπάθειας, να συζητήσει το πολιτικό πλαίσιο της, να προτείνει τρόπους οργάνωσης, να απαντήσει εάν και εφόσον επιθυμεί να σηκώσει το γάντι της κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης.»

- Τι σημαίνει «ισότιμα»; Είναι απλά μια ευχή (στόχος προς επίτευξη στην καλύτερη περίπτωση) ή προϋπόθεση για αυτή τη διαδικασία πολιτικής συγκρότησης;


Ας δούμε ένα απόσπασμα από την ομιλία του Θανάση Καμπαγιάννη (https://youtu.be/Wie7ifWzWmw?si=3ke9pmphENtUnIGV&t=97), που αναφέρεται σε πρόσφατες πρωτοβουλίες από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου άλλες επαινεί και άλλες επικρίνει, αλλά απουσιάζει το κριτήριο αξιολόγησης που αφορά στην «ισοτιμία». Εκείνο που προβάλλεται ως το κυρίαρχο πολιτικά είναι το μέγεθος του “εύρους” της καταγραφής και όχι τι χαρακτηριστικά έχει και το πως πραγματικά προέκυψε αυτό “εύρος”. Είναι φανερό από το ερώτημα που θέτει:

- Γιατί στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές υπήρξαν δύο διαφορετικά ψηφοδέλτια από το χώρο της ριζοσπαστικής/αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στην περιφέρεια της Αττικής, ενώ υπήρξε στην διπλανή κάλπη ένα για το δήμο της Αθήνας και ένα για το δήμο της Θεσσαλονίκης, τα οποία είχαν καλύτερα εκλογικά αποτελέσματα;

Αφήνει όμως αναπάντητο το ερώτημα το πως συγκροτήθηκαν αυτά τα ψηφοδέλτια:

Αν πράγματι κάποια διαδικασία έχει τα χαρακτηριστικά που προσομοιάζουν με αυτά που περιγράφει το κείμενο της Αναμέτρησης, αυτή αντιστοιχεί στον τρόπο που συγκροτήθηκε και λειτουργεί το δημοτικό σχήμα της Θεσσαλονίκης.

Έχει κάποια πρακτική πολιτική αξία αυτή η διάκριση; Βεβαίως και έχει. Ο τρόπος “συγκρότησης” είναι στην πραγματικότητα η μορφή της ύπαρξής τους. Το δημοτικό σχήμα της Θεσσαλονίκης είναι ένα υπαρκτό σχήμα που λειτουργεί συλλογικά και παρεμβαίνει στο χώρο του. Τα άλλα σχήματα υπάρχουν σήμερα και λειτουργούν με ανάλογο τρόπο; Μια σύγκριση των δράσεων που ακολούθησαν από τις εκλογές μέχρι σήμερα, είναι αρκετά αποκαλυπτική…

Η συγκρότηση των άλλων ψηφοδελτίων δεν προέκυψε από κάποια “ανοικτή” διαδικασία. Ήταν προϊόν πολιτικής πρωτοβουλίας συγκεκριμένων πολιτικών χώρων. Το γεγονός ότι υπήρξε μόνον ένα ψηφοδέλτιο στο δήμο της Αθήνας, οφείλεται αποκλειστικά και μόνον στην πρωτοβουλία των δυνάμεων του ΜέΡΑ25-ΛΑΕ να μην κατεβάσουν δικό τους ψηφοδέλτιο και να στηρίζουν ένα κοινό ψηφοδέλτιο, παρόλο ότι αποκλείστηκε η συμμετοχή υποψηφίων τους με βέτο που τέθηκε από τον χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ( πρόκειται για την ίδια ακριβώς διαδικασία λήψης αποφάσεων που χρησιμοποιεί και ο “δημοκρατικός συνασπισμός” που ονομάζεται ΝΑΤΟ, όταν υπάρχουν διαφωνίες στο εσωτερικό του και δεν μπορεί να συνδιαμορφωθεί μια κοινή θέση σε ένα ζήτημα, αλλά διασφαλίζει την “ενότητα” ως υπέρτατη ανάγκη για την υπεράσπιση του “κοινού συμφέροντος”).

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κρίνει “πετυχημένο” το αποτέλεσμα στην ΑΘΗΝΑ, όπως και ο Θανάση Καμπαγιάννης:

«Το πετυχημένο αποτέλεσμα του συνδυασμού «Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα», οφείλεται στο ριζοσπαστικό πολιτικό περιεχόμενο ενάντια στα επιχειρηματικά συμφέροντα και στο τοπικό κράτος, την ΕΕ και την κυβερνητική πολιτική, το στίγμα μιας αριστεράς μαχόμενης και ανεξάρτητης από τα αστικά σχέδια, την ύπαρξη πλειάδας αγωνιστών με σοβαρή γείωση στα κινήματα, και την πλατιά ενωτική διαδικασία και την σημαντική συσπείρωση δυνάμεων.»


Που λοιπόν διαχωρίζεται από το πολιτικό σκεπτικό του Θανάση Καμπαγιάννη; Ας πάμε παρακάτω, στο κείμενο της πολιτικής απόφασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εκεί διατυπώνεται μια καθαρή θέση απέναντι στην προοπτική μιας συνεργασία με δυνάμεις του ΜέΡΑ25 – ΛΑΕ, η οποία είναι αρκετά σαφής και δεν σηκώνει αμφισβητήσεις:

«Για την αντικαπιταλιστική αριστερά τα ερωτήματα μπαίνουν ως εξής:
 
 • Είτε πλήρης ανεξαρτησία από το αστικό πολιτικό σύστημα, αδιάκοπη πάλη ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ για την ανατροπή της είτε άμεση ή έμμεση στήριξη των «δημοκρατικών δυνάμεων».
 • Είτε πρόταση πλατιάς αντικαπιταλιστικής ενότητας είτε απόπειρες για τη δημιουργία ενός νέου ΣΥΡΙΖΑ, αναπαλαίωσης της κυβερνητικής-διαχειριστικής αριστεράς, με τμήματα του μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ, (ΝΕ.ΑΡ), του ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ κλπ.

Σήμερα απαιτείται μια τομή στο αντικαπιταλιστικό μέτωπο. Εδώ θα κριθεί η συμβολή και το μέλλον της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.»


Διαφωνεί ο Θανάση Καμπαγιάννης με αυτή την θέση;
ΟΧΙ. Αν διαφωνούσε θα το έλεγε…
Όπως για παράδειγμα το ξεκαθάρισε η ΔΕΑ:

«Χρειάζεται µια ανοιχτή, έντιμη και σοβαρή πολιτική συζήτηση, µε ενωτική πρόθεση ενόψει των ευρωεκλογών, που αφορά όλο το φάσμα από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως την ΛΑΕ και το ΜέΡΑ25.

Η μόνη μεθοδολογία για να προχωρήσει κανείς χωρίς να κινδυνεύει να «τραυματίσει» µετωπικές-κινηµατικές συνεργασίες (πχ σε Δήμους ή κάποια εργατικά σωματεία…) είναι η μέθοδος του Φόρουμ: όποιος προσπαθεί να αποκλείσει άλλους, αυτό-αποκλείεται.

Δυστυχώς, οι σύντροφοι του ΝΑΡ μας διαμήνυσαν από το «Πριν», µε «σκληρή» φρασεολογία, την εκτίμησή τους ότι το ΜέΡΑ25, όπως και η ΛΑΕ, είναι δυνάμεις που τίθενται εκ προοιμίου εκτός κάθε συζήτησης. Ελπίζουνε πραγματικά, αυτός ο αυτοαποκλεισµός του ΝΑΡ, που αφήνει (;) την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως μοναδικό πλαίσιο αναφοράς, να μην οδηγήσει στον τραυματισμό ενωτικών συγκροτήσεων που εξακολουθούμε να θεωρούμε πολύτιμες.»


Η θέση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι καθαρή, ανεξάρτητα αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με το περιεχόμενό της. Εκείνο που δημιουργεί συγχύσεις είναι η “ενωτική” πρόταση της Αναμέτρησης (και του Θανάση Καμπαγιάννη).

Είναι κατανοητό και σεβαστό – ως προσωπική στάση - το γεγονός ότι ο Θανάσης Καμπαγιάννης, δεν επιθυμεί να έρθει σε σύγκρουση με τον πολιτικό χώρο στον οποίον ήταν υποψήφιος ευρωβουλευτής στις εκλογές 2019, αλλά αντίθετα αποβλέπει σε μια πιο πλατιά συνεργασία, στην οποία επιθυμεί να συμπεριλαμβάνεται (πάση θυσία) και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Όμως ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα: Η θέση “όποιος προσπαθεί να αποκλείσει άλλους, αυτό-αποκλείεται” είναι μια θέση αρχής η οποία διαμορφώνει ένα πλαίσιο ισοτιμίας. Αυτή η θέση όμως στην πολιτική προσέγγιση του Θανάση Καμπαγιάννη είναι απλά μια “ευχή”. Την ίδια προσέγγιση έχει και η ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ; Έτσι φαίνεται…

Όλα λοιπόν τα άλλα επιχειρήματα γιατί είναι “καλύτερα πολιτικά αποτελέσματα” εκείνα που σημείωσαν τα “ενωτικά” δημοτικά, είναι απλά μια πρακτική που αποβλέπει στην διαμόρφωση μικροσυσχετισμών στο “αριστεροχώρι” και θέτει – εκτός των άλλων -στο περιθώριο τη συζήτηση για τη “μεγάλη εικόνα” που αποτυπώνει τον κοινωνικό συσχετισμό, όπως αυτός καταγράφηκε στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις.

Ένα στοιχείο αυτής της “μεγάλης εικόνας” είναι, για παράδειγμα, η ανατροπή στον δήμο της Αθήνας. Δεν ήταν η «αριστερή έκπληξη» με τους όρους που την προσδιορίζει η πρόταση της Αναμέτρησης, ήταν όμως μια πραγματική έκπληξη της τροποποίησης του κοινωνικού συσχετισμού αυτό που καταγράφηκε στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας: Οι “από κάτω” βρήκαν ως ευκαιρία ένα …«Δούκα» και τον ανέδειξαν «Δήμαρχο», για να εκδιώξουν το εκλεκτό της ΝΔ. Αυτή η αλλαγή σημειώθηκε κόντρα στις προβλέψεις και στα σχέδια των πολιτικών μηχανισμών, δεξιών και αριστερών…

Το “αριστεροχώρι” τι έκανε; Πήγε να καταγράψει τον αντιφασισμό/αντιρατσισμό στις δημοτικές εκλογές. Τι κατάφερε; Το ποσοστό που πήρε, αντιστοιχεί στην δυναμική και το εύρος του αντιφασιστικού κινήματος; Μάλλον όχι... Το εκλογικό αποτέλεσμα κρίθηκε τελικά τη δεύτερη Κυριακή. Γιατί κρατάμε το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής και δεν λέμε τίποτα για την δεύτερη; Πόσοι από αυτούς που ψήφισαν την πρώτη Κυριακή το “ενωτικό” ψηφοδέλτιο, την δεύτερη Κυριακή ψήφησαν Δούκα; Αν το προσεγγίσουμε το ζήτημα με την λογική του Θανάση Καμπαγιάννη, τότε το συμπέρασμα είναι: “ένα βήμα μπρος” την πρώτη Κυριακή και “δυο βήματα πίσω” την δεύτερη...


Αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις που προανέφερα και αφορούν στο ποιος ανήκει στην ριζοσπαστική – αντικαπιταλιστική αριστερά και ποιος όχι, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να διευθετηθούν μέσα από μια διαδικασία “ανοικτών συνελεύσεων” όπως προτείνεται στο κείμενο της Αναμέτρησης.


Πρόκειται για μια φάρσα “άμεσης δημοκρατίας” που παραπέμπει δήθεν την διαχείρισή τους στον “λαό” της ριζοσπαστικής – αντικαπιταλιστικής Αριστεράς:

Η “συνελευσιακή συγκρότηση” έχει προφανώς μια λειτουργικότητα -με τα χαρακτηριστικά που περιγράφει η πρόταση της Αναμέτρησης - στα πλαίσια ενός μαζικού χώρου σε συγκροτήσεις συλλογικοτήτων με δράσεις και παρεμβάσεις εντός αυτού (επαγγελματικά ή εργασιακά σωματεία, δημοτικές κινήσεις και άλλα παρόμοια). Αυτή η διαδικασία δεν μπορεί να παράγει πολιτική για κεντρικά πολιτικά ζητήματα. Προϋποθέτει άλλους όρους συγκρότησης του πολιτικού υποκειμένου: Η ενότητα που συγκροτεί ένα πολιτικό υποκείμενο είναι πρώτιστα ένα ιδεολογικό και πολιτικό πλαίσιο αρχών, οι οποίες δεν τίθενται υπό διαπραγμάτευση. Μέσα σε αυτές αρχές υπάγονται και οι αρχές λειτουργίας του.


Δεν νομίζω ότι χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση για να καταδειχθεί γιατί η συμμετοχή σε μια διαδικασία “ανοικτών συνελεύσεων” οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων δεν μπορεί έχει τα χαρακτηριστικά μιας αμεσοδημοκρατικής λειτουργίας, ακόμα και στην περίπτωση που κάποιες απ’ αυτές λειτουργούν ως πολιτικοί μηχανισμοί με «αμεσοδημοκρατικές αρχές».

Θα επαναλάβω κάτι που το λέω συχνά, σε συζητήσεις που αφορούν στην συγκρότηση πολιτικών μετώπων:

Ακόμα και αν εκλάβουμε αυτή την διαδικασία “ανοικτών συνελεύσεων” ως μια μορφή συγκρότησης “πολιτικού μετώπου”, τότε θα πρέπει να εκλάβουμε το “μέτωπο” ως μια αυτοθέσμιση μιας μορφής συλλογικής πολιτικής συγκρότησης όπου θα πρέπει για ισχύει η ισοτιμία μεταξύ των συμμετεχόντων. Αυτή η ισοτιμία δεν μπορεί να υπάρξει, όταν σε ένα “μέτωπο” συμμετέχουν και οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις (είτε λειτουργούν με τον “δημοκρατικό συγκεντρωτισμό” είτε όχι) και απλά μέλη ως άτομα.

Αυτή η μορφή συνύπαρξης είναι και εκτός των ορίων της παραδοσιακής αστικής αντίληψης για την δημοκρατία: Θυμάμαι για παράδειγμα όταν άρχισε να εμπεδώνεται η νεοφιλελεύθερη κυβερνητικότητα στην χώρα μας, είχε γίνει προσπάθεια στους επιστημονικούς/επαγγελματικούς συλλόγους να συμμετέχουν ισότιμα ως μέλη και να εγγράφονται εταιρίες (όπως τους μηχανικούς, τους δικηγόρους κλπ.), όπου μετά από την γενικότερη κατακραυγή δεν επιβλήθηκε…

Όμως στα λεγόμενα “πολιτικά μέτωπα” που συγκροτεί η παραδοσιακή Αριστερά, αυτός είναι ο κανόνας. Μην ξεχνάμε πως και ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτήθηκε ως “πολιτικό μέτωπο” των συνιστωσών του: Αυτά ήταν τα “μέλη” του. Είχε και κάποιους “παράγοντες” κατά καιρούς σε κάποια όργανα που τους ονόμαζε “ανένταχτους” (που εκπροσωπούσαν μόνον τον εαυτό τους) ως σαν δήθεν μορφή αντιπροσώπευσης του κόσμου εκτός και πέραν από τις συνιστώσες. Όπως κάνουν κάποια κόμματα που τοποθετούν στα καθοδηγητικά τους όργανα “δείγματα” γυναικών ή εργατών, για να δείξουν ότι με αυτόν τον τρόπο συμμετέχει γενικά και η “φωνή” των γυναικών ή των εργατών στον τρόπο παραγωγής της πολιτικής τους…


Η απάντηση στο ζήτημα της συγκρότησης της “ενότητας” των αριστερών δυνάμεων με βάση την αρχή της ”ισοτιμίας” (στην οποία αναφέρεται η πρόταση της Αναμέτρησης), δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο εκτός την συγκρότηση ενός μαζικού πολιτικού φορά, που η πραγματική “εξουσία” (η παραγωγή της Πολιτικής) ανήκει εξίσου σε όλα τα μέλη του και όχι στα επιτελεία του…


Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει την συγκρότηση ενός «μαζικού» πολιτικού κόμματος των Αριστερών, όχι έναν “συνασπισμό” των υπαρχόντων μηχανισμών της Αριστεράς.

Και η πίττα ολόκληρη (ενότητα) και οι σκύλοι χορτάτοι (μηχανισμοί) δεν γίνεται…

***
Κατά την γνώμη μου, όλα αυτά τα λέω γιατί πιστεύω πως έχει πραγματικά αξία η συζήτηση των δυνάμεων που εμπνέονται από το όραμα της κοινωνικής χειραφέτησης για μια κοινή πορεία. Όμως η υπαρκτή Αριστερά, ακόμα και η εξωκοινοβουλευτική, έχει συνδέσει την ύπαρξή της με τις εκλογές, όσο και αν στα λόγια στρατεύεται στην ανάπτυξη των μαζικών κινημάτων: Οι αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές είναι ο καθρέπτης που “μετράει” το μπόι της. Οι ευρωεκλογές ως θέμα προς συζήτηση, δεν είναι ένα προνομιακό πεδίο για το προχώρημα αυτής της κοινής πορείας, αντίθετα οξύνει υπαρκτές αντιθέσεις γιατί αναδεικνύει με το πιο ανάγλυφο τρόπο τα κενά της “στρατηγικής” της υπαρκτής Αριστεράς. Αυτά δυστυχώς δεν μπορούν καλυφθούν από την μια στιγμή στην άλλη. Θα πρέπει λοιπόν ως Αριστεροί να αναζητήσουμε τρόπους πολιτικής παρέμβασης και συνύπαρξης, κάτω από την σκιά αυτών των κενών. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Μπορούμε όμως να διδαχτούμε πρώτα απ’ όλα από τα δικά μας λάθη και τουλάχιστον να μην συνεχίζουμε με το να τα επαναλαμβάνουμε…







 [¹]: Μερικές επισημάνσεις από την άνοδο και την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ

Αρκετά διδακτική – ως υπόδειγμα προς αποφυγή - για το “ακόνισμα” της σφήνας και την “δύναμη” του σφυριού, είναι η άνοδος και η πτώση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ από την κυβερνητική εξουσία.

Το πρώτο πράγμα που διαπιστώνεται είναι ότι αυτή η άνοδος δεν έχει καμία σχέση με την “στρατηγική” του, όπως αυτή αποτυπωνόταν στα κομματικά του ντοκουμέντα. Αντίθετα είναι παράδειγμα ολοκληρωτικής αποτυχίας της:

Ο “δημοκρατικός δρόμος για τον σοσιαλισμό” προβλέπει ότι η λαϊκή εξουσία οικοδομείται από τα κάτω. Αυτό σημαίνει - όπως περιγράφεται στα πολιτικά του ντοκουμέντα - ότι ξεκινάει από τις λαϊκές λεωφόρους της τοπικής αυτοδιοίκησης και του εργατικού κινήματος - από αυτούς τους «πυλώνες» της λαϊκής εξουσίας - για να εισχωρήσει στις ατραπούς του βαθέως κράτους.

Παράλληλα, στον κοινωνικό συσχετισμό αυτή η πορεία σηματοδοτεί την οικοδόμηση ενός «μαζικού» κόμματος, που διατηρεί την αυτονομία του απέναντι από το κράτος.

Αυτά περιέγραφε η «στρατηγική»…

  • Πώς λοιπόν συνέβη ο ΣΥΡΙΖΑ να συντρίβεται στις μάχες της τοπικής αυτοδιοίκησης και στα συνδικάτα, να έχει περιορισμένη παρουσία στο κίνημα και πολύ μικρό αριθμό μελών, αλλά να κερδίζει τον πόλεμο της διακυβέρνησης;
Το ερώτημα, όσο λογικό και αν φαίνεται, στην πραγματικότητα είναι ρητορικό. Δεν υπάρχει το πολιτικό υποκείμενο που έχει την ευθύνη για να απαντήσει: Αφορά έναν ΣΥΡΙΖΑ που δεν υπάρχει σήμερα. Η εγχείρηση πέτυχε, αλλά η ασθενής (Αριστερά) απεβίωσε… Το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα είναι σήμερα ένα μνημονιακό κόμμα που αναζητεί εναγώνια, αλλά χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, την επιβίωση εντός ενός νέου κοινοβουλευτικού διπολισμού.

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία στηρίχτηκε σε μια υπόσχεση που αποδείχτηκε εκ των υστέρων απατηλή: Ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό “και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο”. Θα καταργηθεί η λιτότητα, θα διευθετηθεί το χρέος και η χώρα να παραμείνει με τους ίδιους όρους συνύπαρξης εντός της ΟΝΕ και της ΕΕ. Αυτό είναι εξάλλου και το περιεχόμενο, σε δεύτερη ανάγνωση, της δήλωσης του Αλέξη Τσίπρα: “Θα καταργήσουμε το μνημόνιο με ένα νόμο και ένα άρθρο”…

Δεν φαίνονται λογικοί αυτοί οι συλλογισμοί; Πράγματι στην επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αυτές οι αποχρώσεις είχαν ιδιαίτερο βάρος. Όμως υπάρχει πρόβλημα: Εκλαμβάνονται οι πολιτικές σχέσεις κυρίως ως επικοινωνιακές πρακτικές. Αν δεχτούμε ότι το συμπέρασμα αληθεύει, τότε πως μπορεί να εξηγηθεί η κορύφωση της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ που αποτυπώνεται στο δημοψήφισμα του ΟΧΙ, δημοψήφισμα που σε καμιά περίπτωση δεν είχε αυτή την υπόσχεση, αλλά την υπόσχεση μιας σύγκρουσης;

Η διαφορετικότητα που κατέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικό εγχείρημα - στη σχέση με τον ΣΥΝασπισμό (που βολόδερνε πάνω από μια δεκαετία για την κοινοβουλευτική του επιβίωση) - εντοπίζεται στο γεγονός ότι διεκδικώντας την Κυβέρνηση κατάφερε να μετασχηματίσει σε ελπίδα τις διάσπαρτες αντιστάσεις στις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού, σε μια μακρά περίοδο μαζικών κινητοποιήσεων. Ελπίδα που αναδύθηκε αρχικά μέσα από τα δύο βασικά κινηματικά του αναφορικά (που στην πορεία προς την κυβερνητική εξουσία απεμπόλησε), τα οποία του έδωσαν ώθηση και τον έκαναν διακριτό από την υπόλοιπη Αριστερά: το “κοινωνικό φόρουμ” και το “κίνημα των πλατειών”. Η τομή αυτή δεν επιτεύχθηκε με όπλο το «πολιτικό πρόγραμμά» του.

Η πολιτική υπέρβαση που κατέγραψε το “νέο” που έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλαξε το πολιτικό σκηνικό δεν ήταν η πραγμάτωση κάποιου πολιτικού “σχεδίου” σαν αυτά που έχουν τα αριστερά κόμματα στοιβαγμένα στα ράφια των γραφείων τους: ήταν προϊόν της παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα στο σύστημα κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Σηματοδοτούσε ρήξη/απόρριψη τόσο του χώρου της παραδοσιακής Αριστεράς όσο και ευρύτερα του πολιτικού συστήματος του δικομματισμού – που έγινε μονοκομματισμός την εποχή των μνημονίων: Οι λαϊκές μάζες κινήθηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ ως “ευκαιρία” που βρέθηκε μπροστά τους, και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ προς αυτές…

Τα “κενά” στην πολιτική που διαμόρφωναν οι μηχανισμοί του ΣΥΡΙΖΑ ήταν τα πραγματικά “καινά” που τον ανέδειξαν ως αξιωματική αντιπολίτευση και στην συνέχεια σε κυβέρνηση τον Γενάρη του 15: Ακριβώς από τις ρωγμές αυτών των “κενών”, εισχώρησε και διαμεσολαβήθηκε πολιτικά ένα μεγάλο τμήμα της λαϊκής αγανάκτησης, η οποία κορυφώθηκε με την παρουσία της στα πολιτικά δρώμενα στο δημοψήφισμα του ΟΧΙ.

Αντί λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ να διευρύνει αυτά τα “κενά” της πολιτική του και να τους αποδώσει “λόγο”, επιχείρησε να τα συγκαλύψει με την αναδίπλωση του εντός της μήτρας της παραδοσιακής Αριστεράς. Αυτή η στάση - κοινή από όλες τις “συνιστώσες” του ΣΥΡΙΖΑ - αναδεικνύει μια πολιτική ανικανότητα “αυτοπροσδιορισμού” στην συγκυρία, ως προς τα επίδικα του κοινωνικού ανταγωνισμού.

Καταγράφει επίσης την έλλειψη εμπιστοσύνης των “επιτελείων” του προς τα κοινωνικά ερείσματα που τον ανέδειξαν ως διακριτή πολιτική δύναμη που διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία: αποκρυσταλλώνεται πρώτα απ’ όλα στο γεγονός ότι δεν μπόρεσε να γίνει “μαζικό κόμμα”. Ο φόβος και η αδυναμία να κατανοήσουν το “νέο” που έφερνε ο ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε τα επιτελεία του στην περιχαράκωση του “υπάρχοντος” απέναντι στην διαφορετικότητα, για να μην διαταραχθεί η “καθαρότητα” της πολιτικής φυλής του. Στην πραγματικότητα, οι φύλαρχοι των συνιστωσών του επιθυμούσαν ως νέα μέλη κλώνους του εαυτού τους για να αναπαραχθούν οι φάρες της φυλής και για τον ΣΥΡΙΖΑ μόνον ψηφοφόρους και οπαδούς.

Τελικά, αυτή η στάση, άνοιξε τον δρόμο στην προεκλογική περίοδο του 15 της ενσωμάτωσης όλων των συστημικών πρακτικών για να διευρυνθεί η εκλογική του πελατεία. Η άλλη παράλληλη πλευρά αυτής της επιλογής, όμως ήταν αυτή που αναδεικνύει ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ, την προετοιμασία για τον μετασχηματισμό της κομματικής εξουσίας σε κυβερνητική: Στα πλαίσια αυτών των επιλογών - ο Τσίπρας ονομάστηκε “εθνικός ηγέτης” και οριστικοποιήθηκε η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε καθαρά αρχηγικό κόμμα, μια δομή κομματικής εξουσίας που δεν διέφερε σε τίποτα από τα άλλα αστικά κοινοβουλευτικά κόμματα…

Προηγούμενα έχω επισημάνει πως η άνοδος του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία, δεν είχε καμία σχέση με την στρατηγική του. Ας δούμε πως ακριβώς συνέβη το ίδιο και με το πολιτικό πρόγραμμα που κατέβασε και κέρδισε τις εκλογές τον Γενάρη του 15.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κωδικοποίησε τις προεκλογικές της εξαγγελίες στο “πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης”. Τότε, κάποιες συνιστώσες του το χαρακτήρισαν μάλιστα ως “μεταβατικό πρόγραμμα” για έναν άλλο κόσμο που είναι εφικτός. Στην πραγματικότητα ήταν μια δήθεν τεχνοκρατικά ρεαλιστική πρόταση για κάποιες πλευρές διαχείρισης των κρατικών υποθέσεων, προϊόν προσαρμογής της πολιτικής του ενιαίου ΣΥΝασπισμού στις ανάγκες της εκλογικής μάχης.

Όμως, αυτός ο πολιτικός “ρεαλισμός” αποδείχτηκε πολύ σύντομα, ανέφικτος στις συνθήκες κυριαρχίας των νεοφιλελεύθερων πολιτικών των μνημονίων. Και αυτό το συμπέρασμα έχει περιορισμένη αξία: Το πρόγραμμα δεν είχε σχεδόν καμία πρακτική σημασία τελικά ως προς το πως διαμορφώνονται οι πολιτικές σχέσεις εκπροσώπησης/εμπιστοσύνης. Ελάχιστοι είχαν διαβάσει το “πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης” απ’ αυτούς που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ. Αν τους ρωτήσεις σήμερα τι έγραφε, οι περισσότεροι ούτε καν θυμούνται την ύπαρξή του. Εξάλλου, ούτε τα επιτελεία του είχαν εμπιστοσύνη σε αυτό το πολιτικό πρόγραμμα. Κανείς από αυτούς που το συνέταξαν και υποσχεθήκαν πως θα το κάνουν πράξη, ασχολήθηκε σοβαρά με αυτό μετά τις εκλογές…

Ήταν προϊόν εσωτερικής κατανάλωσης: Η μόνη πράγματι χρησιμότητα που είχε, ήταν ότι έκφραζε ένα μικροπολιτικό πλαίσιο συναίνεσης ανάμεσα στις περίφημες “συνιστώσες” του για την πορεία προς τις εκλογές. Όσο για το πόσο τεχνοκρατικά ρεαλιστικό ήταν, υπενθυμίζω την τότε κριτική του Γιάνη Βαρουφάκη…

Αποκαλυπτική είναι και η ανατομία του δημοψηφίσματος του ΟΧΙ ως ένα ανολοκλήρωτο “συμβάν”. Ένα μεγάλο “κενό” στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το “καινό” που τρόμαξε πραγματικά τις ελίτ και κατέγραψε την μεγαλύτερη κοινωνική πόλωση από την εποχή της μεταπολίτευσης μέχρι σήμερα: Όταν την Παρασκευή 26 Ιούνη του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας εξήγγειλε την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος του ΟΧΙ για την επόμενη Κυριακή, ο Β. Μεϊμαράκης έσπευσε να προειδοποιήσει πως αν δεν υπογράψει η κυβέρνηση την συμφωνία μέχρι την Τετάρτη “οι δυνάμεις της δημιουργίας και της αστικής τάξης θα απαντήσουν”…

Το δημοψήφισμα του ΟΧΙ δεν ήταν μέρος κάποιου σχεδίου που είχε εκπονηθεί σε κυβερνητικά όργανα ή στα κομματικά γραφεία ως πολιτική δράση μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ρήξης, μετά την αποτυχία της συμφωνίας με τους δανειστές. Αν και όλοι γνώριζαν, από τα προηγούμενα μνημόνια, ότι οι “δανειστές” επιβάλλουν αυτά που θέλουν και δεν διαπραγματεύονται, δεν υπήρχε κανένα σχέδιο για αυτό το ενδεχόμενο. Το δημοψήφισμα ήταν ένας αυτοσχεδιασμός του “αρχηγού” (όπως και η ανατροπή του ΟΧΙ), μπροστά στο αναμενόμενο αδιέξοδο της διαπραγμάτευσης.

Το τι ακριβώς επιδίωκε με αυτή την ενέργεια ο αρχηγός, δεν ήταν φανερό εκείνη την στιγμή. Αυτό έγινε γνωστό μετά το δημοψήφισμα. Όμως, η σημασία του δημοψηφίσματος ως πολιτική πράξη δεν επικαθορίζεται μόνο από τις επιδιώξεις του “αρχηγού” ή του κόμματος του: πυροδότησε ευρύτερες εξελίξεις που δεν μπορούσαν να χειραγωγηθούν στα πλαίσια των κοινοβουλευτικών πρακτικών.

Εξάλλου, τα πιο συναρπαστικά πολιτικά γεγονότα που βάζουν την σφραγίδα τους στις εξελίξεις, δεν έχουν προκύψει από την εφαρμογή σχεδίων που έχουν επεξεργαστεί κάποια επιτελεία, αλλά από την παρέμβαση των “από κάτω” στο πολιτικό προσκήνιο, που αδράχνουν τις ευκαιρίες που βρίσκουν μπροστά τους. Η ανατροπή των δημοσκοπήσεων κατέγραψε την πιο πολωμένη κοινωνικά και ταξικά πολιτική εκλογική διαδικασία από την μεταπολίτευση. Οι “από κάτω” εκείνες τις μέρες “απασφάλισαν” και την Κυριακή 5 Ιούλη έριξαν το πρώτο βόλι στην κάλπη. Στις εκλογές του Γενάρη ο ΣΥΡΙΖΑ είχε λάβει 2.245.978 ψήφους με εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση. Στο δημοψήφισμα, με κλειστές τις τράπεζες και την προοπτική μιας ρήξης με τις μαφίες της ΕΕ και του ΔΝΤ, το ΟΧΙ έλαβε 3.558.450, δηλαδή 1.312.4725 ψήφους περισσότερους απ’ αυτές που έλαβε τον Γενάρη ο ΣΥΡΙΖΑ.

Το δημοψήφισμα όμως κατέγραψε και κάτι άλλο – που αποδείχτηκε με πιο καθαρό τρόπο στην συνέχεια - την αδυναμία και την πλήρη ανικανότητα της όποιας Αριστεράς (εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ) να διαμεσολαβήσει πολιτικά αυτή την κοινωνική πόλωση, τόσο στο κοινοβούλιο, όσο και στο κίνημα…

(απόσπασμα από το κείμενο: http://tinyurl.com/3jhwruh2 )

1 σχόλιο :

  1. Για ένα εναλλακτικό ριζοσπαστικό ψηφοδέλτιο της Αριστεράς στις ευρωεκλογές

    Άρθρο του Θάνου Ανδρίτσου, μέλος του ΠΣ της Αναμέτρησης στην εφημερίδα της Ηπείρου “Δημοκρατική Φωνή”

    https://anametrisi.gr/gia-ena-enallaktiko-rizospastiko-psifodeltio-tis-aristeras-stis-evroekloges/

    Μια μορφή πραγμάτωσης όσων γράφει το παραπάνω κείμενο, κάποιος θα μπορούσε να επικαλεστεί ότι είναι το παρακάτω Συλλογικό Κάλεσμα Οργανώσεων: Στεκόμαστε στο πλευρό του Φοιτητικού Κινήματος ενάντια στα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια
    (https://anametrisi.gr/koini-dilosi-organoseon-enantia-sta-idiotika-panepistimia/)

    Θα σταθώ μόνον σε ένα σημείο, το οποίο δείχνει ότι η πράξη δεν αντιστοιχεί πάντα με την θεωρία:

    Το κείμενο υπογράφουν 7 οργανώσεις:

    • Αναμέτρηση
    • Αριστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση
    • Αριστερό Ρεύμα
    • ΔΕΑ (Διεθνιστική Εργατική Αριστερά)
    • Λαϊκή Ενότητα – Ανυπότακτη Αριστερά
    • Πρωτοβουλία για μια μεταβατική κομμουνιστική οργάνωση (ΑΡΑΝ, Κ-ΣΧΕΔΙΟ,ανένταχτοι/ες)
    • ΜέΡΑ25

    α). Στην πραγματικότητα είναι λιγότερες…
    Η ΛΑΕ είναι Αριστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση και το Αριστερό Ρεύμα. Αυτή η διπλή υπογραφή δεν μου αρέσει. Δείχνει μια διάθεση να αναδεικνύονται οι μικροδιαφορές διαφορές περισσότερο απ’ ότι τους αξίζει, αλλά και να φαινόμαστε περισσότεροι απ’ ότι είμαστε στην πραγματικότητα...

    β). Όμως ισχύει και το αντίθετο: Είναι περισσότερες…
    Η «Πρωτοβουλία για μια μεταβατική κομμουνιστική οργάνωση» περιλαμβάνει την ΑΡΑΝ, Κ-ΣΧΕΔΙΟ...

    γ). Η αλφαβητική σειρά τηρείται μέχρι το γράμμα Λ στην δημοσίευση του κειμένου από την Αναμέτρηση. Στην ανακοίνωση του ΜέΡΑ25 η αλφαβητική τάξη έχει αποκατασταθεί, αλλά μόνον εκεί… (https://mera25.gr/syllogiko-kalesma-organoseon-stekomaste-sto-plevro-tou-foititikou-kinimatos-enantia-sta-idiotika-panepistimia/ )…

    ΑπάντησηΔιαγραφή


ΑΛΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ