Οι συζητήσεις για τον 2ο ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζονται, όπως επίσης και αντιπαράθεση πάνω σε αυτό το ζήτημα. Στα πλαίσια αυτού του διαλόγου, αναδημοσιεύουμε δύο απόψεις που έχουν κατατεθεί δημόσια για αυτό το ζήτημα:
Εχουμε ήδη μπει στην τροχιά των ευρωεκλογών και όπως είναι επόμενο έχει ανοίξει η συζήτηση για τη συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ. Από την πρώτη στιγμή αυτής της συζήτησης επισημάναμε δύο κινδύνους που θα έπρεπε οπωσδήποτε να αποφευχθούν: Ο πρώτος είναι η υποβάθμιση των κινηματικών καθηκόντων στο όνομα των προεκλογικών διαδικασιών. Ο δεύτερος δεν είναι άλλος από τη διολίσθηση της διαβούλευσης για το ψηφοδέλτιο σε μια διαπραγμάτευση που δεν (θα έπρεπε να) έχει καμία σχέση με την Αριστερά. Αν τον πρώτο κίνδυνο μένει τους επόμενους μήνες να δούμε αν θα μπορέσουμε να τον αποφύγουμε, σε ό,τι αφορά τον δεύτερο οι ανησυχίες μας νομίζουμε πως είναι δικαιολογημένες.
Εκτιμάμε ότι η συζήτηση δεν θα πρέπει να εστιάζεται στα πρόσωπα των υποψηφίων αλλά στις διαδικασίες συγκρότησης του ψηφοδελτίου και τους πολιτικούς όρους λειτουργίας της ευρωομάδας. Όποιος/α και αν τελικά επιλεγεί, στο βαθμό που το οργανωτικό πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ μένει το ίδιο, πολύ λίγο θα μπορέσει να μεταβάλει την υφιστάμενη κατάσταση. Μια κατάσταση όπου ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λειτουργεί ως όλον, η κοινοβουλευτική ομάδα είναι περισσότερο συνάντηση ατομικοτήτων παρά δεμένη συλλογικότητα και η συμμετοχή στο κοινοβούλιο είναι πολύ περισσότερο διαμεσολαβητική διαδικασία κοινωνικών αιτημάτων παρά οργανικό τμήμα μιας ευρύτερης συγκρότησης που δουλεύει μεν σε πολλαπλά επίπεδα αλλά σχεδιάζει και δρα από κοινού με στόχο την ανατροπή των συσχετισμών. Γι’ αυτό και εξαρχής μείναμε μακριά από την ονοματολογία και επιμείναμε στους ακόλουθους πολιτικούς όρους, οι οποίοι –ασφαλώς– αφορούν όλες τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ:
1. Οι ευρωβουλευτές είναι του ΣΥΡΙΖΑ και όχι των συνιστωσών του. Κατά συνέπεια η επιλογή τους μπορεί να έχει επαρκή πολιτική νομιμοποίηση μόνο αν συζητηθεί συνολικά από τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ (και όχι μόνο από τη Γραμματεία).
2. Στο βαθμό που οι ευρωβουλευτές είναι του ΣΥΡΙΖΑ και όχι των συνιστωσών, πρέπει να διασφαλιστεί η συλλογική λειτουργία της κοινοβουλευτικής ομάδας και η οργανική σύνδεσή της με τα μη κοινοβουλευτικά όργανα. Βασική προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι η δημιουργία μιας στιβαρής ομάδας συνεργατών, η επιλογή των οποίων είναι αρμοδιότητα του ΣΥΡΙΖΑ και όχι των ευρωβουλευτών ή των συνιστωσών.
3. Η διαχείριση των οικονομικών ανήκει επίσης στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι μισθοί των ευρωβουλευτών και των συνεργατών θα πρέπει να κατατίθενται στον ΣΥΡΙΖΑ και αυτός με τη σειρά του θα πρέπει να κανονίζει το ύψος των αμοιβών σε σχέση με τις ιδιαίτερες ανάγκες διαβίωσης στο εξωτερικό καθώς και με τον μέσο όρο απολαβών των ελλήνων εργαζομένων.
4. Η συμμετοχή στα κοινοβουλευτικά όργανα δεν μπορεί να είναι αιώνια και να καλλιεργεί τον παραγοντισμό. Είναι απαραίτητο να καθιερωθεί η εναλλαγή.
5. Η συγκρότηση του ψηφοδελτίου πρέπει να εκφράσει τον πλουραλισμό του ΣΥΡΙΖΑ και την (επιδιωκόμενη) σύνδεση του με τα κινήματα, να αποτυπώνει όλη την κοινωνική/κινηματική κινητικότητα της τελευταίας περιόδου. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να περιληφθούν στη λίστα αγωνιστές-τριες που συμμετείχαν στις αντιστάσεις που έδωσαν τον τόνο την προηγούμενη περίοδο: φοιτητές-τριες, πανεπιστημιακοί, επισφαλείς εργαζόμενοι-ες, αγρότες-τισσες, ακτιβιστές-τριες των ελεύθερων χώρων, φυλακισμένοι-ες, ομοφυλόφιλοι-λεσβίες, εθνικές μειονότητες.
6. Είναι αυτονόητη η συμμετοχή γυναικών στις εκλόγιμες θέσεις σε ποσοστό 50%.
Ομάδα Ρόζα
Ο καθορισμός της στάσης του συνόλου ΣΥΡΙΖΑ εν όψει της Πανελλαδικής Σύσκεψης του Απριλίου 2009, δεν μπορεί παρά να γίνει στη βάση δύο παραδοχών:
Αφενός του ότι διεκδικούνται τρεις έδρες στο Ευρωκοινοβούλιο, με βάση την εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των πραγματοποιημένων δημοσκοπήσεων, πράγμα που συνιστά μια σοβαρή προώθηση σε σχέση με την μία έδρα που είχε προκύψει στις εκλογές του Ιουνίου 2004.
Αφετέρου, της διασφάλισης της ισότιμης συμμετοχής και των τριών υπαρκτών και διακριτών ρευμάτων που τον συναποτελούν στην μέχρι σήμερα συγκρότηση και δράση του, και στη βάση της σχετικής συμμετοχής των δυνάμεων των συνιστωσών του στη δομή, στις δραστηριότητες και στις παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Τα τρία αυτά ρεύματα δεν είναι άλλα από :
Την σχετική συμμετοχή εκπροσώπων της αριστερής πλειοψηφίας του ΣΥΝ (Αριστερό Ρεύμα, ΚΠΔ και ΑΡΑΝ) που συμβατικά αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των οργανωμένων δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένο ότι η ανανεωτική - εκσυγχρονιστική του πτέρυγα όχι μόνον δεν συμμετέχει στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά απεναντίας κατακρίνει τα «15 Σημεία Στόχους Πάλης», απέχει από τις διαδικασίες του, εναντιώνεται στην αντισυστημική του στάση και τάσσεται ανοιχτά υπέρ της κεντροαριστερής σύμπραξης με το ΠΑΣΟΚ.
Την έντονη συμμετοχή των ανεξάρτητων στρατευμένων αγωνιστών που σχηματικά αποτυπώνονται στο «2ο Κύμα ΣΥΡΙΖΑ». Μ’ αυτό το ρεύμα που επιδιώκει την ενωτική ανασύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ (από εκλογικό μέτωπο συνιστωσών σε «ενιαίο ομοσπονδιακό πολυτασικό πολιτικό οργανισμό») και τον αντικαπιταλιστικό προγραμματικό του προσανατολισμό, βρίσκονται σε παράλληλη τροχιά, από μια ορισμένη άποψη, συνιστώσες όπως λ.χ. Ξεκίνημα, Κόκκινο, Ρόζα, ΑΚΟΑ κλπ. Αθροιστικά αυτό το ρεύμα συγκροτεί τουλάχιστον το ένα τρίτο του δυναμικού του οργανωμένου ΣΥΡΙΖΑ.
Τις πολιτικές συνιστώσες που συμμετέχουν στη λειτουργία και δομή του ΣΥΡΙΖΑ «δι’ εκπροσώπων», διατηρούν την «περιχαρακωμένη» μικροκομματική τους υπόσταση, διέπονται από αντικαπιταλιστικά προγραμματικά χαρακτηριστικά, αντιτίθενται στα κεντροαριστερά εναλλακτικά σενάρια, ωστόσο όμως δεν συντάσσονται στην κατεύθυνση ενωτικής ανασύνθεσης του ΣΥΡΙΖΑ σε «ενιαίο ομοσπονδιακό πολυτασικό πολιτικό οργανισμό» (π.χ. ΚΟΕ, ΚΕΔΑ, ΔΕΑ, ΔΗΚΚΙ κ.ά.), αντιπροσωπεύουν δε αντίστοιχα το άλλο τρίτο του δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ στη δομή και τη λειτουργία του.
Κατά συνέπεια, οι τρεις έδρες δεν μπορούν, στη βάση των αρχών της ισοτιμίας, της δημοκρατικότητας και της ενωτικής έκφρασης του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές, παρά να κατανεμηθούν από μία σε κάθε επιμέρους ρεύμα, ανεξαρτήτως της σειράς τοποθέτησής τους στο ευρωψηφοδέλτιο. Σ’ αυτά τα τρία υπαρκτά ρεύματα εναπόκειται να ορίσουν τους δημοκρατικούς τρόπους (συναινετικά ή με γενική εκλογική διαδικασία όπως κάνει ο ΣΥΝ με το εσωτερικό του δημοψήφισμα του Μαρτίου 2009) ανάδειξης των τριών εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ στην Ευρωβουλή.
Η πολιτική απαίτηση του ΣΥΝ, όπως διατυπώθηκε στο Προγραμματικό του Συνέδριο του Φεβρουαρίου 2009, για την εκλογή των δύο από τους τρεις ευρωβουλευτές από τις τάξεις του, δεν μπορεί παρά να απορριφθεί από τον όλο ΣΥΡΙΖΑ στην επικείμενη Πανελλαδική Σύσκεψη του Απριλίου 2009 για τους ακόλουθους λόγους:
Κατά πρώτο, η συμμετοχή του ΣΥΝ στις διαδικασίες, όργανα, δράσεις του οργανωμένου ΣΥΡΙΖΑ μετά βίας φτάνει στο επίπεδο του ενός τρίτου των δυνάμεών του.
Κατά δεύτερο, μια τέτοια προοπτική (1η και 3η θέση όπως έχει αποφασιστεί και τείνει να αποτυπωθεί), εξ αντικειμένου εμφανίζει και καταγράφει τον ΣΥΡΙΖΑ ως απλή εκλογική ομπρέλα του ΣΥΝ, πράγμα που δεν μπορεί παρά να αποκρούεται από την πλειοψηφία των ενεργών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ.
Κατά τρίτο, με δεδομένο ότι με βάση τους υπάρχοντες συσχετισμούς, η 1η θέση θα καταληφθεί από τον εκπρόσωπο της αριστερής πλειοψηφίας του ΣΥΝ, και η 3η θέση από τον εκπρόσωπο της «ανανεωτικής – εκσυγχρονιστικής» μειοψηφίας του, προκύπτει μείζον πολιτικό ζήτημα για τις δυνάμεις της μεγάλης πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ (δεύτερο ρεύμα, τρίτο ρεύμα και ένα μέρος του πρώτου ρεύματος) για δύο σαφέστατους λόγους :
Από τη μια πλευρά, ο δεύτερος αυτός εκπρόσωπος αντιπροσωπεύει καθαρά την «ανανεωτική – εκσυγχρονιστική» μειοψηφία του ΣΥΝ η οποία δεν συμμετέχει στον ΣΥΡΙΖΑ, συντάσσεται ανοιχτά με την κεντροαριστερή εναλλακτική λύση, αντιτίθεται στα «15 Σημεία Στόχους Πάλης» του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι αναιρεί την συνολικά διαμορφωμένη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ.
Από την άλλη πλευρά, εφόσον είναι ρητά διατυπωμένος και σαφώς διακηρυγμένος ο «ανανεωτικός – εκσυγχρονιστικός» προσανατολισμός της μειοψηφίας του ΣΥΝ, επόμενο είναι ότι ο ενδεχόμενος κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος να ακολουθεί αυτή την κατεύθυνση, πράγμα εξίσου ακυρωτικό για τους προσανατολισμούς του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε τελική ανάλυση δεν μπορεί η εμμονή του ΣΥΝ στην «ασύμβατη» (;) πολιτική του ενότητά να τείνει να συμπαρασύρει το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ στην αναίρεση, την πολιτική απονεύρωση, την υπονόμευση και την ακύρωσή του.
Ανέστης Ταρπάγκος
ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης