Δημοσιεύουμε το κείμενο "Κρίση, εξέγερση, στρατηγική" του Π. Σ. γιατί είναι κατεξοχήν ένα πολιτικό κείμενο το οποίο θέτει αρκετά σημαντικά ζητήματα για την πολιτική συγκυρία και την Αριστερά. Αποτελεί εξαίρεση σε σχέση με άλλα κείμενα που αυτοπεριορίζονται και αυτοκαταναλώνται σε οικονομίστικες προσεγγίσεις για την κρίση του χρέους της χώρας και κατά συνέπεια σε εξίσου οικονομίστικες προσεγγίσεις για την "πολιτική γραμμή" διεξόδου από αυτή την κρίση
του Παναγιώτη Σωτήρη
Η τρέχουσα καπιταλιστική κρίση έχει δείξει προ πολλού ότι δεν είναι απλώς μια κρίση στη σφαίρα της κυκλοφορίας ή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά μια δομική καπιταλιστική κρίση, που αφορά όλες τις πλευρές της καπιταλιστικής παραγωγής και αναπαραγωγής. Η έξοδος από αυτή προϋποθέτει τη διατύπωση από τη μεριά των αστών ενός νέου κοινωνικού, οικονομικού και τεχνολογικού παραδείγματος, που ακόμη δεν έχει διατυπωθεί. Αυτό διαμορφώνει το υλικό υπόβαθρο μιας πραγματικής κρίσης στρατηγικής για τις αστικές τάξεις, όσο και εάν αναδιπλώνονται σε έναν παροξυσμό αντιλαϊκών μέτρων και μια «φυγή προς τα εμπρός».
Αυτό αποτυπώνεται στη συνολικότερη κρίση και μετάλλαξη του σχεδίου της Ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η αρχιτεκτονική της ΟΝΕ και το κοινό νόμισμα μετατρέπεται πια σε ένα μηχανισμό που επιδεινώνει τις κρισιακές τάσεις, παροξύνει το πρόβλημα του χρέους, οδηγεί όχι πια σε αναδιάρθρωση αλλά σε κοινωνική αποδιάρθρωση. Η προτεινόμενη Γερμανογαλλική «Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση», απλώς θα οξύνει ακόμη περισσότερο αυτές τις αντιφάσεις.
Η κρίση της αστικής στρατηγικής συμπίπτει με την είσοδο σε έναν νέο ιστορικό κύκλο με κύριο χαρακτηριστικό την όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων, έναν κύκλο που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε οριακά εξεγερσιακό. Αυτό το στοιχείο δεν αφορά μόνο τις κοσμοϊστορικές εξελίξεις στη Βόρεια Αφρική και τον Αραβικό κόσμο, με όλο το μήνυμα ελπίδας που στέλνει εκεί η αποφασιστικότητα, μαχητικότητα και επινοητικότητα των λαϊκών μαζών. Αφορά, προοπτικά, και σχηματισμούς όπως η Ελλάδα. Στην πραγματικότητα η ελληνική κοινωνία έχει μπει σε μια φάση όπου η κοινωνική αντιπαράθεση μπορεί να πάρει εξεγερσιακή μορφή. Και δεν μιλάμε μόνο για το Δεκέμβρη του 2008 που τρόμαξε τα αστικά επιτελεία. Όταν η ανυπακοή στα πανάκριβα διόδια και εισιτήρια από παραδειγματική χειρονομία γίνεται μαζική πρακτική, όταν αρκετές κλαδικές κινητοποιήσεις κλιμακώνονται γρήγορα προς την κατεύθυνση της απεργίας διαρκείας, όταν στρώματα όπως οι γιατροί προχωρούν σε καταλήψεις Υπουργείων και θεωρούν συμμάχους τους άλλους απεργούς, όταν στην Κερατέα διεξάγεται, εδώ και μήνες, ένας πραγματικός πόλεμος με τις δυνάμεις καταστολής, όταν αυθόρμητα στις διαδηλώσεις τα συνθήματα που παραπέμπουν σε άτακτη φυγή της κυβέρνησης έχουν μεγαλύτερη απήχηση από τα συγκεκριμένα αιτήματα των κλάδων, όταν προχτές στο Σύνταγμα χιλιάδες νέοι και εργαζόμενοι άντεξαν απέναντι σε αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων από την μεριά των συμμοριών της κρατικής αλητείας, γίνεται σαφές ότι έχουμε περάσει σε μια φάση κλιμάκωσης χωρίς προηγούμενο των κοινωνικών συγκρούσεων.
Ο συνδυασμός ανάμεσα στην βαθύτερη κρίση στρατηγικής που συμπυκνώνει η συγκυρία της οικονομικής, κρίσης, στην εξάντληση της όποιας ηγεμονικής απήχησης μπορεί να είχε ο «υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός», και στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων στο όριο ενός εξεγερσιακού κύκλου, συμπυκνώνει το υπαρκτό ενδεχόμενο μιας ηγεμονικής κρίσης για τις δυνάμεις του κεφαλαίου.
Στην Ελλάδα αυτό είναι ακόμη πιο έντονο, με την εμφανή εξάντληση του «αναπτυξιακού υποδείγματος» του ελληνικού καπιταλισμού, που είχε στηριχτεί στις εισροές από την ΕΕ, τη φτηνή μεταναστευτική εργασία και τις πολυεπίπεδες μορφές επιδότησης του κεφαλαίου. Η «δημιουργική καταστροφή» που επιλέγουν οι νεοφιλελεύθεροι εμπνευστές του μνημονίου και η απόπειρα σαρωτικής αλλαγής του συσχετισμού δύναμης προς όφελος του κεφαλαίου, απλώς επιταχύνει μια ευρύτερη πραγματική καταστροφή συλλογικών παραγωγικών δυνατοτήτων, αποκαρδιώνει μια ολόκληρη κοινωνία, συνιστά συνθήκη πραγματικής κοινωνικής παρακμής. Γι’ αυτό και το αστικό πολιτικό σύστημα, ανίκανο να προσφέρει οποιαδήποτε έστω και χαραμάδα «θετικής προοπτικής» αναδιπλώνεται στη λογική του «αυτόματου πιλότου» και της αναμονής, μήπως και αποφευχθεί η μοιραία κοινωνική και πολιτική έκρηξη. Η επένδυση στο ρατσισμό, την ξενοφοβία, τα πιο σκοτεινά και αυταρχικά νεοσυντηρητικά αντανακλαστικά δύσκολα μπορεί να αποτρέψει την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων.