ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ!
Αγωνιζόμαστε για την "ΣΥσπείρωση της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς" στην κατεύθυνση της κοινής δράσης στους μαζικούς χώρους και τα κοινωνικά κινήματα, και παράλληλα για την πολιτική της συγκρότηση σε ένα ενιαίο αμεσοδημοκρατικό πολιτικό φορέα
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κριτική στο σχέδιο θέσεων του Μετώπου Α-Α. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κριτική στο σχέδιο θέσεων του Μετώπου Α-Α. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Οι " θέσεις" του Μετώπου Α-Α και η πολιτική συγκυρία (Μέρος 4ο)

Δ. Στρατηγοί ιδού ο στρατός σας!

Τα “πολιτικά σχέδια” της Αριστεράς θα πρέπει να τροφοδοτούνται από την εμπειρία της συλλογικής πολιτικής δράσης και να στοχεύουν στο να δώσουν απαντήσεις πρώτιστα στα ζητήματα που αναδεικνύονται από τις συλλογικές πρακτικές του μαζικού κινήματος και όχι ζητήματα που αφορούν την διαχείριση του αστικού κράτους. Να αποβλέπουν δηλαδή στην ανάπτυξη ενός μαζικού και αυτόνομου κινήματος από το κράτος και το κεφάλαιο, το οποίο προβάλει τις δικές του διακριτές απαιτήσεις στα πεδία της ταξικής πάλης.

Χωρίς την ύπαρξη του μαζικού κινήματος αλλά και αυτών των συλλογικών πρακτικών δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική παρέμβαση, η οποία θα οδηγεί σε ανατροπές που ανοίγουν τον δρόμο “για τον άλλο κόσμο, που είναι εφικτός”. Χωρίς την ύπαρξη αυτού του κινήματος, η όποια πολιτική δράση αναγκαστικά περιορίζεται σε ερμηνείες τούτου του κόσμου, οι οποίες καταλήγουν σε διαχειριστικές πρακτικές για την επιβίωσή του. Αν η συγκρότηση των πολιτικών υποκειμένων της Αριστεράς είναι ελλειμματική στο εσωτερικό των κινημάτων, τότε το έλλειμμα που υπάρχει δεν μπορεί να αναπληρωθεί από το έργο και από τις θέσεις που θα παράγουν οι “ειδικοί” της πολιτικής των κομματικών επιτελείων για να “διαφωτίσουν” τα κινήματα...

Ο λόγος της αριστεράς τροφοδοτείται και ανανεώνεται από τις κατακτήσεις των μαζικών αγώνων και των εξεγέρσεων. Τις τελευταίες δεκαετίες όμως έχουν διαρρηχθεί οι σχέσεις τους με την Αριστερά. Η ιστορία τους δεν είναι και δική της ιστορία. Η Αριστερά παρακολουθεί τις εξελίξεις, και πολλές φορές δεν μπορεί καν να αντιληφθεί το νόημά τους. Ο “Δεκέμβρης” αποκάλυψε έντονα αυτή την διάσταση στην χώρα μας, όμως η αριστερά φαίνεται ότι δεν διδάχτηκε τίποτε από αυτό το σημαντικό συμβάν, που τρόμαξε τους καπιταλιστές της Δύσης.

Η πολιτική συγκρότηση λοιπόν, δεν είναι μια διαδικασία παραγωγής πολιτικών θέσεων, από κάποια πολιτικά επιτελεία ή οι ειδικούς της πολιτικής, που απευθύνονται με γενικό τρόπο στην κοινωνία ή στο κίνημα, με την μορφή ηθικών εκκλήσεων ή με τη χρήση του ορθού λόγου. Σήμερα – με αυτά τα δεδομένα - όσο και αν θεωρούμε αναγκαίο το να υπάρξει ένα “ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ” πρόγραμμα - είτε αυτοπροσδιοριζόμαστε ως “ανοικτό πολιτικό σχέδιο”, είτε ως πολιτική οργάνωση που λειτουργεί με τον “δημοκρατικό συγκεντρωτισμό” - δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτός ο στόχος...

Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας, είναι πολύ ζαχαρωμένα...

Η 1η θέση του σχεδίου απόφασης του ΜΑΑ επιχειρεί να διατυπώσει τους “αρμούς” ενός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΥ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ. Ακριβώς αυτό το εγχείρημα βρίσκεται σε ρήξη με τις επόμενες 8 θέσεις και πρώτα απ' όλα με την 9η θέση, με την οποία το ΜΑΑ προσδιορίζεται ως “ένα ανοικτό πολιτικό σχέδιο”.

Ο πολιτικός σχεδιασμός για την Αριστερά, όπως εξηγήσαμε προηγούμενα, δεν εξαντλείται στην διαμόρφωση κάποιων διακηρυκτικών στόχων. Είναι άρρηκτα δεμένος με συγκεκριμένες πολιτικές πρακτικές συλλογικής δράσης που έχουν ως αντικείμενο την πραγμάτωση αυτών των σχεδίων. Αν λοιπόν πραγματικά πιστεύαμε ως ΜΑΑ ότι έχουμε την δυνατότητα να προτείνουμε ένα “ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ”, τότε το ΜΑΑ δεν θα ήταν ένα “ανοικτό πολιτικό σχέδιο”, αλλά ένας συγκεκριμένος πολιτικός μηχανισμός που είχε καθορίζει πολιτικά καθήκοντα για την συγκυρία και είχε οργανώσει την δράση του με βάση αυτά τα καθήκοντα.

Η θέση, για παράδειγμα, που διατυπώνεται στο σχέδιο του προγράμματος: “Η κοινωνική συμμετοχή στον έλεγχο και τον σχεδιασμό της οικονομίας, η συγκρότηση θεσμών και οργάνων λαϊκού και εργατικού ελέγχου.” παραμένει μια ευχή, αφού δεν μπορεί να πάρει σάρκα και οστά. Είναι προφανές ότι σήμερα δεν μπορεί να ενταχθεί με υλικές/πρακτικές μορφές στους όρους της καθημερινότητας του κόσμου της εργασίας. Ο κοινωνικός έλεγχος μπορεί να υπάρχει μόνον από την παρουσία του μαζικού κινήματος στους θεσμούς, ενός κινήματος το οποίο διατηρεί την αυτονομία του από το κράτος.

Δεν μπορεί να γίνει με διαμεσολάβηση του κοινωνικού υποκειμένου, είτε μέσα από μορφές αντιπροσωπευτικής αστικής δημοκρατίας σε εκλεγμένους αντιπροσώπους, είτε με την παραχώρηση εν λευκώ της ευθύνης χειρισμού του ζητήματος σε αυτούς που κρατάνε στο χέρι τους και επιδεικνύουν την ταυτότητα της πολιτικής πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Ο κοινωνικός έλεγχος μπορεί να πραγματωθεί μόνον με την άμεση συμμετοχή του κοινωνικού υποκειμένου που τον ασκεί.

Η θέση αυτή λοιπόν για την “κοινωνική συμμετοχή”, λόγω απουσίας αυτών ακριβώς των στοιχείων που αναφέραμε προηγουμένως, επέχει θέση μιας ιδεολογικής παρέμβασης (προπαγάνδας). Όμως και σε αυτό το επίπεδο έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα επίσης, γιατί δεν μπορεί να ενταχθεί (ούτε και να συγκροτήσει) ένα διαφορετικό “όραμα” για την Αριστερά. Σήμερα, η απουσία αυτού του οράματος, είναι πολύ πιο καθοριστικό υπαρξιακό πρόβλημα για την Αριστερά, απ' ότι το “εναλλακτικό πρόγραμμα”.

Η αριστερά σήμερα δεν έχει ένα θετικό όραμα να προβάλει στην κοινωνία. Βρίσκεται αρκετά βήματα πίσω από την στιγμή της προβολής μιας πειστικής αναπαράστασης του άλλου “εφικτού” κόσμου που επαγγέλλεται. Δεν μπορεί καν η ιδία να αυτοπροσδιοριστεί επαρκώς, οριοθετούμενη – έστω και απορριπτικά - απέναντι, τόσο στον καπιταλισμό όσο και στον “υπαρκτό” σοσιαλισμό.

Η εναγώνια αναζήτηση λοιπόν του προγράμματος ως την λυδία λίθο που θα κρίνει τις σχέσεις της Αριστεράς με την κοινωνία οδηγεί σε πολιτικά αδιέξοδα. Συνήθως καταλήγει – πέρα από προθέσεις – σε πολιτικές πρακτικές συνδιαχείρισης. Πρακτικές, οι οποίες αυτονομούν την δράση εντός των θεσμών της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας από το επίπεδο ανάπτυξης και δράσης του μαζικού κινήματος. Θα πρέπει να βάλουμε καλά στο μυαλό μας ότι οι σχέσεις της Αριστεράς με την κοινωνία, αλλά και το μαζικό κίνημα, που έχουν διαρραγεί, δεν μπορούν να αποκατασταθούν στην σημερινή συγκυρία μέσω της αναζήτησης της “ορθής γραμμής” ως μιας λύσης με το μικρότερο κόστος για την “εθνική” οικονομία μπροστά στην χρεωκοπία της χώρας.

Ο κόσμος δεν εμπιστεύεται την Αριστερά. Για να την εμπιστευτεί, θα πρέπει αποδείξει ότι είναι διαφορετική από τους πολιτικούς αντιπάλους της. Μπορεί όμως αυτό να γίνει εδώ και τώρα; Είναι σίγουρο ότι για να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και της νεολαίας δεν αρκεί να ισχυρίζεται ότι θα διαχειριστεί τα κοινά με διαφορετικό τρόπο, όταν θα καταλάβει την εξουσία. Η “σπορά” των οραμάτων και των διακηρύξεων της γίνεται σε τούτο τον κόσμο. Και εδώ θα πρέπει να φυτρώσουν. Αλλιώς θα παραμείνουν λόγια, που τα παίρνει και τα σκορπά ο αέρας.
Αυτά τα οράματα δεν είναι κάτι το εξωτερικό ως προς την ίδια την Αριστερά, το οποίο δύναται να το δανειστεί ή να το βρει κάπου αλλού – όπως ο Μωυσής πήρε τις 10 εντολές από τον Θεό - και να το οικειοποιηθεί. Αυτό το όραμα είναι η δικής της εικόνα, στην οποία αποτυπώνεται το πως υπάρχει και το πως δρα στην κοινωνία. Σε αυτή ακριβώς την εικόνα καταδεικνύονται και τα πραγματικά όρια του “άλλου” εφικτού κόσμου που επαγγέλλεται.

Πώς να εμπιστευτούν οι εργαζόμενοι το ΚΚΕ όταν βλέπουν ότι σε περίοδο οικονομικής κρίσης λειτουργεί με τους ίδιους κανόνες που λειτουργούν οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις και απολύει εργαζόμενους από τις κομματικές επιχειρήσεις; Πώς να εμπιστευτούν ένα πολιτικό μηχανισμό να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας, όπως τον ΣΥΡΙΖΑ που ισχυρίζεται ότι “ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός”, όταν μετά από δέκα χρόνια από την ίδρυσή του, δεν έχει εμπιστοσύνη στον κόσμο του και είναι ανίκανος να διαχειριστεί με στοιχειώδη δημοκρατικό τρόπο τις εσωτερικές του αντιφάσεις;

Ποιά είναι τα οράματα της Αριστεράς; Ο σοσιαλισμός που επαγγέλλεται δεν εμπνέει τους φτωχούς και καταπιεσμένους τούτου του κόσμου, γιατί δεν είναι διακριτός από τον υπαρκτό σοσιαλισμό του προηγούμενου αιώνα. Αυτό το όραμα έχει ιστορικά χρεοκοπήσει και δεν μπορεί να εμπνέει τις λαϊκές μάζες. Εμπνέει ακόμα μόνον τους οπαδούς του κρατικού καπιταλισμού που ονειρεύονται ότι με παρόμοια συγκεντρωτικά μοντέλα κρατικής διαχείρισης της οικονομίας και της κοινωνίας, μπορούν να βάλουν “τάξη” στην καπιταλιστική “αναρχία”...

Δυστυχώς όμως το όραμα που λείπει από την Αριστερά, δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τα διάφορα αντι, αντι αντι. Ο “ΑΝΤΙκαπιταλισμός” και ο “ΑΝΤΙευρωπαϊσμός” δεν μπορούν ούτε να συγκροτήσουν, ούτε να υποκαταστήσουν το θετικό όραμα που λείπει από την Αριστερά. Ούτε βεβαίως τα εθνικοπατριωτικά δάνεια από τον αστισμό μπορούν να αναπληρώσουν την έλλειψη του, ούτε τα αστικά σοσιαλδημοκρατικά οράματα ενός “υγιούς” καπιταλισμού που θα στηρίζεται σε μια “παραγωγική ανάπτυξη” και θα ενισχύει το “κοινωνικό κράτος”.

Η ανυπαρξία ενός άλλου οράματος καταγράφεται παραστατικά και στον κενό λόγο που εκφέρει η Αριστερά. Πρόκειται για ένα λόγο που ταλαντεύεται μονότονα ως εκκρεμές , με το ένα άκρο του έλκεται από την αναπτυξιολαγνεία και το άλλο από την θεσμολάγνεια. Όταν η Αριστερά μιλάει στο όνομα της υπεράσπισης της παραγωγικής υποδομής της χώρας, της ενίσχυση του παραγωγικού ιστού και άλλα παρόμοια “αναπτυξιακά”, στην πραγματικότητα ονειρεύεται έναν φαντασιακό καπιταλισμό, στον οποίο οι καπιταλιστές θα ενδιαφέρονται για το καλό της κοινωνίας και του κόσμου της εργασίας. Μερικές φορές μάλιστα φαντασιώνεται ότι προσδίδει άλλο περιεχόμενο στην καπιταλιστική ανάπτυξη επειδή την ψεκάζει και με ολίγον άρωμα οικολογίας... Αυτόν λοιπόν τον ουτοπικό καπιταλισμό τον ονομάζει υγιή και παραγωγικό, για να τον διακρίνει αντιθετικά από τον πραγματικό καπιταλισμό, ο οποίος θεωρεί ότι είναι κερδοσκοπικός, άπληστος και καταστροφικός!

Μερικές φορές το παρακάνει στις υπερβολές. Θεωρεί ότι ο καπιταλισμός είναι τόσο αυτοκαταστροφικός, ώστε ότι όπου ν' είναι θα καταρρεύσει από τις ίδιες του τις αντιφάσεις. Δυστυχώς, αυτό το τελευταίο δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί ιστορικά. Έχει επιβεβαιωθεί όμως ότι οι κρίσεις που περνάει, είναι η πηγή που του δίνει ζωή. Ανανεώνεται με το αίμα που πίνει από τις ίδιες τις σάρκες του, από την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, άλλα και μερίδων ακόμα του ίδιου του κεφάλαιου...

Θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε - ως πολιτικά υποκείμενα που θέλουμε να ανήκουμε στην Αριστερά - κάτω από το βάρος αυτών των αρνητικών διαπιστώσεων για την ίδια την Αριστερά. Αν δεν λαμβάνουμε υπόψη αυτά τα δεδομένα, ο λόγος μας δεν θα μπορεί να έχει μια στοιχειώδη αξιοπιστία στην κοινωνία και να αποκτήσει την εμπιστοσύνη του κόσμου που επιμένει ακόμα αριστερά. Και αυτόν τον κόσμο δεν πρέπει να τον υποτιμάμε: είναι ότι το καλύτερο έχει σήμερα η Αριστερά...

Τρίτη 1 Μαρτίου 2011

Οι " θέσεις" του Μετώπου Α-Α και η πολιτική συγκυρία (Μέρος 3ο)


Γ: “Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός;”

Την Τρίτη, 23 Μαϊου 1871 όλο σχεδόν το Παρίσι βρίσκεται στα χέρια του στρατού των Βερσαλλιών και οι Κομμουνάροι σφαγιάζονται κατά χιλιάδες στα οδοφράγματα που μάχονται. Η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία τους έχει αποδεκατιστεί. Τα εναπομείναντα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής εκδίδουν την τελευταία τους διακήρυξη που τοιχοκολλάται βιαστικά σε κάποιους τοίχους του Παρισιού. Με αυτή την διακήρυξη απαιτούσαν την ταυτόχρονη διάλυση της Συνέλευσης των Βερσαλλιών και της Κομμούνας, την αποχώρηση της στρατιάς του Παρισιού, μια προσωρινή κυβέρνηση που θα την ανέθεταν στους αντιπροσώπους των μεγάλων πόλεων και αμοιβαία αμνηστία.

Στη χώρα μας σήμερα τα κόμματα της Αριστεράς θυμίζουν αυτή την θλιβερή διακήρυξη της Παρισινής Κομμούνας, με τις δικές τους διακηρύξεις με τις οποίες αναζητούν εναγώνια εναλλακτικές πολιτικές διεξόδου από την κρίση του χρέους, κρίση που έχει φτάσει την χώρα στα πρόθυρα της χρεωκοπίας, αγνοώντας την συντριπτική ήττα που ήδη έχει υποστεί ο κόσμος της εργασίας. Από αυτή την Αριστερά, δεν εξαιρείται το Μέτωπο Α-Α. Οι ίδιες μάταιες πολιτικές αναζητήσεις αποτυπώνονται από την 1η κιόλας θέση στο σχέδιο απόφασης:

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αριστερά κι ακόμη περισσότερο μια πλατιά μετωπική λαϊκή συμπαράταξη, χρειάζεται να προβάλλει, με διλημματικό τρόπο, απέναντι στις επιλογές του δικομματισμού, το δικό της πρόγραμμα στήριξης των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Ένα εναλλακτικό πρόγραμμα, δίκαιο, ριζοσπαστικό και υλοποιήσιμο. Κεντρικοί αρμοί μπορεί να είναι :
  • Η διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους στα πλαίσια μιας αναδιαπραγμάτευσής του.
  • Η δημιουργία ενός μεγάλου εθνικού – κρατικού τραπεζικού φορέα. Ο δημόσιος έλεγχος και η εθνικοποίηση των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.
Και συνεχίζει το κείμενο παραθέτοντας τους άλλους αρμούς (1)...

Η πολιτική που στοχεύει στην “επόμενη μέρα”από την σκοπιά της υπεράσπισης των συμφερόντων του κόσμου της εργασίας, δεν μπορεί να αρθρώνεται γύρω από το ζήτημα του χρέους και της διαγραφής (μερικής ή ολικής) ή της αναδιαπραγμάτευσής του. Αυτή η πολιτική στόχευση επειδή ακριβώς δεν αμφισβητεί το παρόν, αφορά εκείνους που θέλουν να διαχειριστούν την κρατική εξουσία από την μεριά του αστισμού. Μια πολιτική για την “επόμενη μέρα” που διεκδικεί να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζομένων, δεν μπορεί παρά να ξεκινάει μερικά βήματα πιο πίσω: Έχει για αφετηρία της την στιγμή που άρχισε η μεγάλη επίθεση εναντίων των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Μια νικηφόρα – μέχρι στιγμής - επίθεση έχει επιφέρει δραματικά αποτελέσματα σε βάρος του κόσμου της εργασίας. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ανατράπηκαν τις κατακτήσεις ενός αιώνα. Αυτή η ήττα είναι τετελεσμένη, όπως είναι οι υλικές καταστροφές που πραγματοποιούνται από ένα τσουνάμι; Το “τσουνάμι” που έφερε η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι αντιστρέψιμο; Σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να απαντήσουμε με ειλικρίνεια.

Αν πιστεύουμε ότι αυτό δεν είναι εφικτό να ακυρωθούν – εδώ και τώρα - τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση Παπανδρέου σε βάρος των εργαζομένων υπέρ του κεφάλαιου, τότε κοροϊδεύουμε τον κόσμο, όταν διακηρύσσουμε ότι αυτά που προτείνουμε συγκροτούν “πρόγραμμα στήριξης των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων”.

Αν αύριο κληθούμε να στηρίζουμε κάποια εναλλακτική κυβερνητική λύση απέναντι στην Κυβέρνηση Παπανδρέου, ο πρώτος όρος που θα πρέπει να θέσουμε είναι η ακύρωση όλων των πολιτικών μέτρων της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ που οδήγησαν τον κόσμο της εργασίας σε αυτή την δεινή θέση που βρίσκεται σήμερα. Χωρίς αυτή την ανατροπή, οποιαδήποτε πολιτική για το ξεπέρασμα της κρίσης - είτε πρόκειται για παύση πληρωμών ή επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, είτε πραγματώνεται με την έξοδο από την ΟΝΕ και την Ε.Ε ή την παραμονή και την διαπραγμάτευση εντός αυτών των μηχανισμών - φορτώνει, και θα συνεχίζει να φορτώνει, τα βάρη στον κόσμο της εργασίας. Ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα λοιπόν, θα πρέπει - πρώτα απ' όλα - να βάζει σαν άμεσο και όχι μακροπρόθεσμο στόχο την ακύρωση του μνημονίου και των άλλων μέτρων που θεσμοθέτησε η κυβέρνηση Παπανδρέου. Αυτή η ακύρωση θα πρέπει να είναι μη διαπραγματεύσιμο σημείο και να προηγηθεί οποιασδήποτε άλλης διαπραγμάτευσης για την διέξοδο της χώρας από την κρίση. Αυτή η ιεραρχική στοχοθεσία απουσιάζει από το σχέδιο απόφασης του Μετώπου Α-Α.

Αν κάποιος ισχυριζόταν ότι σήμερα είναι εφικτό ο μέσος όρος ζωής στον πλανήτη μας να είναι 1.000 χρόνια, θα χαμογελούσαμε ειρωνικά και θα τον προσπερνούσαμε θεωρώντας ότι παραλογίζεται. Αν όμως ένας άλλος μας έλεγε θα μπορούσαν οι εργαζόμενοι να δουλεύουν λιγότερες ώρες και να έχουν τις μεγαλύτερες αμοιβές, να μην υπάρχουν εξαθλιωμένοι πληθυσμοί στον πλανήτη που λιμοκτονούν, γιατί το επίπεδο της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων επιτρέπει την δυνατότητα παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, ώστε να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες, τότε θα συμφωνούσαμε μαζί του ότι πράγματι “ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός”. Θα προβληματιζόμαστε όμως για ποιό θα μπορούσε να είναι το υποκείμενο, που, αυτή την δυνατότητα να την έκανε πράξη..

Στο σχέδιο απόφασης το πρόγραμμα περιγράφεται με ορισμένους επιθετικούς προσδιορισμούς: "Ένα εναλλακτικό πρόγραμμα, δίκαιο, ριζοσπαστικό και υλοποιήσιμο." Η έννοια “υλοποιήσιμο” έχει διττή σημασία. Σημαίνει μια εν δυνάμει δυνατότητα η οποία μπορεί να πραγματωθεί αν σημειωθούν ορισμένες αλλαγές εντός του κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων. Μπορεί όμως να σημαίνει την ύπαρξη μιας εναλλακτικής πρότασης εντός των πλαισίων του ισχύοντος κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού.

Μια άλλη ανάγνωση της διττής σημασίας της έννοιας “υλοποιήσιμο” στο σχέδιο απόφασης είναι ή α) ότι αναγνωρίζουμε την ήττα που έχει υποστεί ο κόσμος της εργασίας ως ένα συμβάν που έχει ήδη τελεστεί και στεκόμαστε απέναντι τα επόμενα επεισόδια της ταξικής πάλης κάτω από το βάρος αυτής της ήττας ή β) ότι θεωρούμε το συμβάν δεν έχει ήδη περατωθεί και είναι εφικτή (υλοποιήσιμη) η ακύρωσή του. Η διατύπωση των “κεντρικών αρμών” του προγράμματος στην 1η θέση, αλλά και όλο το κείμενο του σχεδίου θέσεων του “Μετώπου ΑΑ” παραπέμπει και στις δύο διακριτές σηματοδοτήσεις ως προς το υλοποιήσιμο των στόχων του.

Η Κομούνα του Παρισιού το Μάιο του 1871, ηττήθηκε πολιτικά και στρατιωτικά. Δεν πραγματοποίησε (υλοποίησε) όμως μια δυνατότητα, αλλά την δημιούργησε. Αυτή η δυνατότητα είναι η δυνατότητα μιας ανεξάρτητης προλεταριακής πολιτικής. Αν δεν μπορούμε σήμερα να κάνουμε οτιδήποτε άλλο, τουλάχιστον αυτή την δυνατότητα θα πρέπει να την υπερασπιζόμαστε, απέναντι στο κράτος και το κεφάλαιο!

(συνεχίζεται...)
Υστερόγραφο: Υπάρχει ένα σύντομο κείμενο του Λένιν, με το τίτλο “Τα διδάγματα της κομμούνας” που καλό θα ήταν να το διαβάσουν οι “πατριώτες” αριστεροί που επικαλούνται διάφορα “τσιτάτα” του για το πως σχετίζονται τα εθνικά και ταξικά ζητήματα σε περιόδους κρίσης

(1)οι αρμοί ως γνωστόν χρειάζονται για να “στηρίξουν” ένα σύστημα και όχι για να το “ανατρέψουν”, αφού λειτουργούν προστατευτικά απορροφώντας τις θερμικές διαστολές και συστολές, τους κραδασμούς και άλλα αίτια που δύνανται να προκαλέσουν ποικίλες καταστροφές.

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Οι " θέσεις" του Μετώπου Α-Α και η πολιτική συγκυρία (Μέρος 2ο)


μια παρένθεση

Με αφορμή σχόλια αναγνωστών που υπερασπίζονται το κύρος της υποτιθέμενης επιστήμης της οικονομίας - πριν προχωρήσουμε στο 2ο μέρος του κειμένου - παραθέτουμε ένα σύντομο σχόλιο για αυτό το ζήτημα:

Τα “οικονομικά” ως επιστήμη διαχειρίζονται έννοιες όπως “ανάπτυξη”, “παραγωγή”, “ανταγωνιστικότητα” “πρόοδος” και άλλες παρόμοιες με το περιεχόμενο που προσδίδει σε αυτές ο αστισμός. Δεν είναι έννοιες “επιστημονικά” ουδέτερες αλλά έχουν συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο. Δεν έχουν το ίδιο περιεχόμενο και για εκείνους που αγωνίζονται για ένα άλλο διαφορετικό κόσμο, με εκείνους που ενδιαφέρονται για την ευημερία του καπιταλισμού. Όταν διεκδικούμε την “ανάπτυξη” από την οπτική της αντικαπιταλιστικής προοπτικής, αναφερόμαστε σε κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που προσδιορίζεται ως “ανάπτυξη” από την την επιστήμη των “οικονομικών” και τους δείκτες που την καταγράφουν. Η δική μας “ανάπτυξη” δεν χωράει στους δείκτες της αστικής οικονομικής “επιστήμης”.

Ας σταθούμε σε μια έννοια που είναι από τις πιο συνηθισμένες στην οικονομική “επιστήμη”, το ΑΕΠ για να δείξουμε την ιδεολογική χρήση αυτού του όρου. Σε όσα “αριστερά” κείμενα λοιπόν αναφέρεται το ΑΕΠ, συνήθως χρησιμοποιείται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που το χρησιμοποιεί και ο αστισμός στην επιχειρηματολογία του: η χρήση του υπονοεί ότι η αύξηση του ΑΕΠ είναι δείκτης θετικός για την χώρα και κατά συνέπεια και τον κόσμο της εργασίας, ενώ η μείωσή του είναι αρνητικός δείκτης για την χώρα και επομένως και τον κόσμο της εργασίας.

Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως φαίνονται. Δυο χώρες που έχουν το ίδιο ΑΕΠ, το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων στην μία χώρα μπορεί να έχει τεράστιες διαφορές από την άλλη, γιατί αυτό προσδιορίζεται από το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης. Επίσης η άνοδος του ΑΕΠ δεν σημαίνει αναγκαστικά και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του κόσμου της εργασίας. Συνήθως, όταν αυξάνει το ΑΕΠ ο κόσμος της εργασίας δεν κερδίζει τίποτα, ενώ όταν μειώνεται χάνει πολλά...


(μέρος 2ο)

Β. Για τις χαμένες "πατρίδες" του κεφαλαίου...
Την εποχή της παγκοσμιοποίησης το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, ενώ έχει πατρίδα η εργατική δύναμη. Σε αυτή ακριβώς την διάκριση δομείται σήμερα ένας από τους πιο βασικούς μηχανισμούς επιβολής της κυριαρχίας του κεφαλαίου πάνω στην εργασία. Ας εξηγήσουμε σύντομα αυτή την θέση:

Όταν λέμε ότι το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, εννοούμε ότι συγκροτείται με τρόπο που διασφαλίζει μια υπερεθνική κυριαρχία πέρα από τα κρατικές/εθνικές δεσμεύσεις. Η συγκρότηση αυτή παρέχει την δυνατότητα στο κεφάλαιο να ασκεί την δική του αυτόνομη πολιτική, έξω από κρατικούς και διακρατικούς μηχανισμούς. Αντίθετα, η εργασία οργανώνεται κατεξοχήν εντός των εθνικών κοινωνικών σχηματισμών και εκεί αναμετράτε με τον αντίπαλο. Προφανώς οι κρατικοί και διακρατικοί μηχανισμοί, όπως η Ε.Ε, το ΔΝΤ, είναι μηχανισμοί στην υπηρεσία των συμφερόντων του κεφαλαίου. Το γεγονός και μόνο ότι στην πρόσφατη κρίση ΕΚΤ στήριξε τις τράπεζες με χαμηλά επιτόκια και άλλες διευκολύνσεις σε αντίθεση με την πολιτική που κρατάει απέναντι στην στήριξη κρατών με προβλήματα χρέους, αρκεί να αποκαλυφθεί ο χαρακτήρας της πολιτικής αυτών των μηχανισμών.

Ο νεοφιλελευθερισμός, η κυρίαρχη πολιτική του αστισμού στην Δύση μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού - όπως επιγραμματικά κωδικοποιείται ως η “κυριαρχία των νόμων της αγοράς” και το “λιγότερο κράτος” - σημαίνει, εκτός των άλλων,  μείωση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία και περιορισμό του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους στις ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το κεφάλαιο αποκτά την δυνατότητα να ασκεί πολιτική άμεσα και δεν περιμένει πως αυτή θα διαμεσολαβηθεί μέσω των κρατικών μηχανισμών.

Η πολιτική αυτή ασκείται μέσω των “αγορών”. Το ίδιο το χρηματοπιστωτικό σύστημα λοιπόν, χωρίς την παρέμβαση μηχανισμών όπως Ε.Ε., ΔΝΤ κλπ , επιβλέπει την ικανότητα αλλά και την αποφασιστικότητα με την οποία οι κυρίαρχες τάξεις κάθε εθνικού κοινωνικού σχηματισμού απορυθμίζουν την αγορά εργασίας και μειώνουν το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ, χειραγωγούν το συνδικαλιστικό κίνημα και εξασφαλίζουν την κοινωνική συναίνεση σε αυτές τις πολιτικές. Εάν οι «αγορές» εκτιμήσουν ότι οι συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα δεν διασφαλίζουν τις απαιτήσεις τους για το ποσοστό κέρδους ή ότι ο κόσμος της εργασίας εξεγείρεται και δεν συναινεί καρτερικά σε αυτές τις πολιτικές, τιμωρούν αυτή την χώρα με μαζική εκροή κεφαλαίων, με άνοδο των επιτοκίων και με όποιον άλλον τρόπο βρουν πρόσφορο Αυτή ακριβώς η λειτουργία των “αγορών” συγκροτεί ένα διακριτό μηχανισμό επιβολής της υπερεθνικής κυριαρχίας του κεφάλαιου επί της αγοράς της εργασίας, ο οποίος επιβάλει την πειθάρχηση του κόσμου της εργασίας στις απαιτήσεις της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας.

Θεωρούμε ότι η πολιτική σημασία αυτής της θέσης είναι σημαντική σε σχέση με τις προτάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης του χρέους της χώρας μας και τις εναλλακτικές πολιτικές που προτείνονται. Με δεδομένο ότι η ΕΚΤ δεν έχει το δικαίωμα να αγοράσει το χρέος των χωρών μελών, όπως έχει το δικαίωμα να δανείσει τις τράπεζες της ευρωζώνης με ιδιαίτερα χαμηλό επιτόκιο (1%), τα ευρωπαϊκά κράτη είναι αναγκασμένα να χρηματοδοτούν το χρέος τους από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Στην πραγματικότητα η Ε.Ε. κρατάει στάση Πόντιου Πιλάτου και ¨νίπτει τας χείρας της” παραδίδοντας την χώρα μας άμεσα στις αδηφάγες ορέξεις των αγορών που οδηγούν την χώρα στην χρεωκοπία, στερώντας της παράλληλα ένα μικρό προστατευτικό όπλο απέναντι σε αυτή την επίθεση. Αυτό το όπλο είναι η υποτίμηση του νομίσματος, η οποία δεν μπορεί να γίνει εφόσον η χώρα μας παραμένει στην ΟΝΕ. Όμως, δεν είναι ένα ισχυρό όπλο που μπορεί από μόνο του να βάλει φραγμό στην επιθετική πολιτική των “αγορών”. 
(συνεχίζεται...

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Οι " θέσεις" του Μετώπου Α-Α και η πολιτική συγκυρία (Μέρος 1ο)

Αντί προλόγου

Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή το σχέδιο πολιτικής απόφασης του ΜΑΑ, που δόθηκε στην δημοσιότητα την Τετάρτη, 16 Φεβρουαρίου 2011 με τον τίτλο: “ΕΝΝΙΑ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ ”. Θα ακολουθήσουν κι άλλα. Η προσπάθεια δεν εξαντλείται ως κριτική αυτών των 9 θέσεων. Στην πραγματικότητα αποβλέπει αλλού: Να προβάλλει και να αναδείξει μερικά ζητήματα που αφορούν την συγκρότηση της αριστεράς του 21ου αιώνα, ζητήματα που ούτως ή άλλως δεν μπορούν να απαντηθούν στο άμεσο μέλλον. Παρ' όλα αυτά έχουν καθοριστική σημασία για την πολιτική μας δράση. Έχει σημασία σήμερα να οριοθετηθούμε από πολιτικές πρακτικές του παρελθόντος που πρέπει να απορριφθούν, όπως και να εντοπίσουμε τις αβεβαιότητες και τα διλήμματα που προκύπτουν από κενά της επαναστατικής θεωρίας, κενά τα οποία διευρύνονται όλο και περισσότερο τις τελευταίες δεκαετίες.

Στηρίζουμε το Μέτωπο Αλληλεγγύης & Ανατροπής ως ένα πολύτιμο συμβάν στα πολιτικά δρώμενα της αριστεράς στην χώρας μας. Αυτό το συμβάν πυροδοτήθηκε εντός του χώρου του ΣΥΡΙΖΑ. Το στοίχημα σήμερα είναι αν μπορεί να υπάρξει ως διακριτή αλλά και αυτόνομη πολιτική οντότητα. Ήδη έχει διαπράξει ορισμένες υπερβάσεις, οι οποίες δεν οφείλονται σε θεωρητικές και πολιτικές επεξεργασίες, αλλά με την πράξη του, όπως αυτή αποτυπώνεται σε στάσεις και ρήξεις πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα που κρίθηκαν στο παρελθόν εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ.

Τα σχέδια προγραμμάτων και οι διακηρύξεις - όχι μόνον του ΜΑΑ, αλλά και των άλλων πολιτικών σχηματισμών της Αριστεράς - είτε πρόκειται για αναλυτικές και συστηματικές καταγραφές, όπως το ογκώδες πρόγραμμα του ΣΥΝασπισμού, είτε πρόκειται για απλή παράθεση σημείων όπως τα 10 σημεία του ΣΥΡΙΖΑ, είναι πίσω από τις πολιτικές απαιτήσεις της συγκυρίας. Απαιτήσεις που δεν εξαντλούνται στην αναζήτηση ενός εναλλακτικού προγράμματος διαχείρισης της κρίσης. Αυτή η ανεπάρκεια είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι επιμέρους κοινωνικές ομάδες στις οποίες συνήθως απευθύνονται αυτές οι προγραμματικές διακηρύξεις, παραμένουν αδιάφορες απέναντί τους.

Η πολιτική δράση στους κοινωνικούς χώρους δεν εμπεδώνεται μέσω προγραμματικών διακηρύξεων αλλά ως εσωτερικό ενέργημα στα κινήματα και στους μαζικούς αγώνες. Όμως, ο ίδιος ο χώρος της πολιτικής έχει την δική του αυτονομία και δεν συγκροτείται ως μια αντανάκλαση της κοινωνικής πραγματικότητας και των αντιθέσεων που την διαπερνούν.


Α. Οι σχέσεις της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας
Προκαταλήψεις και δοξασίες αποτελούν το γενεσιουργό στοιχείο των πολιτικών προτάσεων που επιχειρούν να διατυπώσουν πολιτικοί μηχανισμοί της Αριστεράς, όσο και αν οι ίδιοι επικαλούνται τον “επιστημονικό σοσιαλισμό” ή γενικότερα την “επιστήμη”. Την εποχή του ΓΑΠ, της τρόικας και του ΔΝΤ γινόμαστε μάρτυρες ενός ιδιότυπου “οικονομισμού” της Αριστεράς, όπου όλοι προσπαθούν να στηρίξουν τα πολιτικά τους επιχειρήματα σε οικονομικές αναλύσεις και στα πορίσματα της οικονομικής επιστήμης. 

Η λεγόμενη “οικονομική επιστήμη”, δεν είναι επιστήμη, αλλά ένα σύνολο τεχνικών που ετεροκαθορίζονται από ποικίλες ιδεοληψίες. Δεν είναι μάλιστα - ως επιστήμη - ιδιαίτερα χρήσιμη ούτε στην εξουσία, ούτε στο κεφάλαιο, αφού δεν μπορεί να κάνει ασφαλείς προβλέψεις, ούτε καν εντός βραχυπρόθεσμων χρονικών ορίων. Οι μαύρες τρύπες στην θεωρία και στην πολιτική της Αριστεράς δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να καλυφθούν από τα "φώτα" αυτής της υποτιθέμενης επιστήμης

Θα αναφερθούμε σε ένα απλό παράδειγμα για να δείξουμε πώς ιδεοληψίες και προκαταλήψεις επικαθορίζουν τον τρόπο σκέψης των οικονομολόγων. Πριν λίγο καιρό είχε τύχει μιας πλατιάς δημοσιοποίησης ένα άρθρο του Θ. ΜαριόληΚ. Παπουλή με τον τίτλο “ΤΑ ΔΙΑΠΛΑΝΗΤΙΚΑ ΧΡΕΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΙΣΤΕΡΟΙ ΤΟΥ ΣΕΙΡΙΟΥ” Η “Ίσκρα” μάλιστα έγραφε ότι αυτό το άρθρο:  “αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη ανάλυση η οποία θα πρέπει να προσμετρηθεί σοβαρά τόσο στις θεωρήσεις όσο και στις προτάσεις της Αριστεράς για το χρέος και την οικονομία”. 

Οι συγγραφείς ξεκινάνε με ένα ερώτημα:
Κάθε άνθρωπος, όμως, που δεν έχει χάσει τη λογική του αναρωτιέται: Αφού όλες, δήθεν, οι χώρες χρωστάνε, σε ποιον-ποιους χρωστάνε;” 

Ηλογική” που επικαλούνται στο ερώτημά τους οι συγγραφείς, παραπέμπει σε ένα σύστημα από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις αναφορικά με το κράτος και το κεφάλαιο και τις μεταξύ τους σχέσεις. Στο εσωτερικού αυτού του ιδεολογικού πλαισίου, η δυνατότητα να χρωστάνε όλες οι χώρες του πλανήτη φαίνεται παράλογη και εξωφρενική. 

Η απάντηση όμως στο ερώτημα που θέτουν, για όποιον έχει μια άλλη θεώρηση των πραγμάτων – έξω από το δικό τους σύστημα ιδεοληψιών - είναι εξίσου προφανής: 
- Χρωστάνε στο κεφάλαιο!

Ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεται η ερώτηση, υπαινίσσεται ότι  κεφάλαιο και κράτος έχουν συνάψει σε κάθε χώρα “εθνικό” γάμο, ανάλογο με  αυτόν που περιέγραφαν τα εγχειρίδια της ακαδημίας των επιστημών της ΕΣΣΔ, τον “κρατικομονοπωλιακό” καπιταλισμό στα μέσα του περασμένου αιώνα. Για τους σοβιετικούς επιστήμονες εκείνης της εποχής αυτός ο γάμος δομούσε μια ισχυρή και “αγία” οικογένεια. Θεωρούσαν ότι και στην Δύση, το κεφάλαιο διαπλέκεται με το κράτος όπως ακριβώς διαπλέκονται τα κομμουνιστικά κόμματα με τους κρατικούς μηχανισμούς των ανατολικών χωρών εκείνης της εποχής: Ταυτίζεται δηλαδή η πολιτική με την οικονομική εξουσία

Οι επιστήμονες αυτοί δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι η οικογενειακή σχέση του κράτους με το κεφάλαιο στην Δύση είναι πιο ελεύθερη απ' ότι στο δικό τους σύστημα! Ούτε βέβαια ήταν δυνατόν να περάσει από την φαντασία τους ότι κάποτε θα έφτανε η εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου και οι καλύτερες οικογένειες θα γίνονταν μέτοχοι μιας γενικευμένης παρτούζας....

Αν πράγματι στον πλανήτη υπήρχαν μόνον παρόμοιες ενάρετες οικογένειες – όπως αυτές που φαντάζονται οι συγγραφείς του άρθρου - τότε θα ήταν δικαιολογημένο το ερώτημα τους. Όμως το κεφάλαιο είναι άπιστο και συνάπτει εξωσυζυγικούς δεσμούς, και όπως λέει η παροιμία, “αλλού τρώει, αλλού πίνει, αλλού πάει και το δίνει”

Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Για να δείξουμε ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την σημερινή κρίση αν δεν έχουμε ορισμένες θέσεις για τον χαρακτήρα των αντιθέσεων που μαστίζουν το στρατόπεδο του αστισμού. Λαθεμένες αντιλήψεις που κουβαλάει από το παρελθόν η Αριστερά γίνονται σήμερα εμπόδιο στην ερμηνεία των πολιτικών διαχείρισης της κρίσης αλλά και των αντιθέσεων και αντιφάσεων που διαπερνούν αυτές τις πολιτικές. 

Η ταύτιση της πολιτικής με την οικονομική εξουσία όταν ως θεωρητικό κεκτημένο  χρησιμοποιείται σε ερμηνευτικά σχήματα της συγκυρίας οδηγεί σήμερα πολλές δυνάμεις της αριστεράς, σε προφανή πολιτικά αδιέξοδα. Οι σχηματικές αυτές αντιλήψεις αδυνατούν να ερμηνεύσουν τους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς και συγκρούσεις στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Μια παγκοσμιοποίηση που έγινε κάτω από τις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού. 

Πρόκειται για μια καπιταλιστική ολοκλήρωση που έγινε με την παραχώρηση ελευθεριών, δηλαδή «πολιτικών δικαιωμάτων» στο κεφάλαιο. Εξουσίες που άλλοτε είχαν κρατική ή διακρατική υπόσταση παραχωρούνται κυρίως στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και δημιουργείται πλέον μια νέα παγκόσμια «αστική τάξη» με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που «αυτονομείται» από κρατικές και διακρατικές συγκροτήσεις.
(συνεχίζεται...)

ΑΛΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ