Τον τελευταίο καιρό, με αφορμή την όξυνση των σχέσεων της χώρας μας με την Τουρκία, όξυνση που μπορεί να κορυφωθεί και με κάποιο «θερμό επεισόδιο», οι πολιτικοί χώροι της Αριστεράς αναζητούν τι στάση να κρατήσουν απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο. Έχουν μάθει να σκέφτονται με σχέδια και προγράμματα που φτάνουν μέχρι τον σοσιαλισμό, που ακουμπάνε τον κομμουνισμό. Γιαυτό συχνά αυτοκαταναλώνται στο πως να εντάξουν σε αυτά τις πολιτικές στάσεις που διαμορφώνουν, απέναντι σε παρόμοιες καταστάσεις.
Στην έγνοια τους να είναι συνεπείς με τον τρόπο που αντιλαμβάνονται την πολιτική τους δράση, καταλήγει συχνά στο να υποτιμουν της αλλαγές της συγκυρίας. Αλλαγές που δεν έχουν τόσο μεγάλο βάθος χρόνου όσο οι σχεδιασμοί τους, είναι όμως καθοριστικές για στους πραγματικούς όρους και στις συνθήκες που προσδιορίζουν αυτές τις καταστάσεις.
Πρώτα απ' όλλα, παραβλέπουν τις αλλαγές που έχουν σημειωθεί στην διεξαγωγή του πολέμου, ως πεδίο άσκησης κρατικής πολιτικής. Κάποιοι Αριστεροί δηλώνουν πρόθυμοι να σταθούν στο πλευρό της “πατρίδας” - δηλαδή του κράτους - για να διαφυλαχθεί η εδαφική του ακεραιότητα. Η προθυμία όμως της “πατριωτικής” Αριστεράς να ντυθεί στο χακι και να πολεμήσει για την “πατρίδα” δεν έχει πραγματικό αντίκρυσμα: Κανείς – εκτός από τους ακραίους εθνικιστές - δεν τους ζήτησε να κάνουν παρόμοιες δηλώσεις. Πολύ πιθανόν δεν θα χρειαστεί να πάρουν το ντουφέκι στο χέρι για να πολεμήσουν. Όχι γιατί αποκλείεται μια πολεμική σύραξη, αλλά γιατί το κράτος σήμερα δεν έχει ανάγκη για να τους στείλει στην “πρώτη γραμμή”, όπως το 40, για να πολεμήσουν...