Τότε, αυτή η αριστερά αυτοπροσδιοριζόταν ως “κομμουνιστική ανανέωση” και είχε ένα όνομα: ΚΚΕ εσωτερικού. Παρόλο ότι είχαν περάσει δέκα χρόνια από την διάσπαση του 68 και μερικοί από τους πρωτεργάτες της είχαν περιθωριοποιηθεί πολύ νωρίς, δεν είχαν εμπεδωθεί ακόμα τα σχέδια του Λεωνίδα Κύρκου για την αποκομμουνιστικοποίησή της. Ο Κύρκος και η παρέα του θέλανε από το 68 να κάνουν το ΚΚΕ εσ ...ΕΔΑ. Γι αυτό, το ’73, στην μεταπολίτευση, δεν ενδιαφέρθηκαν να κατοχυρώσουν τον τίτλο του κόμματος και την εφημερίδα. Τα χάρισαν στους “δογματικούς”. Τελικά, αφού πέρασαν αρκετά χρόνια, κατάφεραν να εκπληρώσουν τους στόχους τους με το παραπάνω: έκαναν το ΚΚΕ ...ΣΥΝ!
Το 1978 ήταν μια εποχή με έντονες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της κομμουνιστικής ανανέωσης, που οδήγησαν στην διαγραφή της Β' Πανελλαδικής. Θα πρέπει κάποτε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, ακόμα και τα πιο μικρά. Δεν ήταν “διάσπαση” όπως την αναφέρει στο άρθρο του ο Α. Μπαλτάς, αλλά “διαγραφή”, στην οποία πρωτοστάστησε ο Λ. Κύρκος. Όμως, ο Α. Μπαλτάς αποφεύγει να χρησιμοποιήσει την λέξη “διαγραφή” που ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα και την κομματική πρακτική εκείνης της εποχής, γιατί χαλάει την “εικόνα” που δομεί για την ανανεωτική αριστερά. Μια λεξούλα αρκεί για να ανατραπεί ο ισχυρισμός του ότι διαχρονικά συνεκτικά στοιχεία της ανανεωτικής αριστεράς είναι “η εσωκομματική δημοκρατία άνευ ορίων, η ελευθερία της έκφρασης και η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών προς πάσα κατεύθυνση, η ανοχή...” και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Όσο για τον Άγγελο Ελεφάντη, τότε, το 1978, δεν ήταν οργανωμένος σε αυτή την αριστερά! Το ΚΚΕ εσ. εκείνης της εποχής ήταν “μικρό” και “δεξιό” για τις απόψεις του. Πέρασαν πολλά ακόμα χρόνια για να γίνει μέλος αυτής της αριστεράς και να οργανωθεί στον ...“μεγάλο” και ...“αριστερό” ΣΥΝ. Ως διανοούμενος είχε την “αυτονομία” του, πολιτική και οργανωτική από τον χώρο της κομμουνιστικής ανανέωσης. Δεν είχε άμεση εμπλοκή στα “τρέχοντα” πολιτικά ζητήματα εκείνης της πολιτικής συγκυρίας που αφορούσαν σημαντικά ζητήματα της συγκρότησης αυτής της αριστεράς. Γι' αυτό, είχε την άνεση να μετράει την “ανανέωση” της Αριστεράς με ...δεκαετίες. Ακολουθώντας τα χνάρια του, ο Α. Μπαλτάς μετράει σήμερα την 5η δεκαετία αυτής της Αριστεράς...
Γιατί τα γράφουμε όλα αυτά; Επειδή πιστεύουμε ότι το μέλλον της αριστεράς δεν εγγράφεται στα ιδεολογήματα που κατασκευάζουν αριστεροί διανοούμενοι. Ο όρος “Ανανεωτική Αριστερά” εκφράζει μια πλαστή ταυτότητα που συσκοτίζει το παρόν. Και το χειρότερο απ' όλα, δεν μας παρέχει κανένα διαβατήριο για το μέλλον. Δεν σκοπεύουμε να κάνουμε παρέμβαση στην συζήτηση που έχει ανοίξει πρόσφατα με αφορμή το άρθρο “Αποδόμηση της Ανανεωτικής Αριστεράς” της Βάσως Κιντή που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ την 23-04-09. Ο Μπάμπης Γεωργούλας επανειλημμένα έχει ξεκαθαρίσει αυτά τα ζητήματα από τις στήλες της “εποχής”. Στο άρθρο του με τίτλο "Ας μην γίνει η ανανέωση μια νέα ορθοδοξία"διερωτάται:
- Ήταν ανανεωτικός ο τρόπος εκλογής της κεντρικής επιτροπής του ΚΚΕ Εσωτερικού λίγο πριν την πτώση της δικτατορίας;
- Ήταν ανανεωτικός ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος το 1976-78;
- Ήταν ανανεωτικές οι διαδικασίες αμφισβήτησης των αποφάσεων του 3ου συνεδρίου του ΚΚΕ Εσωτερικού;
- Ήταν δημοκρατικές και διάφανες οι αποφάσεις που μετέτρεψαν το ΚΚΕ Εσωτερικού σε ΕΑΡ;
- Ήταν ανανεωτική επιλογή η σύσταση του ενιαίου Συνασπισμού με τη συνεργασία ΕΑΡ και ΚΚΕ –και αν ναι, στη βάση ποιας ανανεωτικής πολιτικής έγινε η επιλογή αυτή;
- Ήταν μέσα στα πλαίσια της ανανεωτικής αντίληψης η συμμετοχή του ενιαίου Συνασπισμού στην κυβέρνηση Τζανετάκη σε συνεργασία με τη ΝΔ; Ή η συμμετοχή, κατόπιν, στην οικουμενική λεγόμενη κυβέρνηση Ζολώτα;
- Ήταν ανανεωτική επιλογή η υποψηφιότητα της Μαρίας Δαμανάκη στον δήμο της Αθήνας με τη συνεργασία του ΠΑΣΟΚ; Και, παλιότερα, ήταν ανανεωτική επιλογή η συνεργασία στον ίδιο δήμο, και σε πολλούς άλλους, με το ΠΑΣΟΚ με στόχο την ανάδειξη δικών στελεχών της τοπικής αυτοδιοίκησης;
- Ήταν ανανεωτική η πολιτική επιδίωξης με κάθε θυσία της συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και ο κυβερνητισμός; Και αν ναι, γιατί οδήγησε τόσα στελέχη της ανανεωτικής αριστεράς στην αγκαλιά ενός φθειρόμενου και διαφθειρόμενου κόμματος;
Δεν μας ενδιαφέρει να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, θέλουμε να τον αλλάξουμε. Από αυτή την θέση, το πιο πολύτιμο πράγμα που κουβαλάει η Αριστερά από το παρελθόν της είναι τα λάθη της. Οι “θετικές” κατακτήσεις δεν αρκούν να “φωτίσουν” τα ζητήματα που θέτει η συγκυρία. Ο Α. Μπαλτάς ακολουθεί άλλο δρόμο: Θεωρεί ότι τα θετικά στοιχεία αυτής της Αριστεράς σφραγίζουν το παρόν αλλά και το μέλλον της. Γιαυτό γίνεται ένας απλοϊκός απολογητής της, που αντιστρέφει την πραγματικότητα για να κρύψει την κυριαρχία της άλλης πλευράς. Γιαυτό, το άθλιο καθεστώς της ίντριγκας και του παραγοντισμού που προσδιορίζει την λειτουργία της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αναγκασμένος τελικά να το ονομάζει: “καθεστώς λειτουργικής ομοφωνίας”!....
Συνεπής σε αυτή την κατεύθυνση, ολοκληρώνει την σκέψη του κάτω από τον υπότιτλο “ΣΥΡΙΖΑ: η Ανανεωτική Αριστερά είτε θα είναι ριζοσπαστική είτε δεν θα υπάρχει”. Το έργο αυτό το έχουμε ξαναδεί. Όσοι έχουν παρακολουθήσει - έστω και από μακριά – την πορεία του Μετώπου Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΜΕΡΑ), θα διαπιστώσουν ότι ο δρόμος που ακολουθεί, θυμίζει τις πρακτικές ορισμένων ΝΑΡιτών, που και αυτοί θεωρούσαν ότι ο όρος “ριζοσπαστική” αριστερά συμπυκνώνει την πεμπτουσία των πολιτικών και των στρατηγικών τους επιλογών. Γιαυτό διατύπωναν ανάλογα διλήμματα: “Η Νέα Αριστερά, είτε θα είναι ριζοσπαστική είτε δεν θα υπάρχει”...
Δεν θέλουμε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει την τύχη του ΜΕΡΑ. Γιαυτό εναντιωνόμαστε στην ιδεολογικοποίηση της πολιτικής που επιχειρείται μέσα από αυτές τις πρακτικές προσέγγισης υπαρκτών πολιτικών προβλημάτων. Αυτές οι πρακτικές δεν προσφέρουν τίποτα στην επίλυσή τους, γιατί αναπαράγουν αδιέξοδες αντιθέσεις. Πολλά από τα πολιτικά ζητήματα που υπάρχουν, είναι απλά στην αντιμετώπισή τους: Δεν χρειάζεται κανένας να είναι “ριζοσπάστης” για να οριοθετηθεί από τον κυβερνητισμό και να μην γίνει κολαούζος του ΠΑΣΟΚ....
Όταν ξεκίνησε το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγματι θετικό γιατί περιείχε “επαναστάτες και ρεφορμιστές, τροτσκιστές και μαοϊκούς, σοσιαλιστές και ελευθεριακούς, φεμινίστριες και οικολόγους, ενταγμένους και ανένταχτους, συγκροτώντας ένα πολιτικό σχηματισμό τόσο μεγάλους εύρους”. Για το μέλλον του όμως αυτό δεν αρκεί! Το ζητούμενο είναι πως θα αφήσουμε αυτές τις ταυτότητες μας στην άκρη, όπως και τις αντιθέσεις που αναπαράγουν. Η διαλεκτική που θα γεννήσει το καινούργιο δεν θα είναι μια προσθετική πράξη των θετικών στοιχείων που κουβαλάει ο καθένας από το παρελθόν του. Επίσης, το εύρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν προσδιορίζεται από το μέγεθος της διαφορετικότητας αυτών που συμμετέχουν αλλά από την απήχηση που έχει στην κοινωνία.