Αναδημοσίευση από το antapocrisis.gr
του Νίκου Γαλάνη
Μετά το ελπιδοφόρο αποτέλεσμα στις 6 του Μάη, φαίνεται πολύ δύσκολο να εντοπίσει ο οποιοσδήποτε παρατηρητής τις συνεχείς αλλαγές στη διάθεση των μελών και οπαδών της αριστεράς. Η αισιοδοξία της νίκης εναλλάσσεται με τον φόβο και η αμηχανία με την απαισιοδοξία που δημιουργεί η δυσκολία της επόμενης μέρας.
Αυτό είναι καταρχήν αποδεκτό μιας και η αριστερά ήταν ο κομπάρσος σε ένα μακράς διάρκειας έργο που σκηνοθετούσε το σύστημα, ενώ τώρα μοιάζει να διεκδικεί όχι μόνο τη θέση του πρωταγωνιστή, αλλά και του σκηνοθέτη. Η σκέψη όσο κι αν είχε αποβληθεί για χρόνια επανέρχεται μαζί με τον θρίαμβο της πολιτικής και του συγκεκριμένου.
Την ίδια στιγμή διακρίνουμε βουτήγματα και
τσαλαβουτήματα στη θεωρία και προσφυγή στην ιστορία και την ιδεολογία.
Αλλά και ο λαός, αυτή η τρελή αλλά ωραία και καθοριστική μεταβλητή,
βρίσκεται μεταξύ αισιοδοξίας και αμηχανίας, μεταξύ απαισιοδοξίας και
θυμού, μεταξύ μικρών προσδοκιών και τεράστιων δυσκολιών κατανόησης και
γνώσης των δεδομένων, των συσχετισμών και των επερχόμενων σκληρών
αναμετρήσεων. Δύσκολοι, ωστόσο εξαιρετικοί καιροί …
Να αναγνωρίσουμε ότι επί του παρόντος υπάρχει ως βάσανος και πρόβλημα μια άλυτη, αλλά καθοριστική για την έκβαση του αγώνα αντίφαση. Από τη μια αναπτύσσεται διαρκώς ένα κοινωνικό ρεύμα δυσαρέσκειας σε μνημόνια-τρόικα-δικομματισμό, αλλά και προσδοκίας για αξιοπρεπή επιβίωση, καθώς και ανάτασης του εθνικού συναισθήματος. Αυτό το ρεύμα επέλεξε την εκλογική του έκφραση από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, είναι ορατά τα πολλαπλά ελλείμματα ωρίμανσης αυτού του «κοινωνικού φαινομένου». Ο βαθμός οργάνωσής του, οι λιγοστές συγκρουσιακές του εμπειρίες, ο τριαντάχρονος τραυματικός, αλλά καθοριστικός και ηγεμονεύων στη σκέψη και την ιδεολογία κατά συνέπεια και στις αξίες του, νεοφιλελευθερισμός και πάνω από όλα μια μεγάλη σύγχυση πάνω στα αποφασιστικά πολιτικά ζητήματα αιχμής και τριβής. Αυτά είναι καυτά θέματα που δεν μας επιτρέπουν να είμαστε εθελοντές αφελείς –και δυστυχώς επικίνδυνοι– και να πιστεύουμε ότι τη λύση θα τη δώσει ο ριζοσπαστισμός ή ο λαός, έτσι χωρίς σχέδιο, χωρίς οργάνωση, ιδεολογία, συγκρούσεις, σαν να μην υπολογίζουμε συνθήκες, συσχετισμούς, πιστεύοντας ότι οι αντίπαλοι θα κάτσουν να χάσουν(!!!).
Η ιστορία των κινημάτων και της αριστεράς έχει –μάλλον; – δείξει ότι χωρίς την αλλαγή της λαϊκής συνείδησης, χωρίς οργάνωση, χωρίς ενεργοποίηση δεν είναι εφικτές οι ανατροπές. Είναι ή όχι υπαρκτά, σοβαρά και λίαν καθοριστικά τα καθημερινά ερωτήματα που έχουν πλέον εκατομμύρια Έλληνες αλλά και αριστεροί; Ποιος είναι ο τρόπος διεξόδου, οικονομικά; Ποιος πολιτικά; Ποιες είναι οι αναπόφευκτες συγκρούσεις, σε ποια ζητήματα και ενάντια σε ποιους; Ποια βήματα και ποιες ταχτικές απαιτούνται; Ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο είναι σύμμαχες ή μπορούν να γίνουν και πώς; Η υπαρκτή δυσκολία απάντησης αυτών των ερωτημάτων δείχνει τον βαθμό προετοιμασίας τόσο του λαϊκού παράγοντα αλλά πολύ περισσότερο της αριστεράς. Δεν είναι καθόλου αστείο ότι υπάρχουν δυνάμεις στον ΣΥΝ αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ που εύχονται στις 17 του Ιούνη να είναι δεύτερο κόμμα, φοβούμενοι χρεοκοπίες, οικονομικό σφαγείο, πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς κ.ά, αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά ελλείμματα που αφορούν το καθοριστικό ζήτημα της προετοιμασίας. Διότι είναι γνωστό ότι ο ΣΥΝ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μαζικό κόμμα, δεν έχει οργανωτικούς ούτε ουσιαστικούς δεσμούς με τα λαϊκά και εργατικά στρώματα και τάξεις, συνυπολογίζοντας επιπλέον τη μικρή δυνατότητα λαϊκής κινητοποίησης που έχει. Επιπροσθέτως, γνωρίζοντας ότι ο ΣΥΝ είναι περισσότερο ομοσπονδία τάσεων και κόμμα στελεχών, ενώ στο κρίσιμο θέμα ΕΕ συνυπάρχουν διαφορετικές σχολές αλλά με την ηγεμονία του αριστερού ευρωπαϊσμού. Η ίδια αναλογικά –σε μικρότερη όμως κλίμακα– κατάσταση επικρατεί σήμερα και στο (ΣΥ)ΡΙΖΑ.
Όμως, αν πράγματι ανήκουμε στην αριστερά, αν πράγματι η όποια οργανωτική μας ένταξη δεν είναι αυτοσκοπός αλλά χρήσιμο εργαλείο για να αλλάξουμε τα πράγματα, δεν μπορούμε να αισθανόμαστε ευτυχείς και δικαιωμένοι –άκαπνοι και κατόπιν εορτής– είτε γιατί θα έχει ενσωματωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ είτε γιατί θα καταρρεύσει η λύση με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε είναι αριστερή ούτε –πολύ περισσότερο– πολιτική η ευχή και ο στόχος(;) «καλύτερα να βγούμε δεύτερο κόμμα». Στα μετέωρα βήματα του ΣΥΡΙΖΑ, στα επείγοντα ερωτήματα του κόσμου, στη σύγχυση, αλλά και στους σκληρούς εκβιασμούς που σπέρνονται, δεν πρέπει να είμαστε ούτε παρατηρητές ούτε αδιάφοροι.
Δεν είναι όμως σωστή μέθοδος η αυτολογοκρισία ούτε και η αποδοχή της λογοκρισίας για χάρη της εκλογικής ταχτικής («να μην φοβίσουμε τον κόσμο»). Αντίθετα, επείγει να δημιουργηθεί μια άλλη κατάσταση στην κοινωνία, ένα διαφορετικό πνεύμα, που να αποκαθιστά βασικές αξίες (συλλογικό, δημόσιο, υπευθυνοποίηση, αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια…) κόντρα με όλα τα στοιχεία που ενσωματώθηκαν επί τριάντα συναπτά έτη, εκμαυλίζοντας συνειδήσεις, και που στένεψαν τη σκέψη βάζοντας παντού μονόδρομους. Χρειάζεται –άμεσα και διαρκώς– να διαμορφώνεται ένα μαζικό συνειδητό ρεύμα που να έχει ισχυρές πεποιθήσεις, καθαρές στοχεύσεις και προσανατολισμούς, που να δουλεύει προσφεύγοντας και προετοιμάζοντας το πραγματικό κοινωνικό υποκείμενο που είναι ο λαός. Οι άστοχες ενέργειες, οι καιροσκοπισμοί, τα ακατανόητα και πολλαπλώς ερμηνεύσιμα έως και ενσωματώσιμα οικονομικά και πολιτικά σχέδια βοηθάνε τη σύγχυση, και πολλαπλασιάζουν την αναξιοπιστία. Σε τούτο το περιβάλλον του πληθωρισμού εκβιασμών και τρομοκρατίας που επιτείνουν την αμηχανία και τον φόβο, να προσέξουμε την πολιτική μας συμπεριφορά και μέθοδο. Να ιεραρχήσουμε σαν επείγον και μόνιμο το καθήκον της γενικής προετοιμασίας της αριστεράς και του λαού για να πραγματοποιηθούν οι σκληρές και αναγκαίες ρήξεις. Να δώσουμε χώρο στην αναζήτηση της αλήθειας αλλά και των τρόπων εκφώνησής της.
Υπάρχει σημείο τριβής, υπάρχει εργαλείο εκβιασμού από την ευρωπαϊκή και ντόπια μνημονιακή συμμορία; Σε ποιο ευαγγέλιο απαιτείται να γίνονται οι όρκοι και οι μετάνοιες της αυριανής κυβέρνησης; Από πού αρχίζουν και που δεν σταματάνε οι θυσίες του ελληνικού λαού; Γιατί η συζήτηση για το ευρώ και την ΕΕ θεωρείται ταμπού από τις κυρίαρχες δυνάμεις του ΣΥΝ, και δυστυχώς και από δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ; Είτε το θέλουμε είτε όχι (είναι ανεξάρτητο από τις βουλήσεις μας) το ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη είναι το κεντρικό «ιδεολογικό» και πολιτικό πρόβλημα πάνω στο οποίο θεμελιώνεται και αναπτύσσεται η τεράστια σύγχυση του ελληνικού λαού. Είναι άραγε τυχαίο; Καθόλου, γιατί τόσο η ΕΕ όσο και το πολιορκητικό της σύμβολο, το ευρώ, είναι πολιτικές επιλογές και όχι απλές οικονομικές κινήσεις και εργαλεία (αυτή η άποψη πάσχει από οικονομισμό), που αφορούν διεθνείς σχέσεις στα πλαίσια του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού αλλά και ταξικές σχέσεις στα πλαίσια της πάλης μεταξύ των δυνάμεων της εργασίας και του κεφάλαιου. Δεν είναι τυχαίο, γιατί υπάρχει μια διαμορφωμένη επί τριάντα χρόνια «κοινή» γνώμη στην Ελλάδα για το «ανήκομεν εις την δύσιν» και «είμαστε ευρωπαίοι». Αλλά ας αποδεχθούμε να «στρογγυλέψουμε» τα πράγματα και να αποφύγουμε την κρουστικότητα της άποψης της εξόδου από το ευρώ. Αυτό μας αναγκάζει να συμπαρατασσόμαστε με το μνημονιακό στρατόπεδο και να επιμένουμε πως υπάρχει λύση εντός του ευρώ; Για να μη φοβηθεί ο λαός; Ξεχνάμε την αναξιοπιστία όσων δήλωναν ότι υπάρχουν χρήματα; Δεν αποτελεί απόδειξη αναξιοπιστίας ότι αν βρεθούμε μπροστά στην αναπόφευκτη αντιπαράθεση πως κανένα μνημόνιο δεν καταργείται με τη χώρα εντός της ευρωζώνης; Τι θα κάνουμε και με ποια δύναμη και δυναμική, όταν θα έχει χαθεί το ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στο λαό και θα κινδυνεύουμε να βρεθούμε στο καλάθι των αναξιόπιστων; Παρόλο που φαίνεται πως η πλειοψηφία του ελληνικού λαού θέλει γενικά την παραμονή στην ευρωζώνη, ωστόσο το μεγαλύτερο κομμάτι της δεν επιθυμεί την με κάθε θυσία παραμονή. Αυτό που στην ουσία μας δείχνει το τελευταίο δημοσκοπικό εύρημα της MRΒ, είναι ότι η άποψη της παραμονής στην ευρωζώνη είναι ανατρέψιμη όταν θα γίνουν καθαρές οι ατομικές θυσίες και οι κοινωνικές χρεοκοπίες που απαιτούνται για την παραμονή. Αυτό που πρέπει να αναζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η υπόλοιπη αριστερά είναι η φροντίδα, η με αποδεικτικό λόγο και τρόπο απόκτηση γνώσης του ελληνικού λαού. Σε μια αναμέτρηση διαφορετικών στρατοπέδων, το στοιχείο της συνείδησης για το είδος της σύγκρουσης καθώς και της γνώσης τού ποιος είναι ο αντίπαλος έχει μεγάλη σημασία για την ανάδειξη του νικητή. Επείγει να ξεκαθαριστεί αν το ευρώ είναι η λύση ή το πρόβλημα για τον ελληνικό λαό και τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης. Όπως επείγει να ξεκαθαριστεί αν στην ουσία προσδοκούμε και περιμένουμε πρώτα μια πολιτική αλλαγή στην Ευρώπη για να αλλάξουν τα πράγματα –από άλλους δηλαδή– και στην Ελλάδα.
Είναι φανερό ότι το άρωμα αλλαγής της Ευρώπης προέρχεται μάλλον από την ελληνική φασολάδα και όχι από τα γαλλικά αρώματα του Ολάντ. Ενώ εμφανίζονται πιέσεις για ορισμένες αλλαγές, είναι ορατό ότι δεν υπάρχει ρεύμα πολιτικής ανατροπής στην Ευρώπη. Το «ευτυχές ατύχημα» των εκλογών του Μαϊου ανάγκασε το ευρωπαϊκό διευθυντήριο να φλυαρεί για αλλαγές και να υπόσχεται «καρότο» γιατί τρέμει την κατάρρευση του ευρώ και του συνολικού οικοδομήματός τους. Και αν δεν περνάει το καρότο χρησιμοποιούν το μαστίγιο εκβιάζοντας και τρομοκρατώντας με βάση –αλήθεια τι αντίφαση και ειρωνεία– το ευρώ. Αν το ατύχημα γίνει δυστύχημα γι’ αυτούς στις 17 του Ιούνη, τότε θα ανοιχτεί μια μεγάλη λεωφόρος για τους εργαζόμενους της Ευρώπης που θα οφείλεται στους πληβείους της Ελλάδας.
Σαν συμπέρασμα μπορούμε να κρατήσουμε ότι για την επόμενη μέρα που θα βρεθούμε αντιμέτωποι με πολλές και σφοδρές αναμετρήσεις και με σκληρούς αντιπάλους, απαιτείται η ετοιμασία και η συγκρότηση –συνειδησιακά και μετωπικά– των επικίνδυνων τάξεων και στρωμάτων.
Αυτή η διαδικασία πρέπει να αναπτυχθεί πάνω σε τρία τουλάχιστον βασικά θέματα:
1) Στη συνολική αντιπαράθεση με τις μνημονιακές δυνάμεις, τους εκπροσώπους τους και το πολιτικό σύστημα που σήμερα κάνει εμπόριο φόβου αλλά αύριο θα βγάλει όλα τα όπλα της κοινωνικής σύγκρουσης.
2) Στην αντιμετώπιση των συνεπειών που θα υπάρξουν από μια ενδεχόμενη ρήξη με την ευρωζώνη, διότι μια συνεπής αντιμνημονιακή γραμμή «προκαλεί» την έξοδο από την ευρωζώνη.
3) Στις πιθανές συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, στην απόκρουση των εκβιασμών και των πιθανών τυχοδιωκτισμών και εξωτερικών απειλών, αλλά και στην αντιμετώπιση της ναζιστικής Χρυσής Αυγής με στόχο τη συρρίκνωση τόσο της επιρροής της όσο και της δύναμής της.
Σε αυτά τι θα κάνει η αριστερά; Έχει σχέδιο; Θα αναλάβει τέτοια καθήκοντα; Θα προετοιμαστεί η ίδια και πώς; Θα πάρει υπόψη της ότι έτσι ή αλλιώς, είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόμμα, η αντιπαράθεση θα οξυνθεί, ότι το σύστημα εντός και εκτός θα ενεργοποιήσει όλα τα όπλα του, είτε για να εκφυλιστεί και ανακοπεί η αριστερή στροφή είτε για να απογοητευτεί και να πειθαρχηθεί ο λαός;
Εντός ΣΥΡΙΖΑ αλλά και εκτός ΣΥΡΙΖΑ είναι χρήσιμο να οικοδομηθεί άμεσα ένα διακριτό πολιτικό ρεύμα που να ενώνει και να ενώνεται πάνω στα τρία παραπάνω ζητήματα στηρίζοντάς τα. Πολιτικό ρεύμα που θα συμπαρατάσσει διαρκώς τις δυνάμεις της αριστεράς μέσα στους μαζικούς χώρους και μέσα στους σκληρούς και μακροχρόνιους αγώνες που έρχονται. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν βασικές διαφορές και εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επίσης γνωστό ότι σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς της αριστεράς υπάρχουν δυνάμεις που κατανοούν και συμφωνούν στα παραπάνω.
Αυτές οι δυνάμεις οφείλουν να βρουν τους τρόπους να περπατήσουν μαζί:
Πρώτον, στην κεντρική πολιτική σκηνή, όπου πέρα από τις ιδεολογικές και οργανωτικές μας εντάξεις, χρειάζεται η πολιτική στήριξη σε μια αριστερή μεταβατική κυβέρνηση, στις αντιμνημονιακές πολιτικές μάχες, αλλά και στην ανάγκη αγωνιστικής ενεργοποίησης του κόσμου, και δεν θα περιορίζεται στις μικρόψυχες κριτικές στα δευτερεύοντα.
Δεύτερον, μέσα στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα, καταρχάς διεκδικώντας την αλλαγή των συσχετισμών και την ανατροπή των υποταγμένων ηγεσιών, απαιτώντας ή στηρίζοντας ενεργητικά τον αγώνα για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων που επέβαλαν τα μνημόνια.
Τρίτον, μέσα στις γειτονιές και τους δήμους, ενεργοποιώντας ενωτικά όλα τα αριστερά προοδευτικά δημοτικά σχήματα και τα ζωντανά κύτταρα που εμφανίστηκαν μετά το κίνημα των πλατειών, βάζοντας ζητήματα τοπικής και περιφερειακής αντιεξουσίας, δημιουργώντας μέτωπο έμπρακτης αλληλεγγύης με τους άνεργους και τους μετανάστες.
Τέταρτον, στη νεολαία και στις προοδευτικές δυνάμεις του πολιτισμού, προσπαθώντας να ανακτηθούν και να κατακτηθούν ζητήματα της αριστερής ιδεολογίας, να αποκρουστεί η διάλυση της εκπαίδευσης, να γίνει η νεολαία πρωταγωνίστρια δύναμη κρούσης.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για ήσυχες συνειδήσεις. Δεν υπάρχουν επιλογές για «καθαρά» πράγματα. Δεν εγκλωβιζόμαστε μεταξύ επιθυμητού και εφικτού.
Στο «ή αυτοί ή εμείς», επιλέγουμε το «εμείς».
Να αναγνωρίσουμε ότι επί του παρόντος υπάρχει ως βάσανος και πρόβλημα μια άλυτη, αλλά καθοριστική για την έκβαση του αγώνα αντίφαση. Από τη μια αναπτύσσεται διαρκώς ένα κοινωνικό ρεύμα δυσαρέσκειας σε μνημόνια-τρόικα-δικομματισμό, αλλά και προσδοκίας για αξιοπρεπή επιβίωση, καθώς και ανάτασης του εθνικού συναισθήματος. Αυτό το ρεύμα επέλεξε την εκλογική του έκφραση από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, είναι ορατά τα πολλαπλά ελλείμματα ωρίμανσης αυτού του «κοινωνικού φαινομένου». Ο βαθμός οργάνωσής του, οι λιγοστές συγκρουσιακές του εμπειρίες, ο τριαντάχρονος τραυματικός, αλλά καθοριστικός και ηγεμονεύων στη σκέψη και την ιδεολογία κατά συνέπεια και στις αξίες του, νεοφιλελευθερισμός και πάνω από όλα μια μεγάλη σύγχυση πάνω στα αποφασιστικά πολιτικά ζητήματα αιχμής και τριβής. Αυτά είναι καυτά θέματα που δεν μας επιτρέπουν να είμαστε εθελοντές αφελείς –και δυστυχώς επικίνδυνοι– και να πιστεύουμε ότι τη λύση θα τη δώσει ο ριζοσπαστισμός ή ο λαός, έτσι χωρίς σχέδιο, χωρίς οργάνωση, ιδεολογία, συγκρούσεις, σαν να μην υπολογίζουμε συνθήκες, συσχετισμούς, πιστεύοντας ότι οι αντίπαλοι θα κάτσουν να χάσουν(!!!).
Η ιστορία των κινημάτων και της αριστεράς έχει –μάλλον; – δείξει ότι χωρίς την αλλαγή της λαϊκής συνείδησης, χωρίς οργάνωση, χωρίς ενεργοποίηση δεν είναι εφικτές οι ανατροπές. Είναι ή όχι υπαρκτά, σοβαρά και λίαν καθοριστικά τα καθημερινά ερωτήματα που έχουν πλέον εκατομμύρια Έλληνες αλλά και αριστεροί; Ποιος είναι ο τρόπος διεξόδου, οικονομικά; Ποιος πολιτικά; Ποιες είναι οι αναπόφευκτες συγκρούσεις, σε ποια ζητήματα και ενάντια σε ποιους; Ποια βήματα και ποιες ταχτικές απαιτούνται; Ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο είναι σύμμαχες ή μπορούν να γίνουν και πώς; Η υπαρκτή δυσκολία απάντησης αυτών των ερωτημάτων δείχνει τον βαθμό προετοιμασίας τόσο του λαϊκού παράγοντα αλλά πολύ περισσότερο της αριστεράς. Δεν είναι καθόλου αστείο ότι υπάρχουν δυνάμεις στον ΣΥΝ αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ που εύχονται στις 17 του Ιούνη να είναι δεύτερο κόμμα, φοβούμενοι χρεοκοπίες, οικονομικό σφαγείο, πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς κ.ά, αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά ελλείμματα που αφορούν το καθοριστικό ζήτημα της προετοιμασίας. Διότι είναι γνωστό ότι ο ΣΥΝ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μαζικό κόμμα, δεν έχει οργανωτικούς ούτε ουσιαστικούς δεσμούς με τα λαϊκά και εργατικά στρώματα και τάξεις, συνυπολογίζοντας επιπλέον τη μικρή δυνατότητα λαϊκής κινητοποίησης που έχει. Επιπροσθέτως, γνωρίζοντας ότι ο ΣΥΝ είναι περισσότερο ομοσπονδία τάσεων και κόμμα στελεχών, ενώ στο κρίσιμο θέμα ΕΕ συνυπάρχουν διαφορετικές σχολές αλλά με την ηγεμονία του αριστερού ευρωπαϊσμού. Η ίδια αναλογικά –σε μικρότερη όμως κλίμακα– κατάσταση επικρατεί σήμερα και στο (ΣΥ)ΡΙΖΑ.
Όμως, αν πράγματι ανήκουμε στην αριστερά, αν πράγματι η όποια οργανωτική μας ένταξη δεν είναι αυτοσκοπός αλλά χρήσιμο εργαλείο για να αλλάξουμε τα πράγματα, δεν μπορούμε να αισθανόμαστε ευτυχείς και δικαιωμένοι –άκαπνοι και κατόπιν εορτής– είτε γιατί θα έχει ενσωματωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ είτε γιατί θα καταρρεύσει η λύση με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε είναι αριστερή ούτε –πολύ περισσότερο– πολιτική η ευχή και ο στόχος(;) «καλύτερα να βγούμε δεύτερο κόμμα». Στα μετέωρα βήματα του ΣΥΡΙΖΑ, στα επείγοντα ερωτήματα του κόσμου, στη σύγχυση, αλλά και στους σκληρούς εκβιασμούς που σπέρνονται, δεν πρέπει να είμαστε ούτε παρατηρητές ούτε αδιάφοροι.
Δεν είναι όμως σωστή μέθοδος η αυτολογοκρισία ούτε και η αποδοχή της λογοκρισίας για χάρη της εκλογικής ταχτικής («να μην φοβίσουμε τον κόσμο»). Αντίθετα, επείγει να δημιουργηθεί μια άλλη κατάσταση στην κοινωνία, ένα διαφορετικό πνεύμα, που να αποκαθιστά βασικές αξίες (συλλογικό, δημόσιο, υπευθυνοποίηση, αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια…) κόντρα με όλα τα στοιχεία που ενσωματώθηκαν επί τριάντα συναπτά έτη, εκμαυλίζοντας συνειδήσεις, και που στένεψαν τη σκέψη βάζοντας παντού μονόδρομους. Χρειάζεται –άμεσα και διαρκώς– να διαμορφώνεται ένα μαζικό συνειδητό ρεύμα που να έχει ισχυρές πεποιθήσεις, καθαρές στοχεύσεις και προσανατολισμούς, που να δουλεύει προσφεύγοντας και προετοιμάζοντας το πραγματικό κοινωνικό υποκείμενο που είναι ο λαός. Οι άστοχες ενέργειες, οι καιροσκοπισμοί, τα ακατανόητα και πολλαπλώς ερμηνεύσιμα έως και ενσωματώσιμα οικονομικά και πολιτικά σχέδια βοηθάνε τη σύγχυση, και πολλαπλασιάζουν την αναξιοπιστία. Σε τούτο το περιβάλλον του πληθωρισμού εκβιασμών και τρομοκρατίας που επιτείνουν την αμηχανία και τον φόβο, να προσέξουμε την πολιτική μας συμπεριφορά και μέθοδο. Να ιεραρχήσουμε σαν επείγον και μόνιμο το καθήκον της γενικής προετοιμασίας της αριστεράς και του λαού για να πραγματοποιηθούν οι σκληρές και αναγκαίες ρήξεις. Να δώσουμε χώρο στην αναζήτηση της αλήθειας αλλά και των τρόπων εκφώνησής της.
Υπάρχει σημείο τριβής, υπάρχει εργαλείο εκβιασμού από την ευρωπαϊκή και ντόπια μνημονιακή συμμορία; Σε ποιο ευαγγέλιο απαιτείται να γίνονται οι όρκοι και οι μετάνοιες της αυριανής κυβέρνησης; Από πού αρχίζουν και που δεν σταματάνε οι θυσίες του ελληνικού λαού; Γιατί η συζήτηση για το ευρώ και την ΕΕ θεωρείται ταμπού από τις κυρίαρχες δυνάμεις του ΣΥΝ, και δυστυχώς και από δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ; Είτε το θέλουμε είτε όχι (είναι ανεξάρτητο από τις βουλήσεις μας) το ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη είναι το κεντρικό «ιδεολογικό» και πολιτικό πρόβλημα πάνω στο οποίο θεμελιώνεται και αναπτύσσεται η τεράστια σύγχυση του ελληνικού λαού. Είναι άραγε τυχαίο; Καθόλου, γιατί τόσο η ΕΕ όσο και το πολιορκητικό της σύμβολο, το ευρώ, είναι πολιτικές επιλογές και όχι απλές οικονομικές κινήσεις και εργαλεία (αυτή η άποψη πάσχει από οικονομισμό), που αφορούν διεθνείς σχέσεις στα πλαίσια του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού αλλά και ταξικές σχέσεις στα πλαίσια της πάλης μεταξύ των δυνάμεων της εργασίας και του κεφάλαιου. Δεν είναι τυχαίο, γιατί υπάρχει μια διαμορφωμένη επί τριάντα χρόνια «κοινή» γνώμη στην Ελλάδα για το «ανήκομεν εις την δύσιν» και «είμαστε ευρωπαίοι». Αλλά ας αποδεχθούμε να «στρογγυλέψουμε» τα πράγματα και να αποφύγουμε την κρουστικότητα της άποψης της εξόδου από το ευρώ. Αυτό μας αναγκάζει να συμπαρατασσόμαστε με το μνημονιακό στρατόπεδο και να επιμένουμε πως υπάρχει λύση εντός του ευρώ; Για να μη φοβηθεί ο λαός; Ξεχνάμε την αναξιοπιστία όσων δήλωναν ότι υπάρχουν χρήματα; Δεν αποτελεί απόδειξη αναξιοπιστίας ότι αν βρεθούμε μπροστά στην αναπόφευκτη αντιπαράθεση πως κανένα μνημόνιο δεν καταργείται με τη χώρα εντός της ευρωζώνης; Τι θα κάνουμε και με ποια δύναμη και δυναμική, όταν θα έχει χαθεί το ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στο λαό και θα κινδυνεύουμε να βρεθούμε στο καλάθι των αναξιόπιστων; Παρόλο που φαίνεται πως η πλειοψηφία του ελληνικού λαού θέλει γενικά την παραμονή στην ευρωζώνη, ωστόσο το μεγαλύτερο κομμάτι της δεν επιθυμεί την με κάθε θυσία παραμονή. Αυτό που στην ουσία μας δείχνει το τελευταίο δημοσκοπικό εύρημα της MRΒ, είναι ότι η άποψη της παραμονής στην ευρωζώνη είναι ανατρέψιμη όταν θα γίνουν καθαρές οι ατομικές θυσίες και οι κοινωνικές χρεοκοπίες που απαιτούνται για την παραμονή. Αυτό που πρέπει να αναζητήσει ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η υπόλοιπη αριστερά είναι η φροντίδα, η με αποδεικτικό λόγο και τρόπο απόκτηση γνώσης του ελληνικού λαού. Σε μια αναμέτρηση διαφορετικών στρατοπέδων, το στοιχείο της συνείδησης για το είδος της σύγκρουσης καθώς και της γνώσης τού ποιος είναι ο αντίπαλος έχει μεγάλη σημασία για την ανάδειξη του νικητή. Επείγει να ξεκαθαριστεί αν το ευρώ είναι η λύση ή το πρόβλημα για τον ελληνικό λαό και τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης. Όπως επείγει να ξεκαθαριστεί αν στην ουσία προσδοκούμε και περιμένουμε πρώτα μια πολιτική αλλαγή στην Ευρώπη για να αλλάξουν τα πράγματα –από άλλους δηλαδή– και στην Ελλάδα.
Είναι φανερό ότι το άρωμα αλλαγής της Ευρώπης προέρχεται μάλλον από την ελληνική φασολάδα και όχι από τα γαλλικά αρώματα του Ολάντ. Ενώ εμφανίζονται πιέσεις για ορισμένες αλλαγές, είναι ορατό ότι δεν υπάρχει ρεύμα πολιτικής ανατροπής στην Ευρώπη. Το «ευτυχές ατύχημα» των εκλογών του Μαϊου ανάγκασε το ευρωπαϊκό διευθυντήριο να φλυαρεί για αλλαγές και να υπόσχεται «καρότο» γιατί τρέμει την κατάρρευση του ευρώ και του συνολικού οικοδομήματός τους. Και αν δεν περνάει το καρότο χρησιμοποιούν το μαστίγιο εκβιάζοντας και τρομοκρατώντας με βάση –αλήθεια τι αντίφαση και ειρωνεία– το ευρώ. Αν το ατύχημα γίνει δυστύχημα γι’ αυτούς στις 17 του Ιούνη, τότε θα ανοιχτεί μια μεγάλη λεωφόρος για τους εργαζόμενους της Ευρώπης που θα οφείλεται στους πληβείους της Ελλάδας.
Σαν συμπέρασμα μπορούμε να κρατήσουμε ότι για την επόμενη μέρα που θα βρεθούμε αντιμέτωποι με πολλές και σφοδρές αναμετρήσεις και με σκληρούς αντιπάλους, απαιτείται η ετοιμασία και η συγκρότηση –συνειδησιακά και μετωπικά– των επικίνδυνων τάξεων και στρωμάτων.
Αυτή η διαδικασία πρέπει να αναπτυχθεί πάνω σε τρία τουλάχιστον βασικά θέματα:
1) Στη συνολική αντιπαράθεση με τις μνημονιακές δυνάμεις, τους εκπροσώπους τους και το πολιτικό σύστημα που σήμερα κάνει εμπόριο φόβου αλλά αύριο θα βγάλει όλα τα όπλα της κοινωνικής σύγκρουσης.
2) Στην αντιμετώπιση των συνεπειών που θα υπάρξουν από μια ενδεχόμενη ρήξη με την ευρωζώνη, διότι μια συνεπής αντιμνημονιακή γραμμή «προκαλεί» την έξοδο από την ευρωζώνη.
3) Στις πιθανές συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, στην απόκρουση των εκβιασμών και των πιθανών τυχοδιωκτισμών και εξωτερικών απειλών, αλλά και στην αντιμετώπιση της ναζιστικής Χρυσής Αυγής με στόχο τη συρρίκνωση τόσο της επιρροής της όσο και της δύναμής της.
Σε αυτά τι θα κάνει η αριστερά; Έχει σχέδιο; Θα αναλάβει τέτοια καθήκοντα; Θα προετοιμαστεί η ίδια και πώς; Θα πάρει υπόψη της ότι έτσι ή αλλιώς, είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο κόμμα, η αντιπαράθεση θα οξυνθεί, ότι το σύστημα εντός και εκτός θα ενεργοποιήσει όλα τα όπλα του, είτε για να εκφυλιστεί και ανακοπεί η αριστερή στροφή είτε για να απογοητευτεί και να πειθαρχηθεί ο λαός;
Εντός ΣΥΡΙΖΑ αλλά και εκτός ΣΥΡΙΖΑ είναι χρήσιμο να οικοδομηθεί άμεσα ένα διακριτό πολιτικό ρεύμα που να ενώνει και να ενώνεται πάνω στα τρία παραπάνω ζητήματα στηρίζοντάς τα. Πολιτικό ρεύμα που θα συμπαρατάσσει διαρκώς τις δυνάμεις της αριστεράς μέσα στους μαζικούς χώρους και μέσα στους σκληρούς και μακροχρόνιους αγώνες που έρχονται. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν βασικές διαφορές και εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Είναι επίσης γνωστό ότι σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς της αριστεράς υπάρχουν δυνάμεις που κατανοούν και συμφωνούν στα παραπάνω.
Αυτές οι δυνάμεις οφείλουν να βρουν τους τρόπους να περπατήσουν μαζί:
Πρώτον, στην κεντρική πολιτική σκηνή, όπου πέρα από τις ιδεολογικές και οργανωτικές μας εντάξεις, χρειάζεται η πολιτική στήριξη σε μια αριστερή μεταβατική κυβέρνηση, στις αντιμνημονιακές πολιτικές μάχες, αλλά και στην ανάγκη αγωνιστικής ενεργοποίησης του κόσμου, και δεν θα περιορίζεται στις μικρόψυχες κριτικές στα δευτερεύοντα.
Δεύτερον, μέσα στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα, καταρχάς διεκδικώντας την αλλαγή των συσχετισμών και την ανατροπή των υποταγμένων ηγεσιών, απαιτώντας ή στηρίζοντας ενεργητικά τον αγώνα για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων που επέβαλαν τα μνημόνια.
Τρίτον, μέσα στις γειτονιές και τους δήμους, ενεργοποιώντας ενωτικά όλα τα αριστερά προοδευτικά δημοτικά σχήματα και τα ζωντανά κύτταρα που εμφανίστηκαν μετά το κίνημα των πλατειών, βάζοντας ζητήματα τοπικής και περιφερειακής αντιεξουσίας, δημιουργώντας μέτωπο έμπρακτης αλληλεγγύης με τους άνεργους και τους μετανάστες.
Τέταρτον, στη νεολαία και στις προοδευτικές δυνάμεις του πολιτισμού, προσπαθώντας να ανακτηθούν και να κατακτηθούν ζητήματα της αριστερής ιδεολογίας, να αποκρουστεί η διάλυση της εκπαίδευσης, να γίνει η νεολαία πρωταγωνίστρια δύναμη κρούσης.
Δεν υπάρχουν περιθώρια για ήσυχες συνειδήσεις. Δεν υπάρχουν επιλογές για «καθαρά» πράγματα. Δεν εγκλωβιζόμαστε μεταξύ επιθυμητού και εφικτού.
Στο «ή αυτοί ή εμείς», επιλέγουμε το «εμείς».
1. Πριν και από το "Πρώτον" είναι το σημείο "Μηδέν". Και το "Μηδέν" είναι η ΣΤΗΡΙΞΗ και η ΣΥΣΤΡΑΤΕΥΣΗ στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν γίνεται να πατάς με το ένα πόδι στο ΚΚΕ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το άλλο στον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, γιατί ακολουθούν αποκλίνουσες πορείες.
ΑπάντησηΔιαγραφή2. Το πρόβλημα της ανεπάρκειας της Αριστεράς για να κυβερνήσει δεν είναι στο θέμα της "γραμμής για το ευρώ και την ΕΕ". Έχει άλλα ουσιαστικά ζητήματα όπως με την δημοκρατία και την έλλειψη εμπιστοσύνης στον λαϊκό παράγοντα, με τους αστικούς μύθους της καπιταλιστικής ανάπτυξης που αναπαράγει στο εσωτερικό της, ζητήματα που δεν μπορούν να την απεξαρτήσουν από τις στρατηγικές επιλογές του αστισμού.
Αυτό που ονομάζει ο Γαλάνης "διακριτό πολιτικό ρεύμα" δεν είναι τίποτα άλλο από αυτό που εκφράζει η παρέα του Λαφαζάνη στον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και ένα κομμάτι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν είναι τίποτα άλλο από ένα άλλο προσωπείο του ΚΚΕ. Ευχαριστούμε αλλά δεν θα πάρουμε!....
Ο Γαλάνης αυτά λέει, αλλά οι φίλοι του στο ΜΜΑ αυτά έχουν κάνει σημαία τους:
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ΕΕ στα κόμματα εξουσίας...αλλά και στην κυβέρνηση της Αριστεράς!
Η φασολάδα και τα γαλλικά αρώματα... Ο λαός, αυτή η τρελή κι ωραία μεταβλητή! Αφού δεν του βγαίνει το ποιητικό γιατί επιμένει;
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως θέλει πολύ θράσος να ψηφίζεις ΑΝΤΑΡΣΥΑ και μετά να κάνεις μαθήματα πως θα συμπεριφερθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και κριτική σε όσους είναι στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν θέλουν να βγουν πρώτοι. Δεν μας λέει αν αυτή τη φορά θα τον ψηφίσει να βγει πρώτος!
Εκτός κι αν είναι μυστική η ψήφος οπότε πλέον απλά και επισήμως πλέον δεν είσαι πολιτικό πρόσωπο αλλά σχολιαστής και ανταποκριτής.
Όλα τα λεφτά είναι το σκιτσάκι. Ένα κόκκινο ανθρωπάκι σε υπερυψωμένο βάθρο κουνάει το δάχτυλο και βάζει καθήκοντα στη "μάζα".
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην "τρελή και ωραία" μεταβλητή (!) που έκανε την ανατροπή της 6η Μάη όταν κάποιοι εκλιπαρούσαν να γίνουν ο αστερίσκος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τρώγοντας τελικά πόρτα...
Άτομα από την ομάδα που έφυγε από την ΚΟΕ ξέρω που δεν ήθελαν καθόλου ΣΥΡΙΖΑ, έλεγαν ότι είναι κόμμα του ευρώ και έχουν ψηφίσει ΚΚΕ και άλλα ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Τώρα κάποια που ψήφισαν ΚΚΕ λένε δεν θέλουν καθόλου ΣΥΡΙΖΑ και θα ψηφίσουν ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Άτομα που είχαν ψηφίσει ΑΝΤΑΡΣΥΑ τώρα λένε ΣΥΡΙΖΑ αν και είναι με το ευρώ. Ξέρει κανείς τελικά τι ισχύει;
ΑπάντησηΔιαγραφή