του Γιώργου Καλαντζόπουλου
Ο καθένας έχει το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζεται ως πολιτικός εκφραστής των ιστορικών καθηκόντων της εργατικής τάξης, έχει δικαίωμα να καταλαβαίνει ότι θέλει και να δηλώνει ότι θέλει. Όμως η ταξική πάλη είναι σκληρή και δύσκολα ξεμπερδεύει κανείς μαζί της. Από την στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε “εφαψίας” της κυβερνητικής εξουσίας, αναβαθμίστηκε και η θέση του σε σχέση με την ταξική πάλη με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε πεδίο έντονων συγκρούσεων και ανακατατάξεων. Όμως δεν αναβαθμίστηκε ούτε η θέση ούτε η δυναμική του λαϊκού παράγοντα στο εσωτερικό του και οι υπάρχοντες μηχανισμοί ανέλαβαν να διαχειριστούν την νέα κατάσταση. Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι μπορούν να το πράξουν, ενώ οι ενδείξεις που συνηγορούν για το αντίθετο είναι αρκετές. Ακόμα - είναι γνωστό από παλιά - ότι όταν “ακουμπάς” το κράτος, φροντίζει και αυτό να σε ακουμπήσει. Προεκλογικά, στην υπόθεση Σαμπιχά σημειώθηκε ένα τέτοιο άγγιγμα από το «βαθύ κράτος»...
1. Η ανάδειξη ταξικού επίδικου
Αν λοιπόν θέλουμε να αντιληφθούμε τον χαρακτήρα αλλά και τα όρια της συζήτησης που άνοιξε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές του Μάη, θα πρέπει να διαχωρίσουμε το επίδικο της ταξικής πάλης, από τα επίδικα της εσωκομματικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Επίδικα τα οποία συσκοτίζονται εκτός των άλλων και από την μικροπολιτική φατριαστικών αντιπαραθέσεων. Η διάκριση αυτή είναι σημαντική: Οι κυρίαρχες αντιλήψεις στην Αριστερά ιδεολογικοποιώντας τις υπαρκτές (φανερές και κρυφές) σχέσεις ανάμεσα σε αυτά τα διακριτά επίδικα, αμφισβητούν την ύπαρξη του ταξικού, μέσω της υποταγής του στο πολιτικό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το σύνολο των πολιτικών σχηματισμών της Αριστεράς, θεωρεί δεδομένο τον ρόλο του στην ταξική πάλη. Η ιστορία τον έγραψε με το ίδιο το χεράκι της. Όποιος έχει αμφιβολίες ή αμφισβητεί αυτό τον ρόλο, παραπέμπεται για τα περαιτέρω στις ... “προγραμματικές διακηρύξεις”: Εκεί συμπυκνώνεται η μακρόχρονη εμπειρία ταξικών αγώνων και η θεωρητική τους αποκρυστάλλωση.
Η ιστορία είναι πανταχού παρούσα, όπως ο Θεός. Δεν παρέδωσε μόνον τις “δέκα εντολές”, αλλά παρακολουθεί την πιστή τήρηση και την εφαρμογή τους: Γιαυτό σε κάθε συγκυρία τα πολιτικά υποκείμενα που τις παραλαμβάνουν, εγκαλούνται ως προς την “αποτελεσματικότητα” και την “συνέπεια”, τόσο της πολιτικής γραμμής που χαράσσουν, όσο και των πολιτικών σχεδίων που εκπονούν. Αυτός σχηματικά είναι ο “ιδεολογικός μηχανισμός” των πολιτικών σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς, στους οποίους ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναδεικνύει τα πολιτικά επίδικα, προσδιορίζει τα πλαίσια διαλόγου και θέτει τα όρια της εσωκομματικής διαπάλης: Το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια” είναι ένα κλειστό σύστημα αξιολόγησης (εμπεριέχει και “διαλεκτική” για την αυτοϊκανοποίηση των μαρξιστών), το οποίο ταξινομεί την πολιτική διάκριση των απόψεων ανάμεσα σε “δεξιές” (κυριαρχία της αποτελεσματικότητας) και “αριστερές” (κυριαρχία της συνέπειας), αλλά εξασφαλίζει και τις συνθήκες συνύπαρξής τους και τους όρους αναπαραγωγής του κομματικού μηχανισμού (υπηρέτες των ίδιων ιστορικών καθηκόντων).