Αναδημοσίευση από το "protagon.gr"
του Δημοσθένη Κούρτοβικ
«Η Μακεδονία ανήκει σε αυτόν που θα την πάρει». Το είπε ο Ελευθέριος Βενιζέλος την παραμονή του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Μερικοί θα μιλήσουν για έκφραση ιμπεριαλιστικού κυνισμού. Στην πραγματικότητα όμως η δήλωση θύμιζε μάλλον την αποφασιστικότητα ενός μνηστήρα απέναντι σε μια περιζήτητη νύφη με μπερδεμένα αισθήματα. Ο ιδιοφυής πολιτικός ηγέτης αντιλαμβανόταν ότι η Μακεδονία ήταν ένας εθνικά αδιαμόρφωτος χώρος, κατοικημένος από μια πανσπερμία προνεωτερικών πληθυσμών, που κατά το πλείστο είχαν ανύπαρκτη ή, το πολύ, ρευστή εθνική ταυτότητα. Για την (ιστορικά αναπότρεπτη) μετάβασή του στην εποχή των εθνικών κρατών υπήρχε οξύτατος ανταγωνισμός μεταξύ των γειτόνων και τελικά, χάρη στη διορατικότητα και τη διπλωματική ευελιξία του Βενιζέλου, πιο κερδισμένοι βγήκαμε εμείς. Πολύ σύντομα, με τις ανταλλαγές πληθυσμών του 1919 (Συνθήκη του Νεϊγύ) και του 1923 (Συνθήκη της Λωζάνης) το κομμάτι της Μακεδονίας που είχε περιέλθει στην Ελλάδα έγινε και ουσιαστικά ελληνικό, δηλαδή εθνικά ομοιογενές.
Αυτά είναι τα γεγονότα, ιδωμένα ψύχραιμα και ρεαλιστικά. Αν πριν από είκοσι πέντε χρόνια είχαμε στηρίξει την επιχειρηματολογία μας για το θέμα του ονόματος σε μια τέτοια, κατανοητή από όλο τον κόσμο βάση και όχι σε επικολυρικές κορόνες για Μεγαλέξανδρους και προαιώνια ιστορικά δικαιώματα, θα είχαμε γίνει πειστικοί και θα είχαμε ξεσκεπάσει στη διεθνή κοινότητα ως αναχρονιστικό και ανεδαφικό τον αλυτρωτισμό του «κρατιδίου», αντί να θεωρηθούμε εμείς αναχρονιστικοί και ανεδαφικοί. Θα είχαμε πετύχει μια σύνθετη ονομασία όχι σαν τυπική παραχώρηση απαυδισμένων ενηλίκων σε χοντροκέφαλο παιδί (κάτι που τελικά ούτε αυτό έγινε, εξαιτίας μας) αλλά ως λογική και αυτονόητη λύση.