(για τις σχέσεις της Θεωρίας με την Πολιτική)
Σε ένα πρόσφατο κείμενό μας (Με όπλο το «15ο Συνέδριο του ΚΚΕ» προχωράει η εσωτερική αντιπολίτευση του ΚΚΕ ), γράφαμε:
Είναι προφανές ότι η εσωτερική αντιπολίτευση του ΚΚΕ δεν θα έκανε υπερβάσεις στις γενικότερες ιδεολογικοπολιτικές συντεταγμένες του ΚΚΕ γι’ αυτό δεν περιμέναμε ότι θα αναζητούσε στον Α.Μπαντιού ή τον Σ. Ζιζεκ αναφορές για να κάνει κριτική στην ηγεσία του κόμματος. Η προσήλωση της στο «εξαρτησιακό μοντέλο» - αν και διαφωνούμε κάθετα - δεν θεωρούμε ότι είναι το σημείο το οποίο αποτελεί την «λυδία λίθο» για να κριθεί η πολιτική ορθότητα της «νέας σποράς». Εκείνο που μετράει στην πολιτική είναι οι συγκεκριμένες επιλογές που αφορούν στο «δια ταύτα» και τα πολιτικά αποτελέσματα που μπορούν να παράγουν. Η συγκεκριμένη «θεωρητική» τεκμηρίωση έχει αυτοαναφορικό χαρακτήρα αφού αφορά στο εσωτερικό του πολιτικού υποκειμένου και την διαπάλη που διεξάγεται εκεί και όχι στην κοινωνία.
Αν αυτή λοιπόν αυτή η λαθεμένη θεωρητική επιλογή, ανοίγει τον δρόμο για ευρύτερες πολιτικές συμμαχίες για το ΚΚΕ και αλλαγή της γραμμής του στο εργατικό κίνημα, τότε λειτουργεί προς θετική κατεύθυνση στην συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία. Εξάλλου, όπως έχει δείξει η ιστορία, η ταξική πάλη και οι κοινωνικές αλλαγές δεν γίνονται με βάσει τους θεωρητικο-πολιτικούς σχεδιασμούς των κομματικών μηχανισμών της αριστεράς.
Όμως υπάρχει και το αντίστροφο φαινόμενο. Η επίκληση σωστών θεωρητικών θέσεων να χρησιμοποιείται ως στήριγμα για λαθεμένες πολιτικές επιλογές. Αυτό συμβαίνει συνήθως στο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, η οποία επικαλείται συχνά γενικές θεωρητικές θέσεις για τον καπιταλισμό και το κίνημα για να τεκμηριώσει σεχταριστικές πρακτικές και διασπαστικές πολιτικές γραμμές στο μαζικό κίνημα. Όμως δεν συμβαίνει μόνο εκεί…