ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ!
Αγωνιζόμαστε για την "ΣΥσπείρωση της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς" στην κατεύθυνση της κοινής δράσης στους μαζικούς χώρους και τα κοινωνικά κινήματα, και παράλληλα για την πολιτική της συγκρότηση σε ένα ενιαίο αμεσοδημοκρατικό πολιτικό φορέα

Τετάρτη 2 Μαΐου 2012

Occupy Wall Street: Τι να κάνουμε


Αναδημοσίευση από το REDNotebook

Πώς ένα κίνημα διαμαρτυρίας που δεν διαθέτει πρόγραμμα μπορεί να αντιμετωπίσει ένα καπιταλιστικό σύστημα που δεν αντέχει μεταρρύθμιση


Του Σλάβοϊ Ζίζεκ

Τι μπορούμε να κάνουμε στον απόηχο του κινήματος του Occupy Wall Street (OWS), όταν τα κινήματα διαμαρτυρίας που ξεκίνησαν από πολύ μακριά –στη Μέση Ανατολή, την Ελλάδα, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο– έφτασαν στο κέντρο και πλέον ενισχυμένα απλώνονται σε όλο τον κόσμο;

Στο Σαν Φρανσίσκο στις 16 Οκτωβρίου του 2011, λίγο μετά το ξέσπασμα του κινήματος του OWS, κάποιος, απευθυνόμενος στο συγκεντρωμένο πλήθος ζήτησε τη συμμετοχή σε αυτό σα να επρόκειτο για ένα γεγονός των χίπικων 60’s: «Ρωτάνε ποιο είναι το πρόγραμμά μας. Δεν έχουμε πρόγραμμα. Είμαστε εδώ για να περάσουμε όμορφα».

Τέτοιες δηλώσεις απηχούν έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους με τους οποίους βρίσκονται αντιμέτωποι οι διαδηλωτές: τον κίνδυνο να ερωτευτούν τον εαυτό τους, μέσα από τις όμορφες στιγμές που περνάνε στα «κατειλημμένα» μέρη. Το πανηγύρι είναι εύκολη υπόθεση, αλλά η αληθινή αξία του φαίνεται από το τι έχει απομείνει την επόμενη ημέρα, στο πώς η καθημερινή μας ζωή έχει αλλάξει. Οι διαδηλωτές θα ήταν καλύτερο να ερωτευτούν τη σκληρή και επίμονη δουλειά– είναι η αρχή, όχι το τέλος. Το βασικό τους μήνυμα συνίσταται στο εξής: το ταμπού καταρρίφθηκε, δε ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο, χρειάζεται –απαιτείται ακόμα ακόμα- να σκεφτούμε τις εναλλακτικές.

Θυμίζοντας κάπως την εγελιανή τριαδικότητα, η δυτική αριστερά πλέον συμπληρώνει έναν κύκλο: αφού εγκατέλειψε την ουσιοκρατική πρόσληψη της ταξικής πάλης για τον πλουραλισμό των αντιρατσιστικών, φεμινιστικών κοκ. κινημάτων, επανέρχεται στον καπιταλισμό προκειμένου να επαναπροσδιορίσει το πρόβλημα.

Επομένως, τα δύο πρώτα πράγματα που πρέπει κανείς να απαγορεύσει είναι η κριτική εναντίον της διαφθοράς καθώς και η κριτική προς τον χρηματοοοικονομικό καπιταλισμό. Καταρχήν, ας μην κατηγορούμε τους ανθρώπους και τις απόψεις τους: το πρόβλημα δεν είναι η διαφθορά ή η απληστία, το πρόβλημα είναι το σύστημα που ωθεί προς τη διαφθορά. Η λύση δε βρίσκεται ούτε στη Main Street ούτε στη Wall Street, αλλά η αλλαγή του συστήματος εκείνου στο οποίο η Main Street δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη Wall Street. Υπάρχουν πρόσωπα σαν τον πάπα που μας βομβαρδίζει με εντολές ενάντια στην κουλτούρα της απληστίας και της υπερκατανάλωσης – αυτό το αηδιαστικό θέαμα φτηνής ηθικολογίας επιτελεί μια ιδεολογική λειτουργία: η τάση επέκτασης που υπάρχει μέσα στο ίδιο το σύστημα ερμηνεύεται ως προσωπική αμαρτία, σα μια τάση ψυχολογικής υπερβολής, ή όπως το περιέγραψε ένας θεολόγος του κύκλου του πάπα: «Η κρίση που ζούμε δεν είναι κρίση του καπιταλισμού αλλά η κρίση της ηθικής»

Ας θυμηθούμε εδώ εκείνο το γνωστό ανέκδοτο του Ernst Lubitch Ninotchka, στο οποίο ο ήρωας επισκέπτεται μια καφετέρια και παραγγέλνει καφέ χωρίς κρέμα, οπότε ο σερβιτόρος του απαντά: συγνώμη, αλλά δεν έχουμε κρέμα, έχουμε μόνο γάλα. Να σας φέρω καφέ χωρίς γάλα;

Δεν θυμίζει αυτό την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης το 1990; Οι πολίτες που διαδήλωναν αποζητούσαν ελευθερία και δημοκρατία χωρίς διαφθορά και εκμετάλλευση και τελικά αυτό που πήραν ήταν ελευθερία και δημοκρατία χωρίς αλληλεγγύη και δικαιοσύνη. Ομοίως, ο καθολικός θεολόγος που λέγαμε υποστήριξε πως οι διαδηλωτές θα έπρεπε να στοχεύσουν στην ηθική αδικία, την απληστία, τον καταναλωτισμό κτλ, αφήνοντας έξω τον καπιταλισμό. Η αυτοτροφοδοτούμενη κυκλοφορία του κεφαλαίου είναι εν τέλει το Πραγματικό της ύπαρξής μας, ένα τέρας το οποίο εξ ορισμού δεν μπορεί να ελεγχθεί.

Θα έπρεπε να αποφύγουμε τον πειρασμό του ναρκισσισμού της χαμένης υπόθεσης, του θαυμασμού της ανυπέρβλητης ομορφιάς εξεγέρσεων που είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Ποια καινούρια θετική τάξη θα αντικαταστήσει την επόμενη μέρα την παλιά, όταν ο ενθουσιασμός της εξέγερσης θα έχει καταλαγιάσει; Είναι αυτό το κρίσιμο σημείο όπου αναμετρούμαστε με τη μοιραία αδυναμία των διαδηλώσεων: εκφράζουν μια αυθεντική οργή που δεν μπορεί να μετασχηματιστεί σε ένα μίνιμουμ θετικό πρόγραμμα κοινωνικοπολιτικής αλλαγής. Εκφράζουν το πνεύμα της εξέγερσης χωρίς επανάσταση.

Ο Lacan, αναφερόμενος στις διαδηλώσεις του ’68 στο Παρίσι είχε πει πως: «Αυτό που ζητάτε εσείς οι επαναστάτες είναι ένας νέος αφέντης. Θα βρείτε έναν». Φαίνεται ότι η παρατήρηση του Lacan βρήκε το στόχο της (όχι μόνο) στην περίπτωση των ισπανών αγανακτισμένων. Όσο η διαμαρτυρία τους μένει στο επίπεδο της υστερικής πρόκλησης του αφέντη, χωρίς ένα θετικό πρόγραμμα αντικατάστασης της παλιάς τάξης με μια καινούρια, λειτουργεί τελικά ως μια επίκληση για ένα νέο αφέντη, παρότι το έχει απαρνηθεί.

Πήραμε ήδη μια ιδέα για το νέο αυτό αφέντη στην Ελλάδα, την Ιταλία, ενώ πιθανότατα θα ακολουθήσει και η Ισπανία. Σαν ειρωνική ανταπάντηση στην απουσία εξειδικευμένου προγράμματος από τη μεριά των διαδηλωτών, η τάση τώρα είναι η αντικατάσταση των πολιτικών που βρίσκονται στην κυβέρνηση με μια «ουδέτερη» κυβέρνηση τεχνοκρατών (κατά βάση τραπεζιτών, όπως στην Ελλάδα και την Ιταλία). Η τάση αυτή κινείται σαφώς στην κατεύθυνση ενός μόνιμου κράτους έκτακτης ανάγκης και την αναστολή της πολιτικής δημοκρατίας.

Έτσι, μπορούμε να δούμε επίσης σε αυτή την εξέλιξη και μια πρόκληση: δεν αρκεί να απορρίπτουμε τους αποπολιτικοποιημένους ειδικούς ως την πιο αδίστακτη μορφή ιδεολογίας. Πρέπει επίσης να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε σοβαρά για το τι θέλουμε να προτείνουμε έναντι της κυρίαρχης οικονομικής οργάνωσης, να φανταστούμε και να πειραματιστούμε με εναλλακτικές μορφές οργάνωσης, να αναζητήσουμε το σπέρμα του Καινούριου. Ο κομμουνισμός δεν είναι απλώς η γιορτή της μαζικής διαμαρτυρίας τη στιγμή που το σύστημα φτάνει σε αδιέξοδο. Ο κομμουνισμός είναι, επίσης και πάνω από όλα, μια νέα μορφή οργάνωσης, πειθαρχίας και σκληρής δουλειάς.

Οι διαδηλωτές θα πρέπει να προσέχουν όχι μόνο τους εχθρούς, αλλά επίσης και τους ‘λάθος’ φίλους που υποκρίνονται ότι τους υποστηρίζουν, αλλά δουλεύουν ήδη σκληρά για τη διάλυση της διαμαρτυρίας. Όπως παραγγέλνουμε καφέ χωρίς καφεΐνη, μπίρα χωρίς αλκοόλ, παγωτό χωρίς λιπαρά, θα προσπαθήσουν να καταστήσουν τις διαδηλώσεις μια ακίνδυνη ηθικολογική χειρονομία. Στο μποξ, clinch σημαίνει να κρατάς το σώμα του αντίπαλου με το ένα ή και τα δύο χέρια έτσι ώστε να τον εμποδίσεις να σου ρίξει μπουνιά. Η αντίδραση του Bill Clinton έναντι των διαδηλωτών της Wall Street αποδίδει εξαιρετικά το πολιτικό clinching. Ο Clinton θεωρεί πως οι διαδηλώσεις βρίσκονται «σε ισορροπία… ένα θετικό πράγμα», αλλά ανησυχεί με το νεφελώδες της υπόθεσης. Πρότεινε στους διαδηλωτές να υποστηρίξουν το σχέδιο για την εργασία του Obama, το οποίο θα δημιουργήσει «μερικά εκατομμύρια θέσεις εργασίας τον επόμενο ενάμισι χρόνο». Εκείνο στο οποίο θα πρέπει να αντισταθεί κανείς είναι ακριβώς μια τέτοια βιαστική μετατροπή της δυναμικής των διαδηλώσεων σε ένα σύνολο ‘στέρεων’ πραγματιστικών αιτημάτων. Μάλιστα, οι διαδηλώσεις επέφεραν ένα ρήγμα στο πεδίο της κυρίαρχης ιδεολογίας, ένα κενό για το πραγματικά Καινούριο. Ο λόγος για τον οποίο οι διαδηλωτές κινητοποιήθηκαν, είναι ότι βαρέθηκαν τον κόσμο εκείνο όπου το να βάζεις το κουτάκι της Coca Cola στην ανακύκλωση, να δίνεις μερικά δολάρια για φιλανθρωπικούς σκοπούς, ή να αγοράζεις καπουτσίνο από τα Starbucks από τον οποίο το 1% πάει στον τρίτο κόσμο, είναι αρκετό για να τους κάνει να νιώσουν καλά.

Η παγκοσμιοποίηση υπονομεύει αργά αλλά κατά τρόπο αμείλικτο τη νομιμοποιητική βάση των δυτικών δημοκρατιών. Λόγω του διεθνούς χαρακτήρα τους, οι μεγάλες οικονομικές διαδικασίες δεν μπορούν να ελεγχθούν από δημοκρατικούς μηχανισμούς, οι οποίοι εξ’ ορισμού, περιορίζονται στα εθνικά κράτη. Έτσι, οι άνθρωποι νιώθουν όλο και περισσότερο πως οι θεσμικές δημοκρατικές μορφές δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα ζωτικά τους ενδιαφέροντα.

Eίναι εδώ που ο Μαρξ γίνεται ξανά επίκαιρος, ίσως σήμερα περισσότερο από ποτέ: για τον Μαρξ, η ελευθερία δεν είναι κάτι που πρέπει να περιορίζεται μόνο στην πολιτική σφαίρα. Αντιθέτως, το κλειδί για την πραγματική ελευθερία βρίσκεται περισσότερο στο ‘απολίτικο’ δίκτυο κοινωνικών σχέσεων, από την αγορά μέχρι και την οικογένεια, όπου η απαιτούμενη αλλαγή εάν αποζητούμε μια πραγματική βελτίωση δεν είναι η πολιτική μεταρρύθμιση, αλλά μια αλλαγή στις ‘απολίτικες’ κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής. Δεν ψηφίζουμε για το ποιος κατέχει τι, για τις σχέσεις στο εργοστάσιο κτλ. –είναι η αριστερά που πρέπει να προωθήσει όλα αυτά εκτός της σφαίρας της πολιτικής. Είναι απατηλό να περιμένει κανείς ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα ‘επεκτείνοντας’ τη δημοκρατία σε αυτή τη σφαίρα, μέσω ας πούμε ‘δημοκρατικών’ τραπεζών υπό τον έλεγχο των πολιτών. Σε τέτοιες ‘δημοκρατικές’ διαδικασίες (οι οποίες βέβαια μπορεί να έχουν να διαδραματίσουν ένα θετικό ρόλο), όσο ριζοσπαστικός και να είναι ο αντικαπιταλισμός μας, η λύση βρίσκεται στην εφαρμογή δημοκρατικών μηχανισμών, οι οποίοι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είναι μέρος των μηχανισμών του κράτους, του ‘αστικού’ κράτους που εγγυάται την απρόσκοπτη λειτουργία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής.

Επομένως, ένα διεθνές κίνημα διαμαρτυρίας χωρίς συνεκτικό πρόγραμμα δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός: αντανακλά μια βαθύτερη κρίση, μια κρίση χωρίς προφανή λύση. Η κατάσταση θυμίζει εκείνη της ψυχανάλυσης, όπου ο ασθενής γνωρίζει την απάντηση (τα συμπτώματά του συνιστούν τέτοιες απαντήσεις), αλλά δε γνωρίζει σε τι αποτελούν απαντήσεις και έτσι ο ψυχαναλυτής χρειάζεται να διαμορφώσει ένα ερώτημα. Μόνο μέσα από μια τέτοια θεραπευτική διαδικασία θα προκύψει ένα πρόγραμμα.

Σε ένα παλιό ανέκδοτο της πάλαι ποτέ Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, ένας γερμανός εργάτης παίρνει μια δουλειά στη Σιβηρία. Αγνοώντας πως θα διαβαστεί η αλληλογραφία του από τους λογοκριτές, λέει στους φίλους του: «Ας καθιερώσουμε έναν κώδικα: εάν το γράμμα που θα λάβετε από εμένα είναι γραμμένο με μπλε μελάνι τότε είναι σωστό, εάν πάλι είναι γραμμένο με κόκκινο είναι λάθος». Έπειτα από ένα μήνα, οι φίλοι του λαμβάνουν το πρώτο γράμμα γραμμένο με μπλε: «Όλα είναι υπέροχα εδώ: τα καταστήματα είναι γεμάτα, το φαγητό άφθονο, τα σπίτια μεγάλα και ζεστά, τα σινεμά δείχνουν ταινίες από τη δύση, υπάρχουν πολλές ωραίες γυναίκες έτοιμες να ενδώσουν – το μόνο που λείπει είναι το κόκκινο μελάνι.»

Δεν είναι άραγε αυτή η κατάσταση μας ως τα τώρα; Έχουμε όλες τις ελευθερίες που μπορεί να θελήσει κανείς -το μόνο πράγμα που λείπει είναι το «κόκκινο μελάνι»: αισθανόμαστε ελεύθεροι γιατί μας λείπει η γλώσσα μέσω της οποίας θα αρθρώσουμε την ανελευθερία μας. Αυτό που σημαίνει η έλλειψη κόκκινου μελανιού σήμερα, όλοι οι όροι που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τη σύγκρουση που ζούμε -«πόλεμος ή τρομοκρατία», «δημοκρατία και ελευθερία», ανθρώπινα δικαιώματα κτλ.- είναι λάθος όροι, που θολώνουν την αντίληψή μας για την κατάσταση αντί να μας επιτρέπουν να την αντιληφθούμε καλύτερα.

Το πρώτιστο καθήκον λοιπόν σήμερα είναι να δώσουμε στους διαδηλωτές το κόκκινο μελάνι.

Μετάφραση: Σωτήρης Κοσκολέτος
Πηγή: The Guardian

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου


ΑΛΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ