1. Γιατί αυτές οι εκλογές είναι διαφορετικές από όλες τις προηγούμενες;
Στις εκλογικές αναμετρήσεις της προηγούμενης δεκαετίας από μεριάς των λαϊκών δυνάμεων και της Αριστεράς διακυβευόταν κυρίως η ανακοπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και των συνεπειών της: Με φορέα, πλέον, κυβερνήσεις της Ν.Δ. και σε επιταχυνόμενους - μετά τη σημαντική ώθηση που της είχαν δώσει οι κυβερνήσεις Σημίτη – ρυθμούς αυτή η πολιτική συνέχιζε να παραδίδει τον δημόσιο πλούτο στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα. Ενώ στις συνθήκες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης από το 2008 με επιθετικές πολιτικές ανάκαμψης των κερδών και κατευθύνοντας τεράστια «πακέτα» στον πιο κερδοφόρο κλάδο της 10ετίας, τις τράπεζες, επιδείνωνε τη ζωή της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζόμενων. Το εκλογικό αποτέλεσμα του 2009 με την άνετη νίκη του ΠΑΣΟΚ χάρη στην εμβληματική προγραμματική υπόσχεση «λεφτά (για κοινωνικές παροχές) υπάρχουν» δε σηματοδοτούσε την καταδίκη από πλατιά λαϊκά στρώματα μόνο του κόμματος που ήταν υπεύθυνο για την παρακμή των τελευταίων πέντε χρόνων, αλλά συνολικότερα της λεγόμενης «σταθεροποιητικής» πολιτικής. Ο τρόπος καταδίκης της, ωστόσο, δε δημιουργούσε διόδους διεξόδου από το δικομματισμό, από το «μίγμα» πελατειακών εξαρτήσεων, καλλιεργούμενων ψευδαισθήσεων και αυταπατών αυτών των ίδιων πλατιών λαϊκών στρωμάτων.
Στα δυόμιση χρόνια από τότε ο πολιτικός χρόνος «συμπυκνώθηκε» αφάνταστα. Φτάσαμε σήμερα να αποτελεί εκλογικό επίδικο η ίδια η επιβίωση, ουσιαστικά, της χώρας και της μεγάλης πλειοψηφίας της εργαζόμενης κοινωνίας. Να κρίνεται η «απώλεια» μιας τουλάχιστον γενιάς παιδιών από 15-35 χρονών, με το ΔΝΤ να προβλέπει στην πρόσφατη έκθεση του συνέχιση των πολιτικών λιτότητας μέχρι το 2030… Ταυτόχρονα εκατομμύρια άνθρωποι που έχασαν μέσα σε λίγες νύχτες εργασιακά και άλλα δικαιώματα κατακτημένα με αίμα και αγώνες ενός αιώνα, ένιωσαν να τους πνίγει η μπόχα της συστημικής διαφθοράς. Το πολιτικό σύστημα, παραδίνοντας την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας με άμεσο τρόπο στο ΔΝΤ, την Ε.Ε. και την Ε.Κ.Τ. ώστε να εφαρμοστούν οι καθ’ υπαγόρευση πολιτικές των μνημόνιων και του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, έχασε τη νομιμοποίηση του σε πρωτοφανή, για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα, έκταση.