Οι λεκτικές υπερβολές με την χρήση φράσεων που έχουν ιστορικές αναφορές όταν μάλιστα επαναλαμβάνονται συστηματικά επιφέρουν συχνά το αντίθετο αποτέλεσμα από το προσδοκώμενο. Όταν σήμερα η Αριστερά με την βερμπαλιστική ρητορεία που την διακρίνει, εξισώνει την κατοχή της χώρας μας την εποχή του 40 με την σημερινή κατάσταση, τότε το μόνο που καταφέρνει είναι να ωραιοποιεί και να παραποιεί την εικόνα της πραγματικής κατοχής της χώρας από τα γερμανικά στρατεύματα. Αυτό συμβαίνει διότι όταν λες ότι ισχύει η ισότητα Α=Β, τότε αυτός στον οποίο απευθύνεσαι αντιλαμβάνεται το πιο άγνωστο μέλος της ισότητας μέσω αυτού που γνωρίζει καλύτερα. Και οι αποδέκτες αυτής της πρότασης ισότητας αυτό που γνωρίζουν καλύτερα είναι το παρόν, το οποίο το βιώνουν καθημερινά και όχι βέβαια ένα παρελθόν στο οποίο οι πιο πολλοί δεν είχαν καν γεννηθεί...
Για να μην δημιουργούνται λοιπόν παρανοήσεις σε σχέση με αυτό το ιστορικό παρελθόν της γερμανικής κατοχής, αφιερώνουμε το παρακάτω κείμενο σε όλους αυτούς που με τόση ευκολία ταυτίζουν εκείνη την εποχή με την σημερινή. Είναι ένα κείμενο του Γιώργου ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ και είχε δημοσιευθεί στον "ριζοσπάστη" την Τρίτη 30 Απρίλη του 2002.
Οι 200 εκτελεσμένοι κομμουνιστές στην Καισαριανή
1η Μάη 1944. Η εκτέλεση των 200 της Καισαριανής. Εργο του Τάσσου |
Την Πρωτομαγιά του '44, οι δυνάμεις κατοχής, σε αντίποινα για την εξόντωση ενός Γερμανού στρατηγού και του επιτελείου του, εκτέλεσαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 κομμουνιστές, που τους πήραν από το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Απ' αυτούς, περίπου 170 ήταν πρώην κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και οι υπόλοιποι πρώην εξόριστοι στην Ανάφη. Ο εχθρός είχε κάνει γνωστές τις προθέσεις του λίγες ημέρες πριν, όταν δημοσιοποίησε μέσω του κατοχικού Τύπου και ανάρτησε στους τοίχους των σπιτιών της πρωτεύουσας την εξής ανατριχιαστική ανακοίνωση:
«Την 27.4.1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι, παρά τους Μολάους, κατόπιν μίας εξ ενέδρας επιθέσεως, εδολοφόνησαν ανάνδρως ένα Γερμανό στρατηγό και τρεις συνοδούς του αξιωματικούς και ετραυμάτισαν πολλούς Γερμανούς στρατιώτες. Εις αντίποινα θα εκτελεσθούν:
1. Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1η Μαΐου 1944.
2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών, τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην, έξωθι των χωρίων.
Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Ελληνες εθελονταί (σ.σ. πρόκειται για ταγματασφαλίτες) εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς.
Ο στρατιωτικός διοικητής Ελλάδος».
Λαϊκή κινητοποίηση
Κανείς δεν πήρε αψήφιστα αυτό το έγγραφο, πολύ περισσότερο οι αντιστασιακές οργανώσεις, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, που για μια ακόμη φορά καλούνταν να πληρώσουν βαρύ φόρο αίματος για την επιλογή τους να οργανώσουν τη λαϊκή αντίσταση κατά του κατακτητή. Ετσι, μόλις γνωστοποιήθηκε η παραπάνω ανακοίνωση, ξεδιπλώθηκε μια τεράστια λαϊκή κινητοποίηση για την αποτροπή της σφαγής. «Οι οργανώσεις του ΚΚΕ και του ΕΑΜ - λέει ο Θ. Χατζής[1] - κυκλοφόρησαν αμέσως χιλιάδες τρικ και καλούσαν το λαό να σώσουν τους αγωνιστές ομήρους από την εκτέλεση. Σε πολλά εργοστάσια και επιχειρήσεις, οι εργάτες σταμάτησαν τη δουλιά. Στα υπουργεία και τις τράπεζες έγιναν συγκεντρώσεις και με ψηφίσματα προς το Ράλλη και το δήμαρχο απαιτούσαν άμεση επέμβασή τους για τη ματαίωση της σφαγής. Οι φοιτητές και οι σπουδαστές χύθηκαν στους δρόμους με συνθήματα ενάντια στην τρομοκρατία. Επιτροπές παρουσιάζονταν στις αρχές αδιάκοπα όλη τη μέρα. Στις λαϊκές συνοικίες έγιναν συγκεντρώσεις. Πολλές γυναίκες κρατουμένων ομήρων μαζεύτηκαν στη Μητρόπολη. Ο αρχιεπίσκοπος στο διαμέρισμά του ''προσευχόταν'' για τη σωτηρία των ψυχών των μελλοθανάτων. Οταν αργά τη νύχτα εμφανίστηκε μπροστά στις απελπισμένες γυναίκες είπε: ''Δεν μπορώ να κάνω τίποτα και το μόνο που μου απομένει είναι να παρακαλώ το θεό!.."».
Ο Β. Μπαρτζιώτας δίνει τη δική του μαρτυρία για την κατάσταση που επικρατούσε εκείνες τις ημέρες: «Στις 29 - 30 Απρίλη 1944, γράφει[2], γινόταν παράνομα η 4η Συνδιάσκεψη της ΚΟΑ. Εκεί μάθαμε τη διαταγή για την εκτέλεση των 200 αγωνιστών. Η καταπληκτική αυτή είδηση - καθαρή δολοφονία και χιτλερική θηριωδία - κυκλοφόρησε σαν αστραπή στην Αθήνα. Οι πράκτορες των Γερμανών και οι αγγλόφιλοι ρίχνουν κιόλας το δηλητήριό τους:
- Τα βλέπετε; Οι αντάρτες σκοτώνουν τους Γερμανούς και αυτοί αμύνονται...
Διαφορετικά, όμως, σκεφτόταν ο ελληνικός λαός. Οι χιτλερικοί είναι εγκληματίες πολέμου, ήρθαν κατακτητές στην Ελλάδα, ληστεύουν και καταστρέφουν τη χώρα, σκοτώνουν αθώους ανθρώπους... Σ' αυτούς τους εγκληματίες μια απάντηση χωρεί:
- Θάνατος στους χιτλεροφασίστες κατακτητές! Πάλη μέχρι τη νίκη, την απελευθέρωση της Ελλάδας».
Το έγκλημα και ο ήρωας Ν. Σουκατζίδης
Την παραμονή της εκτέλεσης, οι δυνάμεις κατοχής πήγαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, όπου και επέλεξαν τα θύματά τους. Στον κατάλογο των θυμάτων, με τον αριθμό 71, υπήρχε το όνομα του Ακροναυπλιώτη Ναπολέοντα Σουκατζίδη. Επρόκειτο για ένα νέο άνθρωπο, καλλιεργημένο, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, που όλα αυτά τα χρόνια ήταν η ψυχή των κρατουμένων του στρατοπέδου. Τους εμψύχωνε, τους βοηθούσε στην επικοινωνία με τους δικούς τους ανθρώπους και λόγω του ότι ήταν γνώστης της γερμανικής γλώσσας εκτελούσε και χρέη μεταφραστή για τους συντρόφους του, που ήταν υποχρεωμένοι να έρθουν σε επαφή με τον εχθρό. Τόσο πολύ σπουδαίος ήταν ο Ναπολέων, που είχε υποχρεώσει ακόμη και τους Γερμανούς να τον σέβονται.
Ναπολέων Σουκατζίδης, γράφει ο κατάλογος των μελλοθανάτων στον αριθμό 71. Ναπολέων Σουκατζίδης, ακούγεται από το στόμα εκείνου που έχει το μακάβριο έργο να διαβάσει τα ονόματα των αυριανών νεκρών. Και τότε επεμβαίνει ο διοικητής του στρατοπέδου.
- «Οχι εσύ! Οχι εσύ Ναπολέων! Οχι εσύ!». Αλλά ο Σουκατζίδης δεν ήταν απ' αυτούς που θα μπορούσαν να ζήσουν σε βάρος των άλλων.
Η απάντησή του θα μείνει αιώνιο σύμβολο αυτοθυσίας και ηρωισμού:
- «Δέχομαι, κύριε διοικητά, τη ζωή, με τον όρο πως δεν πρόκειται να την πάρω από άλλο κρατούμενο. Μόνο όταν η θέση μου μείνει κενή!».
Ο εχθρός δεν είχε σκοπό να κάνει τέτοια χάρη. Στο εκτελεστικό απόσπασμα έπρεπε να οδηγηθούν 200 κομμουνιστές. Ο Σουκατζίδης πήρε το δρόμο των συντρόφων του.