Αναδημοσίευση από εδώ: "JACQUES RANCIÈRE: ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ/ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΡΙΕΣ* ΧΩΡΙΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ; - ΜΕΡΟΣ Α'"
Το πρώτο γεγονός, το οποίο νομίζω, ότι θα πρέπει να λογαριάσουμε είναι το ακόλουθο: ο κομμουνισμός δεν είναι μόνο το όνομα μεγαλειωδών κινημάτων και περιβόητων κρατικών δυνάμεων του παρελθόντος, δεν είναι το απομεινάρι ή το καταραμένο όνομα που θα έπρεπε να αναλάβουμε την ηρωική και επικίνδυνη αποστολή να επανακτήσουμε. "Κομμουνιστικό" είναι το όνομα του κόμματος που κυβερνά το πιο πολυπληθές έθνος και μια από τις πιο ακμαίες καπιταλιστικές δυνάμεις σήμερα.
Αυτή η συσχέτιση ανάμεσα στον κομμουνισμό, την απόλυτη κρατική κυριαρχία και τον καπιταλισμό δεν θα πρέπει να μείνει εκτός του πεδίου ενός αναστοχασμού γύρω από το τι μπορεί να σημαίνει ο κομμουνισμός σήμερα.
Ο δικός μου αναστοχασμός εδώ θα ξεκινήσει από μια απλή δήλωση την οποία βρήκα σε μια συνέντευξη που έδωσε ο Alain Badiou στην L' Humanite, την εφημερίδα του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος: "Η κομμουνιστική υπόθεση είναι η υπόθεση της χειραφέτησης". Όπως το καταλαβαίνω, σημαίνει πως η σημασία της λέξης "κομμουνιστική" είναι εγγενής στις πρακτικές χειραφέτησης. Ο κομμουνισμός είναι μια μορφή καθολικότητας που συγκροτείται από αυτές τις πρακτικές. Συμφωνώ απόλυτα με τη δήλωση. Τώρα αυτό που έχει σημασία είναι να καταλάβουμε τι σημαίνει "χειραφέτηση", με σκοπό να ορίσουμε την ιδέα του κομμουνισμού την οποία συνεπάγεται.
Χωρίς καμία έκπληξη, θα ξεκινήσω από αυτό το οποίο συνιστά κατά την άποψή μου την πιο συνεκτική και δυνατή ιδέα χειραφέτησης, την ιδέα που γεννήθηκε από τον διανοητή της πνευματικής χειραφέτησης Joseph Jacotot. H χειραφέτηση είναι ο δρόμος για να βγει κάποιος από μια μειονεκτική κατάσταση. Η μειονεκτική κατάσταση είναι μια κατάσταση στην οποία πρέπει να καθοδηγείσαι, διότι προχωρώντας με βάση το δικό σου προσανατολισμό θα κατέληγες σε λάθος κατεύθυνση. Είναι η λογική της εκπαιδευτικής διαδικασίας στην οποία ο δάσκαλος εκκινεί από την κατάσταση της άγνοιας, η οποία είναι εκείνη του μαθητή, και προοδευτικά αντικαθιστά την άγνοια από τη γνώση, τη δική του γνώση, και σταδιακά απομακρύνει το μαθητή από μια κατάσταση ανισότητας με σκοπό να τον/την οδηγήσει "προς" μια κατάσταση ισότητας. Είναι, επίσης, η λογική του Διαφωτισμού στην οποία οι καλλιεργημένες ελίτ πρέπει να καθοδηγούν τις αδαείς και δεισιδαίμονες κατώτερες τάξεις στο μονοπάτι της προόδου. Αυτός είναι, είπε ο Jacotot, ο δρόμος της αέναης αναπαραγωγής της ανισότητας στο όνομα μιας υπόσχεσης ισότητας. Η διαδικασία που οδηγεί τον αδαή στην επιστήμη και τις κατώτερες τάξεις στη μοντέρνα ζωή της δημοκρατικής προόδου βασίζεται στην πραγματικότητα στο χάσμα που διαχωρίζει τη νοημοσύνη του δασκάλου από τη νοημοσύνη του αδαούς. Αυτό που διαχωρίζει την πρώτη από τη δεύτερη είναι πολύ απλά η γνώση της άγνοιας. Αυτή είναι η αρχή της ανισότητας. Το αντίθετό της, η αρχή της ισότητας, μπορεί να συνοψιστείς σε δύο αρχές: πρώτον, η ισότητα δεν είναι ένας στόχος, είναι μια αφετηρία, μια άποψη ή μια υπόθεση η οποία ανοίγει το πεδίο μιας δυνατής επαλήθευσης. Δεύτερον, η νοημοσύνη δεν διαιρείται, είναι μια. Δεν είναι η νοημοσύνη του δασκάλου ή η νοημοσύνη του μαθητή, η νοημοσύνη του νομοθέτη ή η νοημοσύνη του τεχνίτη, κλπ. Αντίθετα, είναι η νοημοσύνη που δεν αντιστοιχεί σε κάποια συγκεκριμένη θέση στον κοινωνικό καταμερισμό, αλλά αντίθετα ανήκει στον καθένα και στην καθεμία ως η νοημοσύνη του καθενός και της καθεμίας. Έτσι, η χειραφέτηση σημαίνει: τη χρήση της νοημοσύνης η οποία είναι μία, και την επαλήθευση της ικανότητας της ίσης νοημοσύνης.
Η απαγκίστρωση από την εκπαιδευτική προϋπόθεση (ότι υπάρχουν δυο είδη νοημοσύνης) συνεπάγεται την απομάκρυνση από την κοινωνική λογική της κατανομής των θέσεων, όπως έχει διατυπωθεί στην Πολιτεία του Πλάτωνα μέσα από δύο ισχυρισμούς σχετικά με το γιατί οι τεχνίτες πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους και τίποτα άλλο: πρώτον, γιατί η δουλειά δεν περιμένει, δεύτερον, διότι η έμφυτη κλίση τους, τους έχει δώσει την έφεση να κάνουν αυτή τη δουλειά, το οποίο σημαίνει την απουσία έφεσης για να κάνουν οτιδήποτε άλλο. Η χειραφέτηση των εργατών, συνεπώς, σημαίνει την κατάφαση του ότι η δουλειά μπορεί να περιμένει και του ότι δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη "έφεση" για τον τεχνίτη. Συνεπάγεται τη δυνατότητα ρήξης των δεσμών "αναγκαιότητας" που δένουν μια εργασία με μια μορφή νοημοσύνης, την κατάφαση της καθολικής ικανότητας εκείνων που ήταν προορισμένοι να έχουν μόνο τη νοημοσύνη της δουλειάς τους, το οποίο με τη σειρά του σημαίνει τη νοημοσύνη ή τη μη-νοημοσύνη που αντιστοιχεί στην υποδεέστερη θέση τους.
Χειραφέτηση σημαίνει ο κομμουνισμός της νοημοσύνης, o οποίος ενυπάρχει στην εκδήλωση της ικανότητας των "ανίκανων": η ικανότητα του αδαούς να μάθει μόνος του, λέει ο Jacotot. Μπορούμε να προσθέσουμε: η ικανότητα του εργάτη να αφήσει τα μάτια του και το μυαλό του να ξεφύγουν από τη δουλειά των χεριών του, η ικανότητα μιας κοινότητας εργατών να σταματήσουν να εργάζονται παρόλο που η δουλειά δεν περιμένει και παρόλο που τη χρειάζονται για την επιβίωση τους, να μετασχηματίσουν τον ιδιωτικό χώρο της εργασίας σε δημόσιο χώρο, να οργανώσουν την παραγωγή με τις δικές τους δυνάμεις ή να αναλάβουν το εγχείρημα της διακυβέρνησης μιας πόλης που οι κυβερνήτες της έχουν εγκαταλείψει ή προδώσει, και πολλές άλλες μορφές συλλήψεων στη βάση της αρχής της ισότητας, οι οποίες εκδηλώνουν τη συλλογική δύναμη χειραφετημένων ανδρών και γυναικών.
Είπα: μπορούμε να προσθέσουμε. Αυτό σημαίνει: μπορούμε να οδηγηθούμε από τον ισχυρισμό για τον κομμουνισμό της νοημοσύνης σε συμπεράσματα για τις μορφές της συλλογικής εφαρμογής αυτού του κομμουνισμού. Εδώ είναι που εμφανίζεται η δυσκολία. Μέχρι που μπορεί η κομμουνιστική κατάφαση της νοημοσύνης του καθενός και της καθεμίας να συμπίπτει με την κομμουνιστική οργάνωση μιας κοινωνίας; O Jacotot αρνούνταν εντελώς μια τέτοια δυνατότητα. Η χειραφέτηση, έλεγε, είναι μια μορφή δράσης που μπορεί να μεταφερθεί από άτομα σε άτομα. Ως τέτοια, είναι αυστηρά αντίθετη στη λογική των κοινωνικών σωμάτων, η οποία είναι η λογική μιας συσσωμάτωσης που κυβερνάται από νόμους κοινωνικής βαρύτητας παρόμοιους με τους νόμους της φυσικής βαρύτητας. Ο καθένας μπορεί να χειραφετηθεί και να χειραφετήσει άλλα άτομα έτσι ώστε ολόκληρη η ανθρωπότητα να αποτελείται από χειραφετημένα άτομα. Αλλά μια κοινωνία δεν μπορεί ποτέ να χειραφετηθεί.
Αυτή δεν είναι μόνο η προσωπική πεποίθηση κάποιου που είναι αντισυμβατικός. Ούτε είναι ένα απλό ερώτημα που αντιπαραθέτει την ατομική χειραφέτηση στη συλλογική χειραφέτηση. Το ερώτημα είναι: πως μπορεί η συλλογικοποίηση της ικανότητας του καθενός να συμπέσει με την παγκόσμια οργάνωση μιας κοινωνίας; Πως μπορεί η αναρχική αρχή της χειραφέτησης να γίνει η αρχή ενός κοινωνικού καταμερισμού εργασιών, θέσεων και εξουσιών; Έχει φτάσει ο καιρός, νομίζω, να διαφοροποιήσουμε αυτό το πρόβλημα από τις πολυφορεμένες διακηρύξεις σχετικά με το αυθόρμητο και την οργάνωση. Η χειραφέτηση σίγουρα σημαίνει αποδιοργάνωση, αλλά αυτή η αποδιοργάνωση δεν έχει τίποτα το αυθόρμητο. Αντιστρόφως, η οργάνωση ίσως απλά σημαίνει την αυθόρμητη αναπαραγωγή των υπαρχουσών μορφών κοινωνικής πειθάρχησης. Το τι μπορεί να σημαίνει η πειθάρχηση της χειραφέτησης αποδείχθηκε να είναι ένα πρόβλημα για εκείνους οι οποίοι, στον αιώνα του Jacotot, έβαλαν στόχο να οικοδομήσουν κομμουνιστικές αποικίες, όπως ο Cabet, ή απλά κομμουνιστικά κόμματα, όπως ο Marx και ο Εngels. Οι κομμουνιστικές κοινότητες, όπως η κοινότητα των Ικάριων που οργανώθηκε από τον Cabet στις Ηνωμένες Πολιτείες, απέτυχαν.
Δεν απέτυχαν, όπως λέγεται, επειδή τα άτομα δεν μπορούσαν να υποβάλλουν τους εαυτούς τους στην κοινή πειθάρχηση. Αντίθετα, απέτυχαν επειδή η κομμουνιστική αρετή δεν μπορούσε να γίνει ατομικό βίωμα. Το γεγονός ότι μοιράζονταν την ικανότητα του καθενός και της. καθεμίας δεν μπορούσε να μετασχηματιστεί σε αρετή του υποκειμένου κομμουνιστή. Η χρονικότητα της χειραφέτησης -εννοώ η χρονικότητα της εξερεύνησης της συλλογικής δύναμης- δεν μπορούσε να συνταιριάξει με το πρόγραμμα μιας οργανωμένης κοινωνίας που αποδίδει σε όλους και όλες τις αρμοδιότητές τους. Άλλες κοινότητες γύρω από αυτές τα πήγαν πολύ καλύτερα. Η αιτία της επιτυχίας τους ήταν ότι δεν αποτελούνταν από κομμουνιστές και κομμουνίστριες. Είχαν συγκροτηθεί από άνδρες και γυναίκες που υπάκουαν στην θρησκευτική πειθάρχηση. Αλλά Ικαριακή κοινότητα [Icarian community] είχε συγκροτηθεί από κομμουνιστές και κομμουνίστριες. Συνεπώς, ο κομμουνισμός αυτής της κοινότητας είχε διαχωριστεί εξαρχής σε δύο μέρη: σε μια κομμουνιστική οργάνωση της καθημερινής ζωής που επιβλεπόταν από τον Πατέρα της κοινότητας και σε μια συνέλευση που λειτουργούσε στη βάση της αρχής της ισότητας και ενσάρκωνε τον κομμουνισμό των κομμουνιστών και των κομμουνιστριών. Εν τέλει, ένας κομμουνιστής εργάτης είναι ένας εργάτης που διεκδικεί να επιβεβαιώσει την ικανότητά του να μιλάει και να νομοθετεί για τις δημόσιες υποθέσεις αντί απλά να διεκπεραιώνει την εργασία του ως "χρήσιμος" εργάτης. Πρέπει να έχουμε κατά νου πως αυτό το πρόβλημα είχε τεθεί από πολύ παλιά στην Πολιτεία του Πλάτωνα: για τον Πλάτωνα, οι τεχνίτες, δηλαδή οι άνθρωποι με ψυχές από σίδηρο, δεν μπορούν να είναι κομμουνιστές· μόνο οι νομοθέτες που έχουν χρυσό στις ψυχές τους μπορούν να μπορούν και πρέπει να απελευθερωθούν από τον υλικό χρυσό και να διαβιούν, ως κομμουνιστές, από την παραγωγή των μη κομμουνιστών τεχνιτών. Με αυτόν τον τρόπο η Πολιτεία μπορεί σωστά να οριστεί ως η εξουσία των κομμουνιστών πάνω στους εργάτες. Πρόκειται για μια παλιά λύση, αλλά όμως εφαρμόζεται ακόμα στην περίπτωση των κομμουνιστικών κρατών που επισήμανα νωρίτερα, με τη βοήθεια μιας συμπαγούς στρατιάς φυλάκων.
Ο Cabet δεν είχε καθόλου φύλακες. Όσο για το Marx και τον Engels, αποφάσισαν να διαλύσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα που είχαν δημιουργήσει και να περιμένουν ώστε η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων να παραγάγει πραγματικούς κομμουνιστές προλετάριους -αντί για εκείνους τους ηλίθιους που πίστεψαν πως ήταν ισάξιοί τους, παρόλο που δεν έπιασαν τίποτα από τη θεωρία τους. Ο κομμουνισμός, έλεγαν, δεν είναι η συσπείρωση χειραφετημένων ατόμων, τα οποία προσπαθούν να κατακτήσουν την εμπειρία της συλλογικής ζωής ως απάντηση στον εγωισμό ή την αδικία. Είναι η πλήρης εφαρμογή μιας μορφής καθολικότητας που ήδη λειτουργεί στην καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής και στην οργάνωση των μορφών της ζωής από την μπουρζουαζία, μιας συλλογικής ορθολογικής δύναμης που ήδη υπάρχει, ακόμη και στη μορφή του αντιθέτου: στην ιδιαιτερότητα των ιδιωτικών συμφερόντων. Οι συλλογικές δυνάμεις του κομμουνισμού ήδη υπήρχαν. Αυτό που έλειπε ήταν μόνο η μορφή της συλλογικής και υποκειμενικής επανοικειοποίησής τους. (…)
Επομένως, η ένταση ανάμεσα στους κομμουνιστές και την κοινότητα θα μπορούσε να διευθετηθεί. Το επιχείρημα είναι πως αυτή η διευθέτηση τείνει να διαγράφει την ετερογένεια της λογικής της χειραφέτησης σε σχέση με τη λογική της ανάπτυξης της κοινωνικής οργάνωσης. Τείνει να διαγράφει αυτό που είναι στον πυρήνα της χειραφέτησης, δηλαδή την κατάφαση του κομμουνισμού της νοημοσύνης ή την ικανότητα του καθενός και της καθεμίας να βρίσκεται εκεί που δεν μπορεί να βρίσκεται και να κάνει αυτό που δεν επιτρέπεται να κάνει. Τείνει, αντίθετα, να αναδεικνύει την πιθανότητα του κομμουνισμού απέναντι στην εμφανιζόμενη ως προδιαγεγραμμένη αδυναμία του. Τώρα, αυτή η διακήρυξη της αδυναμίας είναι διττή. Σε ένα πρώτο επίπεδο κάνει τη δημιουργία μιας κομμουνιστικής υποκειμενικότητας το αποτέλεσμα μιας αποδυνάμωσης που προκαλείται από το ιστορικό προτσές. Το προλεταριάτο είναι η κοινωνική τάξη που δεν αποτελεί πλέον μια τάξη της κοινωνίας αλλά το προϊόν της αποσύνθεσης όλων των τάξεων. Ως τέτοιο δεν έχει τίποτα να χάσει παρά τις αλυσίδες του. Και αυτό που πρέπει να αποκτήσει για την ενδυνάμωσή του, δηλαδή τη συνείδηση της κατάστασής του, είναι κάτι που ωθείται να αποκτήσει μέσα από τη διαδικασίας αποδυνάμωσης. Με άλλα λόγια, η ικανότητα του προλετάριου (ή ο χρυσός της γνώσης) του ανήκει μόνο ως το προϊόν της εμπειρίας της "σιδηράς" συνθήκης, της εμπειρίας της εργοστασιακής εργασίας και της εργοστασιακής εκμετάλλευσης.
Αλλά από την άλλη πλευρά, η συνθήκη του «σιδηρού ανθρώπου» είχε τεθεί αρχικά ως συνθήκη άγνοιας που καθορίζεται από το μηχανισμό της ιδεολογικής αφομοίωσης. Ο σιδηρούς άνθρωπος, που σημαίνει το άτομο που έχει εγκλωβιστεί στο μηχανισμό της εκμετάλλευσης, μπορεί μόνο να διαπιστώσει αυτή τη διαδικασία ανεστραμμένη, μπερδεύοντας την καταπίεση με την ελευθερία και την ελευθερία με καταπίεση. Γι’ αυτό η ικανότητά του δεν μπορεί να είναι δική του. Είναι η γνώση της παγκόσμιας διαδικασίας -με τον πυρήνα της, τη γνώση της άγνοιας- μια γνώση προσβάσιμη μόνο σε εκείνους που δεν έχουν πιαστεί στη δαγκάνα της μηχανής, δηλαδή οι κομμουνιστές ως τέτοιοι.
Επομένως, όταν λέμε ότι η κομμουνιστική υπόθεση είναι η υπόθεση της χειραφέτησης, δεν πρέπει να ξεχνάμε την ιστορική ένταση ανάμεσα στις δύο υποθέσεις. Η κομμουνιστική υπόθεση είναι δυνατή στη βάση της υπόθεσης της χειραφέτησης, εννοώντας τη συλλογικοποίηση της δύναμης του καθενός και της καθεμίας. Είναι δυνατή στη βάση της προϋπόθεσης της ισότητας. Την ίδια στιγμή το κομμουνιστικό κίνημα -εννοώντας το κίνημα που ορίζει ως στόχο του τη δημιουργία μιας κομμουνιστικής κοινωνίας- έχει διαποτιστεί εξαρχής από την αντίθετη προϋπόθεση: από την προϋπόθεση της ανισότητας στις ποικίλες εκδοχές της: την παιδαγωγική/προοδευτική υπόθεση της διαίρεσης της γνώσης, την αντεπαναστατική ερμηνεία της Γαλλικής Επανάστασης ως το ξέσπασμα του ατομικισμού που καταστρέφει τις μορφές κοινωνικής αλληλεγγύης, την καταγγελία εκ μέρους της αστικής τάξης της αυτοδίδακτης και αναρχικής χρήσης λέξεων, εικόνων, ιδεών και εμπνεύσεων από τους απλούς ανθρώπους, και πάει λέγοντας. Η υπόθεση της χειραφέτησης είναι υπόθεση εμπιστοσύνης. Αλλά η ανάπτυξη της μαρξιστικής επιστήμης και των κομουνιστικών κομμάτων τη μπέρδεψε με το αντίθετό της, μια κουλτούρα έλλειψης εμπιστοσύνης που βασίζεται στην προδιαγραφή της αδυναμίας.
Χωρίς καμία έκπληξη, αυτή η κουλτούρα έλλειψης εμπιστοσύνης επανέφερε την παλιά πλατωνική αντίθεση ανάμεσα στον κομμουνιστή και τον εργάτη. Και το έκανε αυτό με μια συγκεκριμένη μορφή, τη μορφή του διπλού δεσμού, αποκλείοντας την κομμουνιστική παρόρμηση στο όνομα της εργατικής εμπειρίας και την εργατική εμπειρία στο όνομα της κομμουνιστικής πρωτοπορίας. Εναλλακτικά ο εργάτης έπαιζε το ρόλο του εγωιστικού ατόμου, που είναι ανίκανο να δει πέρα από το εδώ και τώρα του άμεσου οικονομικού ενδιαφέροντος, ή το ρόλο του ειδικού που εκπαιδεύτηκε από τη μακρά και αναντικατάστατη εμπειρία της εργασίας και της εκμετάλλευσης.
Μετάφραση: Αναστασία Ματσούκα
Επιμέλεια: Αλίκη Κοσυφολόγου
[Μτφ απο το: Rancière, Jacques, «Communists without communism», στο The idea of communism, Verso, London, 2011, σ. 167- 177. Η δημοσίευση αποτελεί το πρώτο μέρος του κειμένου. Σύντομα θα δημοσιευθεί και το δεύτερο].
*Ο τίτλος του κειμένου στα αγγλικά είναι "Communists Without Communism". Σε όλο το εύρος του κειμένου, όμως, όπου στην αγγλική γλώσσα αναφέρεται γένος, επισημαίνονται και τα δύο.
Απόσπασμα από το βιβλίο: http://abahlali.org/files/ranciere.communism.pdf
To B Μέρος [εδώ]
ΟΚ, κομμουνιστομαστουρωθήκαμε. Όσο αυτά τα ωραία αποτελούν μεζέδες μεταξύ χορτασμένων δυτικών καλλιεργημένων αδυνατώντας (ή και αδιαφορώντας;) να σχηματοποιηθούν σε μαζική-λαϊκή πολιτική του μπετατζή και του σουβλατζή, τόσο θα σαρώνουν οι κάθε είδους άλλοι. Άλιεν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν και αν σωθεί κάτι από το μεσαίωνα που ήρθε: Μέσα στους μαύρους καπνούς, ένας ασπρομαυροκίτρινος έφηβος θα σηκώσει το καπνισμένο γραπτό του ρανσιέρ κάτω από τα ερείπια - και εγένετο κομμουνισμός. Σολάρις, Οδύσσεια, ή Τερμινέιτορ;. Άρχισε και το φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, φούλυ σαπόρτετ μπάι γιουροπίαν κομίσιον κ σονς.
ΟΚ, πέταξα μια εξυπνάδα. Ας το πάρω κι αλλιώς. Τόνοι έχουν γραφτεί για την εξαναγκασμένη αποστείρωση του “ανατολικού μαρξισμού”, “κρατική σοβιετία” κλπ που οδήγησε σε στείρωση.(αντικειμενικά εξαναγκασμένη κατά τη γνώμη μου) .
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά άραγε, αυτοί οι δυτικοί τόνοι σοφίας και η απίστευτη αρμαθιά τεράστιων διανοητών, τι να προτοπώ σχολή φραγκφούτης, σχολή βιένης, αμέτρητοι γάλλοι, και άλλοι κι άλλοι κι άλλοι ως σήμερα. Πλούτος ναι, αλλά αποτέλεσμα ποιο; Κριτική εύκολη προς ανατολάς, αλλά πράξη εις δυσμάς ποια; Προσπάθεια επαναφοράς σε libertarian ρίζες, δεκτό, και στις ανατολικές πλάτες μαρτυρίων φτιάχναμε εμείς διορθώσεις και ήμασταν κάτι, και τσιμπούσαμε και δικαιώματα και ελευθερίες. Αλλά τελικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το αποτέλεσμα είναι η ενσωμάτωση ως liberal. Και όπου δεν έγινε αυτό, παραφθορά είτε ως εθελοντισμός είτε ως αναμφισβήτητος σεχταρισμός. Το αποτέλεσμα μετράει. Τα σα σα και τα μα μα.
Ο Γκράμσι είπε για το 1917 πως είναι «επανάσταση ενάντια στο Κεφάλαιο». Επανάσταση ενάντια στο έργο του Μαρξ εννοούσε βέβαια. Κατά μείζονα λόγο, το απόφθεγμα του Γκράμσι ισχύει και για την μεταγενέστερη περίπτωση της Κίνας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως αυτό βοηθά για να ξεμπλέξει λίγο αυτό το σφυχτοτυλιγμένο κουβάρι κομμουνισμού, απόλυτης κρατικής κυριαρχίας και καπιταλισμού που δημιούργησε η πραγματική ιστορία. Η οποία ως γνωστόν δεν έχει υποκείμενο - και αυτό είναι κάτι στο οποίο συμφωνούν Γάλλοι σαν τον Ρανσιέρ και Φρανκφουρτιανοί (τουλάχιστον της δεύτερης γενιάς).