Αναδημοσίευση από την "εποχή"
Του Δημήτρη Ψαρρά
Υπάρχει ένα απόσπασμα από την Ιστορία του Φασισμού του Στάνλεϊ Πέιν, στο οποίο συνηθίζει να παραπέμπει ο Μιχαλολιάκος. Είναι οι πρώτες γραμμές τής κλασικής αυτής μελέτης. «Στα τέλη του εικοστού αιώνα», γράφει ο Πέιν και αντιγράφει ο Μιχαλολιάκος, «ο όρος φασισμός παραμένει ίσως ο πιο ασαφής από τους σημαντικούς πολιτικούς όρους. Αυτό ίσως πηγάζει από το γεγονός ότι η λέξη καθεαυτή δεν περιέχει μια σαφή πολιτική αναφορά (ακόμα και αφηρημένη), όπως συμβαίνει με τη δημοκρατία, το φιλελευθερισμό, το σοσιαλισμό και τον κομουνισμό. […] Η λέξη φασίστας είναι μια από τις πιο πολυχρησιμοποιημένες υποτιμητικές πολιτικές εκφράσεις, και συνήθως υποδηλώνει «τον βίαιο«, «τον κτηνώδη«, «τον καταπιεστικό« ή «τον δικτατορικό«. Αν όμως φασισμός δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο απ’ αυτό, τότε τα κομμουνιστικά καθεστώτα, για παράδειγμα, θα έπρεπε πιθανόν να ενταχθούν στην κατηγορία των πιο φασιστικών καθεστώτων, αποστερώντας έτσι τη λέξη από κάθε χρήσιμο προσδιορισμό».1Τελευταία φορά που φρόντισε να μας θυμίσει το απόσπασμα αυτό ο Μιχαλολιάκος ήταν στο κύριο άρθρο της εφημερίδας του πριν από δεκαπέντε μέρες.2 Ο πρωτοσέλιδος τίτλος του ίδιου φύλλου ήταν «Εκτός Νόμου την Χρυσή Αυγή θέλει η χούντα του Μνημονίου». Θα προσπαθήσω να εξηγήσω πώς συνδέονται αυτές οι δύο δημόσιες τοποθετήσεις του Φίρερ της οργάνωσης και με ποιο τρόπο μας δίνουν απάντηση στο ερώτημα «Ποιοι και πώς να σταματήσουμε τους νεοναζί».3
Φασίστες ή ναζιστές
Ο Μιχαλολιάκος, δηλαδή ο Πέιν, έχει δίκιο. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της χρήσης του όρου και αυτός είναι ο πρώτος λόγος που ο χαρακτηρισμός «φασίστες» για τη Χρυσή Αυγή δεν είναι αρκετός. Μπορεί να διαμαρτυρήθηκαν έντονα την προηγούμενη Παρασκευή στη βουλή οι Χρυσαυγίτες που αποκάλεσε φασιστική την οργάνωσή τους ο Θανάσης Παφίλης του ΚΚΕ, αλλά η διαμαρτυρία αυτή ήταν απλά μια ακόμα αφορμή για φασαρία μέσα στην αίθουσα της βουλής.