Αναδημοσίευση από την "εποχή"
Tου Ηλία Ιωακείμογλου
«Η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα επισφραγίστηκε από τον πιο αντικειμενικό κριτή, από τις ίδιες τις αγορές», τόνισε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς μετά από τη θετική υποδοχή που επιφύλαξαν στο πενταετές ελληνικό ομόλογο. Ποιος είναι όμως αυτός ο αντικειμενικός κριτής, τι ακριβώς επιβράβευσε, και γιατί διάλεξε αυτή τη στιγμή;
Ήδη από τη δεκαετία του ‘90, οι χρηματιστικές αγορές αποτελούν έναν μηχανισμό που επιβλέπει την αποφασιστικότητα με την οποία οι κυρίαρχες τάξεις κάθε εθνικού κοινωνικού σχηματισμού αντιμετωπίζουν τις πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, απορυθμίζουν την αγορά εργασίας, μειώνουν τους μισθούς, παραδίδουν στην ιδιωτική πρωτοβουλία κλάδους παραγωγής αγαθών ή υπηρεσιών του δημόσιου τομέα, αυξάνουν τα κέρδη. Εάν οι «αγορές» σχηματίσουν την εντύπωση ότι οι συνθήκες που επικρατούν σε μια χώρα δεν διασφαλίζουν το μέσο κέρδος ή ότι η επικινδυνότητα για τις επιχειρήσεις είναι αυξημένη ή ότι ο κόσμος της εργασίας δεν υπομένει καρτερικά τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις και τις μειώσεις των μισθών, τιμωρούν τις εργαζόμενες τάξεις στην χώρα αυτήν, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Πρόκειται, επομένως, για μια υπερεθνική τυραννία του κεφαλαίου επί της εργασίας, για έναν μηχανισμό πειθάρχησης της εργασίας στις απαιτήσεις της κερδοφορίας. Πρόκειται για την ανώτερη μορφή διεθνισμού του Κεφαλαίου διότι αποτελεί συνένωση των εθνικών, μεμονωμένων κεφαλαίων, σε έναν ενιαίο μηχανισμό επίβλεψης και τιμωρίας των κατακερματισμένων, εγκλωβισμένων στα στενά εθνικά πλαίσια, δυνάμεων της εργασίας.