Μερικοί γνωστοί αριστεροί οικονομολόγοι, επιστρατεύοντας όλο το κύρος της “επιστήμης” τους, διατείνονται με ύφος δέκα καρδιναλίων ότι εντός της ΟΝΕ οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει καμία πολιτική η οποία θα επιφέρει μείωση στις τιμές των εγχωρίων παραγόμενων προϊόντων και αύξηση σε αυτές των εισαγόμενων. Και αυτός ο ισχυρισμός τους συγκροτεί ένα από τα πιο ισχυρά επιχειρήματα τους για την επιστροφή στην δραχμή.
Ακριβώς τους ίδιους ισχυρισμούς προβάλουν και ορισμένοι δεξιοί οικονομολόγοι προτείνοντας και αυτοί την έξοδο της χώρας μας από το ευρώ, τουλάχιστον μέχρι να ανακάμψει η οικονομία της. Για να δούμε τι λέει γιαυτό το θέμα ο Κώστας Βεργόπουλος σε μια συνέντευξη του στην εφημερίδα “εποχή”:
Αυτό εισηγούνται επίσης, και κυρίως, οι δεξιοί γερμανοί οικονομολόγοι, όπως ο Ζιν. Προτείνουν ανάκαμψη ανταγωνιστικότητας για την Ελλάδα, μέσω εξόδου από το ευρώ και υποτίμησης, ώστε να γίνουν πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα της. Αυτό σημαίνει στην ουσία προστατευτισμό, νομισματικό προστατευτισμό για την Ελλάδα ή τις άλλες προβληματικές χώρες της ΕΕ. Αυτό, όμως, θα το έκανε μια χώρα που δεν είναι μέλος της ΕΕ, που είναι μόνη της. Το έκανε η Αργεντινή, η Ισλανδία ή και άλλες χώρες. Μέσα στην ΕΕ υπάρχουν και άλλες μορφές που επιτρέπουν να μειώσουμε τις τιμές των εγχωρίων παραγόμενων προϊόντων και να ακριβύνουν αυτές των εισαγόμενων. Πρόσφατα, ο Εμανουελ Φαρι, από το Χάρβαρντ, υπενθυμίζει αυτό που έκανε ήδη η Γερμανία από το 2007, η ίδια η κ. Μέρκελ. Παρόμοιο μέτρο έλαβε, τελευταία, και ο Σαρκοζί στη Γαλλία. Γιατί να μην το κάνουν το ίδιο και οι χώρες της Ν. Ευρώπης;
Τι είναι ακριβώς αυτό;
Πρόκειται για αύξηση κατά 3-5% του Φ.Π.Α. και ταυτόχρονα μείωση των κοινωνικών εισφορών των γερμανικών επιχειρήσεων. Ακριβαίνουν έτσι οι τιμές των εισαγόμενων, αλλά των εγχώριων μειώνονται. Αυτό συνιστά οπωσδήποτε προστατευτισμό, αλλά εντός ευρώ. Το εξωφρενικό είναι ότι ενώ το έκανε ήδη αυτό η Γερμανία, κατηγορεί τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας για ροπή προς τον προστατευτισμό.