του Γιώργου Καλαντζόπουλου
(ένα ερώτημα στον Κώστα Βεργόπουλο)
Ο Κώστας Βεργόπουλος σε ένα πρόσφατο άρθρο του (Διαπραγμάτευση ή εικονικός πνιγμός;) περιγράφει τους πραγματικούς όρους με τους οποίους διεξάγεται η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τα επιτελεία της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Αναγνωρίζει τις υποχωρήσεις που έχει ήδη πραγματοποιήσει η ελληνική κυβέρνηση σε σχέση με τις προγραμματικές της διακηρύξεις: “Αποδέχθηκε να μετατεθεί στο μέλλον το ζήτημα του χρέους, δεσμεύθηκε στο να μην προβεί σε μονομερείς ενέργειες, παρουσίασε κατάλογο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, συναίνεσε σε αξιόλογο αριθμό αποκρατικοποιήσεων και ιδιωτικοποιήσεων. Κορυφαία παραχώρηση της : η αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος μέχρι 3,9% του ΑΕΠ, ξεπερνώντας σε αυτό ακόμη και την πρόσφατη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, η οποία το περιόριζε σε λιγότερο από 1,5% του ΑΕΠ.”
Επισημαίνει επίσης τις «κόκκινες γραμμές» που έχει θέσει στην διαπραγμάτευση: “Απορρίπτει πρόσθετες περικοπές μισθών και συντάξεων, εγκαθιστά την έννοια της ανθρωπιστικής κρίσης, θεσπίζει κατώτατο αφορολόγητο όριο 12000 ευρώ, επιλέγει δικαιότερο φορολογικό σύστημα με αύξηση της φορολόγησης των υψηλότερων εισοδημάτων”
Διαπιστώνει όμως το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων, αφού αυτές οι «κόκκινες γραμμές» δεν γίνονται δεκτές: “Ωστόσο, φαίνεται πως όλες οι παραχωρήσεις δεν αρκούν για να ξεπερασθεί η ευρωπαϊκή διαπραγματευτική δυστοκία και ολιγωρία. Η Ευρώπη, όχι μόνον δεν διαπραγματεύεται με την Αθήνα, αλλά φαίνεται αμετακίνητη και πεπεισμένη ότι όσο η συμφωνία μετατίθεται στο μέλλον και ο χρόνος κυλά ατελέσφορος, ο βρόγχος σφίγγει όλο και περισσότερο στον λαιμό της ελληνικής πλευράς.”
Όμως δεν απαντά στο τι πρέπει να γίνει.