Αναδημοσίευση από το "geniusloci2017"
Του Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν
Η ψηφιοποίηση του βιόκοσμου (lebenswelt) προχωρά δίχως σταματημό. Μεταμορφώνει ριζικά την αντίληψη μας, η σχέση μας προς το κόσμο και την κοινή μας ζωή. Η φρενίτιδα της επικοινωνίας και της πληροφορίας είναι καταπληκτική. Το τσουνάμι της πληροφορίας εξαπολύει καταστροφικές δυνάμεις. Έχει επίσης πάρει τον έλεγχο του κόσμου της πολιτικής, δημιουργώντας τεράστια ρήγματα και διακοπές στις δημοκρατικές διαδικασίες. Η δημοκρατία εκφυλίζεται σε ινφοκρατία (infocracy).
Στην αρχή της δημοκρατικής εποχής, το βιβλίο ήταν το κεντρικό μέσο. Το βιβλίο ήταν αυτό στο οποίο βασίστηκε ο λογικός διάλογος του Διαφωτισμού. Η συλλογιστική δημόσια σφαίρα, που είναι απαραίτητη για την δημοκρατία, ήταν το αποτέλεσμα ενός κοινού που στοχάζονταν και διάβαζε. Στο Δομικό Μετασχηματισμό της Δημόσιας Σφαίρας, ο Jürgen Habermas τονίζει πως υπάρχει μια στενή σχέση μεταξύ του βιβλίου και ενός δημοκρατικού κοινού:
«Από ένα βιβλιόφιλο κοινό που αποτελούνταν κυρίως από αστούς [Bürger] και κατοίκους των πόλεων [Stadtbürger] και που ήταν μεγαλύτερο από τη δημοκρατία των λόγιων… αναδύθηκε εκεί στο κέντρο της ιδιωτικής σφαίρας, ας πούμε, ένα σχετικά πυκνό δίκτυο δημόσιας επικοινωνίας».
Δίχως το τυπογραφικό πιεστήριο, δεν θα υπήρχε Διαφωτισμός, καμιά κουλτούρα που να βασίζεται στη λογική και στο στοχασμό. Σε μια κουλτούρα βασισμένη στα βιβλία, ο δημόσιος διάλογος είναι λογικά συνεκτικός: «Σε μια κουλτούρα που κυριαρχείται από τη τυπογραφία, ο δημόσιος διάλογος τείνει να χαρακτηρίζεται από μια συνεκτική, τακτική διάταξη γεγονότων και ιδεών».
Ο πολιτικός λόγος του 19ου αιώνα, που ήταν μια κουλτούρα βιβλίων, ήταν πολύ πιο εκτεταμένος και περίπλοκος από ότι σήμερα. Οι διάσημες συλλογιστικές αντιπαραθέσεις μεταξύ του Ρεπουμπλικάνου Abraham Lincoln και του Δημοκρατικού Stephen A. Douglas αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σε μια συζήτηση το 1854, ο Douglas μίλησε πρώτα για τρεις ώρες, στον Lincoln δόθηκαν τρεις ώρες για να απαντήσει, μετά από αυτές ο Douglas μίλησε για ακόμη μια ώρα. Και οι δυο ομιλητές ανέλυσαν πολύπλοκα πολιτικά γεγονότα και χρησιμοποίησαν εξίσου πολύπλοκες διατυπώσεις. Το κοινό έδειξε εντυπωσιακές ικανότητες συγκέντρωσης. Για το κοινό, η συμμετοχή στο δημόσιο διάλογο ήταν σταθερό στοιχείο της κοινωνικής ζωής.
Τα ηλεκτρονικά μαζικά μέσα καταστρέφουν το λογικό διάλογο που δημιουργήθηκε από τη κουλτούρα του βιβλίου, παράγοντας μια μιντιοκρατία (mediacracy). Τα ηλεκτρονικά μαζικά μέσα έχουν συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Εξαιτίας της αμφιθεατρικής τους δομής, οι δέκτες τους είναι καταδικασμένοι στην παθητικότητα. Ο Habermas θεωρεί τα μαζικά μέσα υπεύθυνα για την διάβρωση της δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας. Αντίθετα από ένα βιβλιόφιλο κοινό, το τηλεοπτικό κοινό διατρέχει το κίνδυνο απώλειας δικαιωμάτων:
«τα προγράμματα που στέλνονται από τα νέα μέσα περιορίζουν τις αντιδράσεις των αποδεκτών τους με ένα παράξενο τρόπο. Αιχμαλωτίζουν τα μάτια και τα αυτιά του κοινού υπό τον έλεγχο τους αλλά ταυτόχρονα, αφαιρώντας την απόσταση του, το θέτουν υπό ‘κηδεμονία’, που σημαίνει πως του στερούν την ευκαιρία να πουν κάτι και να διαφωνήσουν. Η κριτική συζήτηση ενός βιβλιόφιλου κοινού τείνει να δώσει τη θέση της σε ‘ανταλλαγές περί γούστου και προτιμήσεων’ μεταξύ καταναλωτών…. Ο κόσμος διαμορφωμένος από τα μαζικά μέσα είναι δημόσια σφαίρα μόνο στην εμφάνιση».
Σε μια μιντιοκρατία, η πολιτική υποτάσσεται στη λογική των μαζικών μέσων. Η αρχή της ψυχαγωγίας καθορίζει πώς μεταφέρονται τα πολιτικά ζητήματα και υπονομεύει την λογική. Στο βιβλίο του Amusing Ourselves to Death, ο Αμερικάνος θεωρητικός των μέσων Neil Postman δείχνει πως το Infotainment οδηγεί στην διάβρωση της δύναμης της κριτικής και βυθίζει την δημοκρατία στη κρίση, η δημοκρατία γίνεται τηλεκρατία. Η υψηλότερη προτεραιότητα είναι να προσφερθεί ψυχαγωγία, και αυτό γίνεται και η προτεραιότητα και στη πολιτική:
«Προσπάθειες για την απόκτηση γνώσης και για οξυδέρκεια αφαιρούνται από την βιομηχανία του αποπροσανατολισμού. Ως συνέπεια, βλέπουμε μια ταχεία παρακμή της ανθρώπινης ικανότητας για κριτική. Η βιομηχανία του αποπροσανατολισμού αποτελεί μια ξεκάθαρη απειλή: κάνει τους ανθρώπους ανώριμους, ή τους κρατά σε μια κατάσταση ανωριμότητας. Και διαβρώνει το κοινωνικό θεμέλιο της δημοκρατίας. Διασκεδάζουμε τους εαυτούς μας μέχρι θανάτου».
Τα νέα αρχίζουν να παίρνουν τη μορφή της ιστορίας, η διάκριση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας γίνεται δυσδιάκριτη. Ο Habermas αναφέρεται επίσης στη καταστροφική επίδραση του infotainment πάνω στο λόγο: «Τα νέα και οι έρευνες ακόμη και οι γνώμες ντύνονται με τις στολές της ψυχαγωγικής λογοτεχνίας».
Η μιντιοκρατία είναι επίσης θεατροκρατία (theatrocracy). Η πολιτική ελαχιστοποιείται σε μια σειρά από σκηνοθετημένα γεγονότα στα μαζικά μέσα. Η εκλογή ενός ηθοποιού, του Ronald Reagan, ως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν το ζενίθ της μιντιοκρατίας. Αυτό που μετρά στους τηλεοπτικούς διαλόγους δεν είναι η ποιότητα του επιχειρήματος αλλά η παράσταση. Ο χρόνος της τοποθέτησης των προεδρικών υποψήφιων είναι ασφυκτικά περιορισμένος. Αλλάζουν το τρόπο που μιλάνε. Ο υποψήφιος με τη καλύτερη αυτοπαρουσίαση κερδίζει τις εκλογές. Ο διάλογος εκφυλίζεται σε θέαμα και εμπορικά σλόγκαν. Η πολιτική ουσία γίνεται όλο και λιγότερο σημαντική. Η πολιτική αδειάζει, ελαχιστοποιείται σε τηλεκρατική εικονοπολιτική.
Η τηλεόραση τεμαχίζει το διάλογο. Ακόμη και τα έντυπα μέσα παίρνουν το στίγμα τους από τη τηλεόραση: «Στην εποχή της τηλεόρασης, η παράγραφος γίνεται η βασική μονάδα των ειδήσεων στα έντυπα μέσα…, δεν είναι μακριά η στιγμή που θα δίνεται βραβείο για την καλύτερη ερευνητική πρόταση. Αν και το ραδιόφωνο είναι κατάλληλο για τη χρήση λογικής και περίπλοκης γλώσσας, το ραδιόφωνο είναι υπό τον έλεγχο της μουσικής βιομηχανίας. Η γλώσσα του είναι ‘γενικά προσαρμοσμένη να προκαλεί ενστικτώδη αντίδραση’ και γίνεται το ‘γλωσσικό ανάλογο’ της ροκ μουσικής».
Η ιστορία της κυριαρχίας μπορεί να ιδωθεί με όρους διαφορετικών οθονών. Η αλληγορία της σπηλιάς του Πλάτωνα περιγράφει μια αρχαϊκή οθόνη. Η σπηλιά είναι χτισμένη σαν σκηνή θεάτρου. Πίσω από τις πλάτες των φυλακισμένων, οι ακροβάτες εκτελούν τα «καλλιτεχνικά κόλπα» τους, με την φωτιά να ρίχνει τις σκιές των αντικειμένων των ακροβατών και μορφών στον τοίχο της σπηλιάς. Οι φυλακισμένοι, που είναι σε δεσμά από τη παιδική τους ηλικία, βλέπουν μόνο τις σκιές και τις θεωρούν ως τη μοναδική πραγματικότητα. Η αρχαϊκή οθόνη του Πλάτωνα δείχνει την κυριαρχία του μύθου.
Η λεγόμενη «τηλεοθόνη» παίζει κεντρικό ρόλο στο ολοκληρωτικό κράτος επιτήρησης του Orwell. Δείχνει διαρκώς προπαγάνδα. Μπροστά της, οι μάζες εκτελούν τελετουργίες υποταγής, ψάλλοντας σε μια κατάσταση συλλογικής διέγερσης. Στις ιδιωτικές κατοικίες, η τηλεοθόνη λειτουργεί ως κάμερα παρακολούθησης, και περιλαμβάνει ένα πολύ ευαίσθητο μικρόφωνο που καταγράφει και τους πιο ανεπαίσθητους ήχους. Οι άνθρωποι ζουν τις ζωές τους πιστεύοντας πως είναι υπό διαρκή παρακολούθηση από την Αστυνομία Σκέψης. Οι τηλεοθόνες δεν μπορούν να κλείσουν. Είναι επίσης μηχανισμοί βιοπολιτικής πειθάρχησης: κάθε μέρα, μεταδίδουν ένα μάθημα γυμναστικής που εξυπηρετεί το σκοπό της παραγωγής υποταγμένων σωμάτων.
Στην τηλεκρατία, η οθόνη παρακολούθησης του Μεγάλου Αδερφού αντικαθίσταται με την οθόνη της τηλεόρασης. Οι άνθρωποι δεν παρακολουθούνται. Δεν καταπιέζονται αλλά μετατρέπονται σε εθισμένους. Η Αστυνομία Σκέψης και το Υπουργείο Αλήθειας γίνονται περιτά. Αντί πόνου και βασανισμού, τα μέσα της κυριαρχίας είναι η διασκέδαση και η ψυχαγωγία: «στο 1984 … οι άνθρωποι ελέγχονται με την πρόκληση πόνου. Στο Θαυμαστό Νέο Κόσμο, ελέγχονται με την πρόκληση ηδονής. Με λίγα λόγια, ο Orwell φοβόνταν πως θα μας καταστρέψει το μίσος. Ο Huxley φοβόνταν πως θα μας καταστρέψει ο έρωτας».
Υπό πολλές απόψεις, ο Θαυμαστός Νέος Κόσμος του Huxley είναι πιο κοντά στη σημερινή εποχή από ότι το κράτος επιτήρησης του Orwell. Είναι μια κατευναστική κοινωνία. Ο πόνος αποδοκιμάζεται, και τα έντονα συναισθήματα καταπιέζονται. Κάθε επιθυμία και κάθε ανάγκη πρέπει να ικανοποιείται αμέσως. Οι άνθρωποι αποβλακώνονται από την διασκέδαση, την κατανάλωση και την ψυχαγωγία. Οι ζωές τους κυριαρχούνται από την παρόρμηση να είναι ευτυχισμένοι. Το κράτος διανέμει ένα ναρκωτικό που ονομάζεται «σόμα» για να αυξήσει την αίσθηση ευτυχίας μεταξύ του πληθυσμού. Αντί της τηλεοθόνης, ο Θαυμαστός Νέος Κόσμος του Huxley διαθέτει κινηματογράφους που δείχνουν «αισθηματικές ταινίες» ή «αισθηματηριακές». Περιλαμβάνουν ένα «όργανο όσφρησης» και προσφέρουν μια εμπειρία σε ολόκληρο το σώμα που κάνει τους ανθρώπους απαθείς. Όπως το σόμα, χρησιμοποιούνται ως μέσα κυριαρχίας.
Σήμερα, οι τηλεοθόνες και οι τηλεοπτικές οθόνες έχουν αντικατασταθεί από οθόνες επαφής. Το έξυπνο τηλέφωνο είναι το νέο μέσο κυριαρχίας. Υπό το καθεστώς της πληροφορίας, οι άνθρωποι δεν είναι πλέον παθητικοί θεατές που παραδίδονται στη ψυχαγωγία. Είναι ενεργοί μεταδότες. Παράγουν και καταναλώνουν διαρκώς πληροφορία. Η επικοινωνία έχει γίνει μια μορφή εθισμού και παρόρμησης, και η φρενίτιδα της επικοινωνίας εξασφαλίζει πως οι άνθρωποι παραμένουν σε μια νέα κατάσταση ανωριμότητας. Η συνταγή κυριαρχίας του καθεστώτος της πληροφορίας είναι: επικοινωνούμε τους εαυτούς μας μέχρι θανάτου.
Στο Δομικό Μετασχηματισμό της Δημόσιας Σφαίρας, που εκδόθηκε το 1962, ο Habermas μπορούσε να μιλήσει μόνο για τα ηλεκτρονικά μαζικά μέσα. Σήμερα, τα ψηφιακά μέσα υποτάσσουν την δημόσια σφαίρα σε μια ριζική δομική αλλαγή που θα απαιτούσε μια ουσιαστική αναθεώρησης της θέσης του Habermas. Στην εποχή των ψηφιακών μέσων, η συλλογιστική δημόσια σφαίρα απειλείται όχι από τις μορφές ψυχαγωγίας των μαζικών μέσων αλλά από την ανεξέλεγκτη διάδοση και διάχυση πληροφορίας, δηλαδή, από μια ινφοδημία (infodemic). Τα ψηφιακά μέσα δείχνουν μια φυγόκεντρο δύναμη που κατακερματίζει τη δημόσια σφαίρα. Η αμφιθεατρική δομή των μαζικών μέσων δίνουν τη θέση τους στη ριζωματική δομή της δημόσιας σφαίρας, που δεν έχει κέντρο. Η δημόσια σφαίρα καταρρέει σε ιδιωτικούς χώρους, η προσοχή μας διασπάται παρά επικεντρώνεται σε ζητήματα που αφορούν ολόκληρη την κοινωνία.
Αν πρόκειται να αποκτήσουμε μια βαθύτερη αντίληψη της ινφοκρατίας, της δημοκρατικής κρίσης υπό το καθεστώς της πληροφορίας, χρειαζόμαστε μια φαινομενολογία της πληροφορίας. Η δημοκρατική κρίση ξεκινά στο νοητικό επίπεδο. Η πληροφορία είναι σχετική μόνο στιγμιαία. Επειδή ζει από την «γοητεία της έκπληξης», η πληροφορία στερείται χρονικής σταθερότητας, και εξαιτίας της χρονικής της αστάθειας, κατακερματίζει την αντίληψη μας. Τραβά την πραγματικότητα σε μια «μόνιμη φρενίτιδα επικαιρότητας». Δεν είναι εφικτό να σταθούμε στη πληροφορία. Αυτό κάνει το νοητικό σύστημα ανήσυχο. Η παρόρμηση προς την επιτάχυνση, έμφυτη στη πληροφορία, σημαίνει πως χρονοβόρες γνωστικές διαδικασίες όπως η γνώση, η εμπειρία και η διορατικότητα παραμερίζονται.
Εξαιτίας της στιγμιαίας σημασίας της, η πληροφορία εξαϋλώνει το χρόνο. ο χρόνος αποσυντίθεται σε μια απλή ακολουθία σημειακού τύπου παρουσιών. Από την άποψη αυτή, η πληροφορία διαφέρει από την αφήγηση, που δημιουργεί χρονική συνέχεια. Σήμερα ο χρόνος είναι κατακερματισμένος σε κάθε επίπεδο. Οι χρονικές αρχιτεκτονικές που στηρίζουν και σταθεροποιούν τη ζωή και την αντίληψη διαβρώνονται όλο και περισσότερο. Η γενικά βραχυχρόνια φύση της κοινωνίας της πληροφορίας δεν είναι ευνοϊκή για την δημοκρατία. Ο διάλογος χαρακτηρίζεται από μια χρονικότητα που είναι ασύμβατη με την επιταχυμένη, κατακερματισμένη επικοινωνία. Ο διάλογος είναι χρονοβόρα πρακτική.
Η λογική σκέψη είναι και αυτή επίσης χρονοβόρα. Οι λογικές αποφάσεις απαιτούν μακροπρόθεσμη προοπτική. Βασίζονται στους συλλογισμούς που επεκτείνονται πέρα από τη παρούσα στιγμή τόσο στο παρελθόν όσο και στο μέλλον. Αυτή η χρονική επέκταση χαρακτηρίζει τη λογική. Στη κοινωνία της πληροφορίας, απλά δεν έχουμε το χρόνο για λογική δράση. Η τάση για επιταχυμένη επικοινωνία μας στερεί τον ορθολογισμό. Υπό την προσωρινή πίεση, αντίθετα επιλέγουμε την νοημοσύνη. Η νοημοσύνη έχει διαφορετική χρονικότητα. Η ευφυής πράξη στοχεύει σε βραχυπρόθεσμες λύσεις και επιτυχίες. Όπως σωστά παρατηρεί ο Luhmann: «Σε μια κοινωνία πληροφορίας δεν είναι πλέον δυνατό να μιλάμε για λογική συμπεριφορά. Στην καλύτερη είναι ευφυής».
Η συλλογιστική λογική σήμερα απειλείται από την συναισθηματική επικοινωνία. Επιτρέπουμε στους εαυτούς μας να επηρεαζόμαστε με ευκολία από γρήγορες ακολουθίες πληροφοριών. Είναι πιο γρήγορη η απεύθυνση στο συναίσθημα από ότι στη λογική. Στην συναισθηματική επικοινωνία, δεν είναι το καλύτερο επιχείρημα αλλά η πιο εντυπωσιακή πληροφορία που υπερισχύει. Οι ψευδείς ειδήσεις είναι πιο ενδιαφέρουσες από το γεγονός. Ένα μοναδικό tweet που περιέχει ψευδείς ειδήσεις ή ένα θραύσμα αποσυμφραζόμενης πληροφορίας μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική από ένα λογικό επιχείρημα.
Ο Trump, πρώτος τουιτερικός πρόεδρος, κατακερμάτισε τη πολιτική του σε tweet. Η πολιτική του ορίζεται όχι από ένα όραμα αλλά από μια ανεξέλεγκτη πληροφορία. Η ινφοκρατία προωθεί στραμμένες στην επιτυχία, εργαλειακές μορφές δράσης και οδηγεί στη διάδοση του οπορτουνισμού. Η Αμερικανίδα μαθηματικός Cathy O’Neil παρατηρεί πως ο Trump λειτουργεί σαν ένας τέλεια οπορτουνιστικός αλγόριθμος που λαμβάνει υπόψιν μόνο τις αντιδράσεις του ακροατηρίου. Προσωρινά σταθερές πεποιθήσεις ή αρχές θυσιάζονται για χάρη γρήγορων και βραχύβιων κερδών εξουσίας.
Η ψυχομετρική, αποκαλούμενη επίσης και ψυχογραφία, είναι μια μέθοδος με βάση δεδομένα για την διάγνωση ενός προφίλ προσωπικότητας. Όταν καταλήγει στην πρόβλεψη της συμπεριφοράς ενός ατόμου, η ψυχομετρική σκιαγράφηση ξεπερνά σε επίδοση ακόμη και εκείνη των φίλων ή συντρόφου του ατόμου αυτού. Με επαρκή δεδομένα, είναι δυνατό ακόμη να παραχθεί πληροφορία που προχωρά πέρα από αυτό που πιστεύουμε πως ξέρουμε για τους εαυτούς μας. Ένα έξυπνο κινητό είναι μια συσκευή ψυχομετρικής καταγραφής που τροφοδοτούμε κάθε μέρα, ακόμη και κάθε ώρα, με δεδομένα. Κάνει εφικτή τον ακριβή υπολογισμό της προσωπικότητας του χρήστη. Αυτό που είχε μόνο στη διάθεση του το πειθαρχικό καθεστώς ήταν δημογραφική πληροφορία, που έκανε δυνατή τη βιοπολιτική του. Το καθεστώς της πληροφορίας, αντίθετα, έχει πρόσβαση στη ψυχογραφική πληροφορία, την οποία χρησιμοποιεί για την ψυχοπολιτική του.
Η ψυχομετρική είναι ένα ιδανικό εργαλείο για ψυχοπολιτικό μάρκετινγκ στη πολιτική. Η αποκαλούμενη μίκρο-εστίαση χρησιμοποιεί τη ψυχομετρική σκιαγράφηση. Οι ψηφοφόροι λαμβάνουν προσωποποιημένες διαφημίσεις, με βάση τα ψυχογραφήματα τους, μέσω των κοινωνικών δικτύων. Όπως η καταναλωτική συμπεριφορά η εκλογική συμπεριφορά υπόκειται σε ασυνείδητες επιρροές. Η υποκινούμενη από δεδομένα ινφοκρατία υπονομεύει την δημοκρατική διαδικασία, η οποία απαιτεί αυτονομία και ελευθερία της επιθυμίας. Μετά την εκλογική νίκη του Trump το 2016. Η βρετανική εταιρεία ανάλυσης δεδομένων Cambridge Analytica δήλωσε θριαμβευτικά: «Είμαστε ενθουσιασμένοι που η επαναστατική μας προσέγγιση στις προσανατολισμένες σε δεδομένα επικοινωνίες έπαιξαν τόσο σημαντικό ρόλο στην εκπληκτική νίκη του εκλεγέντος προέδρου Donald Trump».
Η μίκρο-εστίαση δεν πληροφορεί τους εκλογείς για το πολιτικό πρόγραμμα ενός κόμματος. Αντίθετα, οι εκλογείς λαμβάνουν χειριστικές εκλογικές διαφημίσεις, και συχνά ψευδείς ειδήσεις, με βάση τα ψυχογραφήματα τους. Χιλιάδες εκδοχές μιας διαφήμισης δοκιμάζονται για την αποτελεσματικότητα τους. Αυτές οι ψυχομετρικά βελτιστοποιημένες σκοτεινές διαφημίσεις αντιπροσωπεύουν κίνδυνο για τη δημοκρατία. Ο καθένας λαμβάνει ένα διαφορετικό μήνυμα· το κοινό έτσι κατακερματίζεται. Διαφορετικές ομάδες λαμβάνουν διαφορετική, συχνά αντιφατική, πληροφορία. Οι πολίτε2ς δεν προσέχουν πλέον ζητήματα που αφορούν ολόκληρη την κοινωνία. Αντίθετα, έχουν από-χειραφετηθεί, αντιμετωπίζονται σαν εκλογικό κοπάδι προς χειραγώγηση για να οδηγήσει τους πολιτικούς στην εξουσία. Οι σκοτεινές διαφημίσεις συμβάλλουν στη διαίρεση και πόλωση της κοινωνίας και δηλητηριάζουν την συλλογιστική ατμόσφαιρα. Είναι αόρατες στο κοινό και έτσι απελευθερωμένες από μια από τις βασικές αρχές της δημοκρατίας: την αυτό-παρατήρηση της κοινωνίας.
Σήμερα, οποιοσδήποτε με πρόσβαση στο διαδίκτυο μπορεί να δημιουργήσει τα δικά του πληροφοριακά κανάλια. Η τεχνολογία ψηφιακής πληροφορίας μειώνει τα κόστη παραγωγής για την πληροφορία σε πρακτικά τίποτα. Ένας λογαριασμός στο Twitter ή ένα κανάλι στο YouTube μπορούν να δημιουργηθούν με μερικές κινήσεις των χεριών. Στην εποχή των μαζικών μέσων, αντίθετα, το κόστος παραγωγής για την πληροφορία ήταν δραματικά ψηλότερο. Η δημιουργία ενός ειδησεογραφικού καναλιού είναι μια κοπιαστική διαδικασία. Παρομοίως, μια κοινωνία μαζικών μέσων στερείται της υποδομής για τη μαζική παραγωγή ψευδών ειδήσεων. Η τηλεόραση μπορεί να είναι το βασίλειο της ψευδαίσθησης, αλλά δεν είναι ακόμη το εργοστάσιο παραγωγής ψευδών ειδήσεων. Η τηλεκρατική μιντιοκρατία βασίζεται στη ψυχαγωγία και τη διασκέδαση, όχι στις ψευδείς ειδήσεις και την παραπληροφόρηση. Οι δομικές συνθήκες για την ινφοκρατική αναστάτωση της δημοκρατίας ήρθαν μόνο με το ψηφιακό δίκτυο.
Η μιντιοκρατία μειώνει την εκλογική μάχη σε ένα πόλεμο για την πιο πετυχημένη παράσταση στα μαζικά μέσα. Αντί να συμμετέχουν στο διάλογο, οι πολιτικοί προσπαθούν να παρουσιάσουν μια ελκυστική παράσταση. Η τηλεόραση, ως το βασικό μέσο της μιντιοκρατίας, λειτουργεί ως πολιτική σκηνή. Στην ινφοκρατία, αντίθετα, η εκλογική μάχη εκφυλίζεται σε πόλεμο της πληροφορίας. Το Twitter δεν είναι μιντιοκρατική σκηνή αλλά ινφοκρατική αρένα. Ο Trump δεν νοιάζεται να προσφέρει μια καλή παράσταση. Ηγείται ενός ανελέητου πολέμου πληροφορίας.
Οι πόλεμοι της πληροφορίας διεξάγονται σήμερα χρησιμοποιώντας κάθε πιθανό τεχνολογικό και ψυχολογικό μέσο. Στις ΗΠΑ και το Καναδά, οι ψηφοφόροι κατακλύζονται ψευδών ε8ιδήσεων μέσω αυτοματοποιημένων τηλεφωνικών μηνυμάτων. Στρατιές ιντερνετικών τρολ παρεμβαίνουν στις εκλογικές μάχες διαδίδοντας συστηματικά ψευδείς ειδήσεις και θεωρίες συνωμοσίας. Κοινωνικά bot – αυτοματοποιημένοι λογαριασμοί στα κοινωνικά μέσα που προσποιούνται τους πραγματικούς ανθρώπους – ποστάρουν, τουιτάρουν, κάνουν λάικ και μοιράζονται. Διαχέουν ψευδείς ειδήσεις και σχόλια γεμάτα μίσος· προκαλούν αναστάτωση. Με το τρόπο αυτό, οι πολίτες αντικαθίστανται από ρομπότ. Με μηδενικό οριακό κόστος, τα ρομπότ αυτά δημιουργούν φωνές (Stimmen) που παράγουν διάθεση (Stimmung) και έτσι παραμορφώνουν σοβαρά τον πολιτικό λόγο. Αυξάνουν τεχνητά τους αριθμούς ακόλουθων για συγκεκριμένους λογαριασμούς, δίνοντας με το τρόπο αυτό σε ορισμένες απόψεις την εμφάνιση δύναμης. Τα tweet και τα σχόλια αυτών των bot μπορούν να ανατρέψουν το κλίμα γνώμης. Μπορεί να μην επηρεάζουν άμεσα τις αποφάσεις των ψηφοφόρων, αλλά χειραγωγούν το περιβάλλον μέσα στο οποίο λαμβάνονται οι απόψεις. Οι εκλογείς επηρεάζονται δίχως να το αντιλαμβάνονται. Όταν οι πολιτικοί λαμβάνουν υπόψιν το κλίμα στα κοινωνικά μέσα, οι πολιτικές αποφάσεις επηρεάζονται έτσι έμμεσα από τα bot των κοινωνικών μέσων. Και αν οι πολίτες αλληλοεπιδράσουν με ρομπότ που κατασκευάζουν απόψεις και επιτρέψουν στον εαυτό τους να χειραγωγηθούν από αυτά, αν παράγοντες των οποίων το υπόβαθρο και τα κίνητρα παραμένουν κρυφά παρεμβαίνουν σε πολιτικούς διαλόγους, η δημοκρατία είναι σε κίνδυνο. Όταν μια εκλογική μάχη παίρνει τη μορφή πολέμου της πληροφορίας, δεν είναι το καλύτερο επιχείρημα αλλά ο πιο έξυπνος αλγόριθμος που κυριαρχεί. Σε μια ινφοκρατία, στον πόλεμο αυτό της πληροφορίας, ο διάλογος δεν έχει θέση.
Σε μια ινφοκρατία, η πληροφορία είναι όπλο. Η ιστοσελίδα του γνωστού Αμερικάνου ακραίου δεξιού και συνωμοσιολόγου Alex Jones ονομάζεται χαρακτηριστικά Infowars. Ο Jones είναι σημαντικός εκπρόσωπος της ινφοκρατίας. Οι χοντροκομμένες θεωρίες συνωμοσίας του και οι ψευδείς ειδήσεις του φτάνουν σε ένα ακροατήριο εκατομμυρίων, και τα εκατομμύρια αυτά τον πιστεύουν. Παρουσιάζει τον εαυτό του ως «ινφοπολεμιστή» που πολεμά εναντίον του πολιτικού κατεστημένου. Ο Jones ήταν ανάμεσα σε εκείνους που ευχαρίστησε ανοιχτά ο Donald Trump για την βοήθεια του στην εκλογική του νίκη το 2016. Οι πόλεμοι της πληροφορίας που διεξάγονται με ψευδείς πληροφορίες και θεωρίες συνωμοσίας είναι σύμπτωμα μιας κατάστασης της δημοκρατίας στην οποία η αλήθεια και η ειλικρίνεια δεν έχουν πλέον καμιά σημασία. Η δημοκρατία εξαφανίζεται σε μια αδιαπέραστη ζούγκλα πληροφοριών.
Τα αποκαλούμενα μιμίδια (memes) παίζουν κεντρικό ρόλο στις εκλογικές μάχες που δίνονται ως πόλεμοι της πληροφορίας. Τα μιμίδια είναι κομικές ζωγραφιές με σύντομα, προκλητικά συνθήματα, μονταρισμένες φωτογραφίες ή σύντομα βίντεο που διαδίδονται αστραπιαία στα κοινωνικά μέσα. Μετά την εκλογική νίκη του Donald Trump, η Chicago Tribune παρέθεσε ένα χρήστη του διαδικτυακού φόρουμ 4chan: «Πρακτικά εκλέξαμε ένα μιμίδιο για πρόεδρο». Το CNN χαρακτήρισε τις εκλογές του 2020 ως «μιμιδιακές εκλογές». Η εκλογική μάχη ήταν «ο μεγάλος μιμιδιακός πόλεμος». Κάποιοι μίλησαν για «μιμιδιακό πόλεμο».
Τα μιμίδια είναι διαδικτυακοί ιοί που διαδίδονται με μεγάλη ταχύτητα, αναπαράγονται και μεταλλάσσονται. Η κεντρική πληροφορία – το RNA του μιμιδίου ας πούμε – εμφυτεύεται σε ένα μολυσματικό οπτικό κέλυφος. Επειδή τα μιμίδια στοχεύουν κυρίως να πυροδοτήσουν συναισθήματα, η αστραπιαία μιμιδιακή επικοινωνία κάνει το λογικό διάλογο πιο δύσκολο. Το φαινόμενο των μιμιδιακών πολέμων δείχνει πως η ψηφιακή επικοινωνία είναι όλο και πιο οπτική παρά κειμενική. Εν τέλει χρειάζεται πολύ λιγότερος χρόνος να απορροφήσεις μια εικόνα από το να διαβάσεις ένα κείμενο. Ο διάλογος και η αλήθεια δεν διαδίδονται αστραπαία. Επειδή οι εικόνες δεν παρουσιάζουν επιχειρήματα ή δεν προσφέρουν δικαιολογίες, η αυξανόμενη οπτικοποίηση της επικοινωνίας είναι ένα επιπλέον εμπόδιο στο δημοκρατικό λόγο.
Η δημοκρατία είναι μια αργή και μακροχρόνια διαδικασία. Απαιτεί χρόνο. για το λόγο αυτό, η αστραπιαία διάδοση της πληροφορίας, η ινφοδημία, είναι ιδιαίτερα επιζήμια στη δημοκρατική διαδικασία. Τα επιχειρήματα και οι δικαιολογίες δεν μπορούν να συνοψιστούν σε ένα tweet ή μιμίδιο που διαδίδεται και πολλαπλασιάζεται με αστραπιαία ταχύτητα. Η λογική συνάφεια που χαρακτηρίζει τον διάλογο είναι ξένη προς τα ψηφιακά μέσα. Η πληροφορία ακολουθεί τη δική της λογική, έχει τη δική της χρονικότητα – έχει τη δική της αξιοπρέπεια πέρα από την αλήθεια και το ψεύδος. Οι ψευδείς ειδήσεις πρώτα από όλα πληροφορία. Παράγει το αποτέλεσμα της πριν καν αρχίσει η διαδικασία της επαλήθευσης. Η πληροφορία προσπερνά την αλήθεια, και η αλήθεια δεν μπορεί αν την προλάβει ποτέ. Κάθε απόπειρα καταπολέμησης της ινφοδημίας με την αλήθεια είναι έτσι καταδικασμένη να αποτύχει. Η ινφοδημία είναι ανθεκτική στην αλήθεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου