«Εδώ έχει μεγαλύτερη αξία να υπογραμμιστεί το γεγονός πως σημαντικότερη βαρύτητα και από την ηθική διάσταση του θέματος έχει το γνωσιολογικό!
Θέλω να πω, δεν είναι μόνο το ξεφτιλίκι μιας ζάμπλουτης – με αριστερά και πατριωτικά αισθήματα, ωστόσο- να μην αφήνει σεντ ανεκμετάλλευτο, έστω και με κίνδυνο να γίνει ρόμπα
Το κυριότερο είναι πως η κυρία Αντωνοπούλου –και πολλοί ακόμη στην κυβέρνηση κι αλλού- αγνοούν τι σημαίνει χιλιάρικο για τον μέσο έλληνα πολίτη. Αγνοούν ολοκληρωτικά τι σημαίνει να μην βγάζεις ποτέ δεκαπενθήμερο –κανένα δεκαπενθήμερο. Θεωρούν πως αυτά που συμβαίνουν στην κοινωνική πλειοψηφία τους αφορούν μόνο ως χομπίστες, που επιδεικνύουν τις «ικανότητές» τους στην επίλυση προβλημάτων. Όχι δικών τους προβλημάτων, ευτυχώς.
Από αυτήν την άποψη, το ερώτημα «Αν θέλεις την ισότητα γιατί είσαι τόσο πλούσιος;», όπως το έθεσε ο G. A. Cohen, παραμένει καίριο. Κι επιδέχεται μόνο πρακτικές απαντήσεις. Η κυρία Αντωνοπούλου απάντησε πρακτικά –πρακτικότερα δεν γινόταν.
Γι’ αυτό, χέστε μας με το έργο της και τις συναφείς ανοησίες. Αϊ στο διάβολο, που λέει ο λόγος. Αϊ στο διάλο.»
Απόσπασμα από το κείμενο: «Ηθική, ενοίκια και καταθέσεις». του Χρήστου Λάσκου
Θα συμφωνήσουμε με τον Χρήστο Λάσκο ότι “πράγματι σημαντικότερη βαρύτητα και από την ηθική διάσταση του θέματος έχει το γνωσιολογικό”.
Θα διαφωνήσουμε όμως στην διαπίστωση ότι “η κυρία Αντωνοπούλου –και πολλοί ακόμη στην κυβέρνηση κι αλλού- αγνοούν τι σημαίνει χιλιάρικο για τον μέσο έλληνα πολίτη”. Δεν πιστεύουμε ότι είναι τόσο αφελείς ή ότι δεν έχουν συναίσθηση της κατάστασης που επικρατεί στην κοινωνία...
Φαίνεται πως και ο Χρήστος Λάσκος αντιλαμβάνεται ότι αυτή η άγνοια δεν μπορεί να προσληφθεί ως προφανής, γιαυτό προσθέτει στην συνέχεια μια συμπληρωματική επεξήγηση: «Θεωρούν πως αυτά που συμβαίνουν στην κοινωνική πλειοψηφία τους αφορούν μόνο ως χομπίστες, που επιδεικνύουν τις «ικανότητές» τους στην επίλυση προβλημάτων. Όχι δικών τους προβλημάτων, ευτυχώς».
Ο Χρήστος Λάσκος διατυπώνει δηλαδή την θέση ότι τα πολιτικά πρόσωπα που στελεχώνουν τις κρατικές θέσεις θα πρέπει να είναι «εκπρόσωποι του λαού» και όχι απλά έμμισθοι «τεχνοκράτες» που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο κυβερνητικό έργο από την θέση που έχουν αναλάβει.
Eίναι όμως κατακτημένη «γνώση» ότι τα πολιτικά στελέχη της σημερινής κυβέρνησης δεν είναι «εκπρόσωποι του λαού».
Αυτή η «γνώση» δεν προέκυψε τώρα, από την στάση της κ. Αντωνοπούλου, τεκμηριώνεται από πολλές και σοβαρότερες αιτιάσεις, σε σχέση με αυτές που προβάλλονται στο κείμενό του. Επίσης - γιατί να το κρύψωμε άλλωστε - δεν περνάει απ' το μυαλό μας πως ο Χρήστος Λάσκος θεώρησε ποτέ ότι η κ. Αντωνοπούλου λειτούργησε ως «εκπρόσωπος του λαού» στο κράτος...
Αυτά για εισαγωγή στην γνωσιολογία, την οποία επικαλείται ο Χρήστος Λάσκος.
Η «γνωσιολογία» του, δεν προσφέρει κάτι που μπορεί να εξηγήσει επαρκώς το χάσμα ανάμεσα στο “πρέπει” που θέτει για τους «εκπρόσωποι του λαού», και σε ότι “συμβαίνει” πραγματικά.
Όμως δεν πολυνοιάζεται γιαυτό, γιατί δεν ενδιαφέρεται να προβάλλει την “γνώση” αλλά την “ηθική” διάσταση του ζητήματος. Γιαυτό στο τέλος του κειμένου του επικαλείται την απάντηση που διατυπώνει στο αυτοαναφορικό και υπαρξιακό ερώτημα ο κ A. Cohen (πολυεκατομμυριούχος και αυτός σαν την κ. Αντωνοπούλου) : πώς γίνεται ένας «προικισμένος» πλούσιος να πιστεύει πραγματικά στην ανάγκη ισότητας, ενώ ταυτόχρονα δεν κάνει μεγάλες θυσίες για να προκύψει αυτή η ισότητα (πχ να χαρίζει μεγάλο τμήμα του εισοδήματός του υπέρ των φτωχών);
Προφανώς η πολιτική έχει και μια ηθική διάσταση. Όμως όταν με την “ηθική” γίνεται πολιτική, τότε τα πράγματα μπερδεύονται περισσότερο από άποψη “γνωσιολογίας”, αντί να ξεκαθαρίζουν.
Πέρα από τα ηθικά ζητήματα που αφορούν τους ίδιους τους «πολυεκατομμυριούχους» ως υποκείμενα, υπάρχει και μια άλλη πλευρά: πως τους κρίνουν ηθικά οι άλλοι, δηλαδή ο “λαουτζίκος”. Αυτή την πλευρά την επισημαίνει ο Χρήστος Λάσκος, αλλά δεν της αποδίδει την πρέπουσα σημασία από άποψη ...γνωσιολογίας: «δεν είναι μόνο το ξεφτιλίκι μιας ζάμπλουτης - με αριστερά και πατριωτικά αισθήματα, ωστόσο - να μην αφήνει σεντ ανεκμετάλλευτο, έστω και με κίνδυνο να γίνει ρόμπα».
Aυτή η άποψη εκφράζει την κύρια πλευρά του ζητήματος «Αντωνοπούλου» και έχει εξέχουσα πολιτική σημασία: Όχι γιατί συμπυκνώνει το ιδεολόγημα που έκρινε την αποπομπή της από κυβερνητική θέση που κατείχε, όπως διατυπώθηκε δια στόματος Α. Τσίπρα, αλλά γιατί προωθεί τελικά τα πολιτικά προτάγματα του νεοφιλελευθερισμού. Και εδώ πράγματι πραγματικά έγκειται “γνωσιολογική” σημασία του θέματος «Αντωνοπούλου».
Η επίθεση του νεοφιλελευθερισμού στη μισθωτή εργασία και στα εργασιακά δικαιώματα έχει αποσαθρώσει την βασική αρχή: «ίση αμοιβή για ίση εργασία», αρχή που αποτελούσε ένα από τους άξονες διαπραγμάτευσης του εργατικού κινήματος τον προηγούμενο αιώνα. Αυτή η αρχή άρχισε να καταστρατηγείται με την επιβολή των διάφορων μορφών ελαστικής εργασίας που διαμορφώνουν τελικά τις διαφορετικές αμοιβές (μισθό) των εργαζομένων για «ίση εργασία». Την εποχή των μνημονίων στην χώρα μας προστέθηκαν και τα “εισοδηματικά κριτήρια” ως κριτήριο/μέτρο για την αμοιβή της εργασίας. Πρόκειται για μια επιθετική πολιτική στο πυρήνα των εργασιακών σχέσεων που δεν έχει σχέση με δημοσιονομικές. πολιτικές.
Αν το κράτος ήθελε πράγματι να επιβάλει μια αναδιανομή με βάση τα “εισοδήματα”, τότε ας φορολογήσει όλα τα εισοδήματα και με βάσει αυτά που θα εισπράξει, ας έκανε τα κουμάντα του για το πως θα εφαρμόσει μια «δίκαιη» φιλολαϊκή πολιτική αναδιανομής.
Αυτό που γίνεται είναι κάτι διαφορετικό: Δεν υπάρχει καμία «δίκαιη» αναδιανομή του εισοδήματος, αλλά μείωση της αμοιβή της εργασίας με βάση “εισοδηματικά” κριτήρια. Το ποσοστό της μείωσης αμοιβής δεν μεταφέρεται στους άλλους εργαζόμενους ως “αναδιανομή”, αλλά ως κέρδος του εργοδότη τους.
Αυτό ισχύει και για το «χιλιάρικο» της κ. Αντωνοπούλου. Αν είχε παραιτηθεί από το νόμιμο δικαίωμά της να το διεκδικήσει, τότε θα το έπαιρνε το κράτος. Και γιατί αυτό θεωρείται καλύτερο; Ποιός μας βεβαιώνει που πραγματικά θα πήγαινε;
Η προβολή της άποψης ότι η κ. Αντωνοπούλου ανήκει στην τάξη των «πολυεκατομμυριούχων» και ως εκ τούτου δεν δικαιούται ηθικά να πάρει ένα νόμιμο επίδομα για την εργασία που προσφέρει στο κράτος, είναι μια ιδεολογική συγκάλυψη με όρους λαϊκισμού του πραγματικού πολιτικού ζητήματος που θέσαμε παραπάνω. Αν θέλετε να δείτε που οδηγεί αυτή η συγκάλυψη, διαβάστε το άρθρο της Νίκη Λυμπεράκη που υπερασπίζεται αυτό τον λαϊκισμό: «Η βολική ρετσινιά του λαϊκιστή»
Η κ. Λυπτεράκη, από την «πολυεκατομμυριούχο» κ. Αντωνοπούλου πηγαίνει στον «μεγάλο μισθό» του βουλευτή, φτάνει στους δημόσιους υπάλληλους που “τα παίρνουνε “, αλλά δεν λέει ούτε μια κουβέντα για αυτούς που “τα δίνουνε”, που είναι οι πραγματικά κερδισμένοι απ' αυτή την συναλλαγή. Θέτει μάλιστα και αυτή «ηθικά ερωτήματα», όπως για την απαξίωση του χαφιέ της εργοδοσίας: «Αντιδράς στον αδιάφορο, αργόμισθο συνάδελφό σου; Είσαι ρουφιάνος».
Δεν θα αναφερθούμε αναλυτικά στα παλαιότερα ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού στην χώρα μας, όπως η “σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα”, και πως αυτό αποτέλεσε την βάση να μεγαλώσει η μισθολογική ψαλίδα ανάμεσα στα υψηλόβαθμα στελέχη και τους κατώτερους υπαλλήλους. Αυτό το «κίνητρο» για την αύξηση της παραγωγικότητας, που έφερε στην χώρα μας ο σημιτισμός, συνοδεύτηκε και από ειδικές επιδοματικές πολιτικές που παραμέρισαν την λογική κάποιων γενικών κοινωνικών κριτηρίων (όπως το επίδομα “τέκνων” και άλλα παρόμοια, τα οποία όμως λάμβαναν όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από το εισόδημά τους) και κατασκευάστηκαν άλλες, με την μορφή ειδικών πρόσθετων αμοιβών, οι οποίες ήταν εργαλεία πολιτικής και κοινωνικής χειραγώγησης ανά χώρους εργασίας και ειδίκευσης, ανοίγοντας το δρόμο τελικά την ατομική διαπραγμάτευση της εργασίας.
Η καταστρατήγηση της αρχής «ίση αμοιβή για ίση εργασία» επιβλήθηκε επίσης και με πολλούς άλλους τρόπους, όπως για παράδειγμα με τα “ειδικά μισθολόγια” για τις διαχειριστικές αρχές, τις ΑΕ του δημοσίου και τις “ανεξάρτητες” αρχές, δηλαδή τις «υπηρεσίες» που συγκροτούν το “παρακράτος της ΕΕ” στην χώρα μας. Οι Ευρωπαίοι πάντα φρόντιζαν τους «υπαλλήλους» τους, είτε πρόκειται για τραπεζίτες όπως ο κ. Στρουρνάρας, είτε για απλούς υπαλλήλους μιας διαχειριστικής αρχής...
Όμως η πιο αποτελεσματική πολιτική παρέμβαση – που διέλυσε πραγματικά την ενότητα των εργαζομένων και οδήγησε στο περιθώριο το εργατικό κίνημα - αφορά στην διάκριση των εργαζομένων σε “παλιούς” και “νέους” σε σχέση με τα εργασιακά και ασφαλιστικά τους δικαιώματα.
Όλα αυτά τα αναφέρουμε για να δείξουμε ότι έχουμε πολύ πιο σοβαρά θέματα για να αγανακτούμε, ζητήματα που κρύβονται πίσω από την «αγανάκτηση» του Χρήστου Λάζου – και όχι μόνον αυτού - απέναντι στην κ. Αντωνοπούλου: «Αϊ στο διάβολο, που λέει ο λόγος. Αϊ στο διάλο». Αυτή την αγανακτισμένη στάση τήρησε τελικά - με τον δικό του τρόπο - και ο Αλέξης Τσίπρας. Και δεν το έκανε για το καλό μας....
Ο Λάσκος που ήταν χρόνια κολλητός με τπν Τσακαλώτο νόμιζει οτι ο υπουργός ληταν προλεταριος επειδή στο φεστιβάλ του συνασπισμού πουλαγε σουβλάκια ;
ΑπάντησηΔιαγραφή