Η «Έκτη» συνιστά ένα ζαπατιστικό κάλεσμα. Καλώ δεν σημαίνει ενώνω. Δεν επιχειρούμε να ενώσουμε υπό μια διεύθυνση, ζαπατιστική ή άλλη. Δεν ψάχνουμε να μαζέψουμε μέλη, να στρατολογήσουμε, να υποσκελίσουμε, να προσποιηθούμε, να μοιάσουμε, να ξεγελάσουμε, να διευθύνουμε, να υποτάξουμε, να χρησιμοποιήσουμε. Ο προορισμός είναι ο ίδιος, αλλά η διαφορετικότητα, η ετερογένεια, η αυτονομία στους τρόπους που προχωράμε είναι ο πλούτος της «Έκτης», η δύναμή της. Δίνουμε και θα δίνουμε σεβασμό, και απαιτούμε και θα απαιτούμε σεβασμό. Στην «Έκτη» μπαίνει κάποιος χωρίς περισσότερα προσόντα από αυτό το «όχι» που μας καλεί, καθώς και τη δέσμευση να οικοδομήσει τα απαραίτητα «ναι».
Ο τίτλος, η προηγούμενη η παράγραφος, όπως και το κείμενο που ακολουθεί είναι απασπάστασμα από το κείμενο “Εθνικοαπελευθερωτικός Ζαπατιστικός Στρατός” που δόθηκε στην δημοσιότητα στις 26 Γενάρη στο enlace zapatista και αποτελεί το πέμπτο αυτοτελές κείμενο της ενότητας “αυτοί και εμεις” με την υπογραφή του Μάρκος του EZLN (Εθνικοαπελευθερωτικός Ζαπατιστικός Στρατός). Ολόκληρο το κείμενο στα ελληνικά εδώ: “αυτοί και εμείς” (μέρος Ε΄) του εξεγερμένου υποδιοικητή Μάρκος
Όπως γνωρίζετε όλοι, η σκέψεις μας δεν είναι να δημιουργήσουμε μια μεγάλη οργάνωση με έναν κεντρικό επικεφαλής, μια συγκεντρωτική διοίκηση, έναν αρχηγό, άτομο ή συλλογικότητα.
Η ανάλυσή μας στο κυρίαρχο σύστημα, του τρόπου λειτουργίας του, των δυνάμεων και των αδυναμιών του, μας έχουν οδηγήσει στο να υποστηρίζουμε ότι η ενότητα δράσης μπορεί να δίνεται με το σεβασμό αυτού που εμείς ονομάζουμε «οι τρόποι» του καθενός.
Και αυτοί οι «τρόποι» δεν είναι άλλο από τις γνώσεις που καθένας από μας, άτομο ή συλλογικότητα, έχει για τον τόπο και το χρόνο του. Με άλλα λόγια, για τις στεναχώριες και τους αγώνες του.
Εμείς είμαστε πεπεισμένοι ότι κάθε απόπειρα ομογενοποίησης δεν είναι κάτι παραπάνω από μια φασιστική απόπειρα κυριαρχίας, που κρύβεται σε μια επαναστατική, εσωτεριστική, θρησκευτική ή άλλη γλώσσα.
Όταν ακούγεται να μιλάνε για «ενότητα», παραλείπεται η υπόδειξη ότι αυτή η «ενότητα» είναι υπό την αρχηγεία κάποιου, ατόμου ή συλλογικότητας.
Στον απατηλό βωμό της «ενότητας» δεν θυσιάζονται μόνο οι διαφορές, αλλά και η επιβίωση όλων των μικρών κόσμων που υποφέρουμε μέσα στην τυραννία και την αδικία.
Στην ιστορία μας αυτό το μάθημα έχει επαναληφθεί πολλές φορές. Και σε κάθε μεταστροφή του κόσμου, πάντα η θέση μας είναι του καταπιεσμένου, του υποτιμημένου, του εκμεταλλευόμενου, του λεηλατημένου.
Αυτό που ονομάζουμε «οι τέσσερις τροχοί του καπιταλισμού», εκμετάλλευση, λεηλασία, καταστολή και υποτίμηση, έχουν επαναληφθεί πολλές φορές στη διάρκεια της ιστορίας μας, με διαφορετικά ονόματα για τους από πάνω αλλά εμείς, οι από κάτω, είμαστε πάντα οι ίδιοι.
Όμως το παρόν σύστημα έχει φτάσει σε σημείο ακραίας παράκρουσης. Ο ζήλος λεηλασίας, η απόλυτη υποτίμηση της ζωής, η τέρψη του θανάτου και της καταστροφής, η αποφασιστικότητα να κατασκευάσει απαρτχάιντ για όλους τους διαφορετικούς, δηλαδή, για τους από κάτω, φέρνει την ανθρωπότητα, ως μορφή ζωής στον πλανήτη, στην εξάλειψή της.
Μπορούμε, όπως θα συμβούλευε κάποιος, να περιμένουμε υπομονετικά έως ότι οι από πάνω ολοκληρώσουν την καταστροφή ο ένας του άλλου, χωρίς να λάβουμε υπόψη ότι η άρρωστη υπεροψία τους οδηγεί τα πάντα στην καταστροφή.
Στο ζήλο τους να ανεβαίνουν όλο και πιο πάνω, δυναμιτίζουν τους από κάτω ορόφους, τα θεμέλια. Το κτίριο, δηλαδή ο κόσμος, στο τέλος θα καταρρεύσει και δεν θα υπάρχει κανείς να κατηγορηθεί ως υπεύθυνος.
Εμείς θεωρούμε ότι όντως κάτι δεν πάει καλά, καθόλου καλά. Και ότι για να σωθεί η ανθρωπότητα και το στραπατσαρισμένο κτίριο που κατοικεί κάποιος πρέπει να φύγει και μάλλον είναι αυτοί, πρέπει να είναι αυτοί: οι από πάνω.
Και δεν εννοούμε να εκτοπίσουμε τα άτομα που βρίσκονται από πάνω. Μιλάμε για την καταστροφή εκείνων των κοινωνικών σχέσεων που καθιστούν δυνατό το βρίσκεται κάποιος από πάνω εις βάρος κάποιου που είναι από κάτω.
Οι ζαπατίστας γνωρίζουμε ότι αυτή η γραμμή που έχουμε τραβήξει στη γεωγραφία του κόσμου είναι δεν κάτι συνηθισμένο. Ότι αυτό το «οι από πάνω» και «οι από κάτω» ενοχλεί, φέρνει σε αμηχανία και εξοργίζει. Το γνωρίζουμε πως δεν είναι το μοναδικό που εξοργίζει, αλλά για την ώρα αναφερόμαστε σε αυτό.
Ίσως να λαθεύουμε. Σίγουρα λαθεύουμε. Νάτοι που έρχονται οι αστυνομικοί και οι επίτροποι της διανόησης για να μας κρίνουν, να μας καταδικάσουν και να μας εκτελέσουν… μακάρι να ήταν μόνο στα καυστικά γραπτά τους και να μην έκρυβαν την κλήση τους ως δημίων πίσω από αυτή των δικαστών.
Αλλά αυτός είναι ο τρόπος που οι ζαπατίστας βλέπουμε τον κόσμο και τους τρόπους τους:
Υπάρχει φαλλοκρατία, πατριαρχία, μισογυνία, ή όπως αλλιώς λέγεται, αλλά άλλο πράγμα είναι να είσαι γυναίκα στους από πάνω, και εντελώς διαφορετικό στους από κάτω.
Υπάρχει ομοφοβία, πράγματι, αλλά άλλο πράγμα είναι να είσαι ομοφυλόφιλος στους από πάνω και πολύ διαφορετικό στους από κάτω.
Υπάρχει υποτίμηση του διαφορετικού, είναι αλήθεια, αλλά είναι διαφορετικό να είσαι διαφορετικός στους από πάνω και διαφορετικό να είσαι στους από κάτω.
Υπάρχει η αριστερά ως εναλλακτική της δεξιάς, αλλά άλλο πράγμα είναι να είσαι στην αριστερά στους από πάνω, και άλλο εντελώς διαφορετικό (και αντικρουόμενο, θα προσθέταμε εμείς) είναι να είσαι στους από κάτω.
Βάλτε την ταυτότητά σας σε αυτή την παράμετρο που δείχνουμε και θα δείτε τι θέλουμε να πούμε.
Η πιο ύπουλη από τις ταυτότητες, που έρχεται στη μόδα κάθε φορά που το κράτος είναι σε κρίση, είναι η «ιδιότητα του πολίτη».
Δεν έχει απολύτως τίποτα κοινό, απεναντίας είναι εντελώς αντίθετο και αντιφάσκον ο «πολίτης» των από πάνω και ο «πολίτης» των από κάτω.
Οι διαφορές τους διώκονται, αποσιωπούνται, αγνοούνται, υποτιμούνται, καταστέλλονται, λεηλατούνται και τυγχάνουν εκμετάλλευσης. Είναι αλήθεια.
Αλλά εμείς βλέπουμε μια διαφορά μεγαλύτερη που διαπερνά αυτές τις διαφορές: ο από πάνω και ο από κάτω, αυτοί που έχουν κι αυτοί που δεν έχουν.
Και βλέπουμε ότι αυτή η μεγάλη διαφορά έχει κάτι το ουσιαστικό: ο από πάνω βρίσκεται πάνω πατώντας τον από κάτω. Αυτός που έχει, έχει γιατί λεηλατεί όσους δεν έχουν.
Για εμάς, αυτή η διάκριση καθορίζει πάντοτε τις αντιλήψεις μας, τα λόγια, την ακοή, τα βήματα, τις στεναχώριες και τους αγώνες μας.
Ίσως να υπάρξει κι άλλη ευκαιρία για να εξηγήσουμε τον τρόπο σκέψης μας σ’ αυτό το θέμα. Για την ώρα θα πούμε μόνο ότι οι αντιλήψεις, τα λόγια, η ακοή και τα βήματα των από πάνω τείνουν στη διατήρηση αυτής της διάκρισης. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει έλλειψη κινητικότητας. Ο συντηρητισμός απέχει πολύ από το να ανακαλύψει περισσότερους και καλύτερους τρόπους για να επιβάλει τις τέσσερις πληγές που υποφέρει ο κόσμος των από κάτω. Αλλά αυτοί οι «εκσυγχρονισμοί» και οι «πρόοδοι» δεν έχουν άλλο στόχο από το να διατηρήσουν πάνω όσους είναι από πάνω με το μοναδικό τρόπο που αυτό είναι δυνατό, δηλαδή, πάνω στους από κάτω.
Οι αντιλήψεις, τα λόγια, η ακοή και τα βήματα των από κάτω, σύμφωνα με την οπτική μας, καθορίζονται από τις ερωτήσεις: Γιατί έτσι; Γιατί αυτοί και αυτές; Γιατί εμείς;
Για να μας επιβάλλουν τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, ή για να εμποδίσουν το να δώσουμε απαντήσεις, έχουν οικοδομήσει τεράστια συστήματα ιδεών, κάποια λιγότερο ή περισσότερο επεξεργασμένα, αλλά τις περισσότερες φορές τόσο γκροτέσκα που δεν είναι μόνο αξιοθαύμαστο το ότι κάποιος τα αναπτύσσει και τα πιστεύει, αλλά και ότι έχουν ιδρυθεί πάνω τους πανεπιστήμια και κέντρα σπουδών και ερευνών.
Αλλά πάντα παρουσιάζεται κάποιος ξενέρωτος που καταστρέφει τις διαδοχικούς εορτασμούς για τον κολοφώνα της ιστορίας.
Κι αυτός/-ή ο/η δυστυχής απαντάει αυτές τις ερωτήσεις με μια ακόμη: «θα μπορούσε να είναι διαφορετικά;»
Αυτή η ερώτηση είναι ίσως που ανάβει τη σπίθα της εξέγερσης με τη μεγαλύτερη αποδοχή. Και μπορεί να είναι έτσι γιατί την έχει γεννήσει ένα «όχι»: δεν υπάρχει λόγος να είναι έτσι.
Συγχωρέστε μας αν αυτές οι μπερδεμένες περιστροφές σας έχουν εκνευρίσει. Κατηγορήστε τον τρόπο μας, ή τα ήθη και έθιμά μας.
Αυτό που θέλουμε να πούμε, σύντροφοι, συντρόφισσες, συντροφόισσες, είναι ότι αυτό που μας κάλεσε στην «Έκτη» ήταν αυτό το «όχι», εξεγερσιακό, αιρετικό, χυδαίο, ασεβές, ενοχλητικό, που προκαλεί αμηχανία.
Φτάσαμε εδώ γιατί οι πραγματικότητές μας, οι ιστορίες μας, οι εξεγέρσεις μας μάς έφεραν σε αυτό το «δεν υπάρχει λόγος να είναι έτσι».
Κι επίσης γιατί, διαισθητικά ή αιτιολογημένα, έχουμε απαντήσει «ναι» στην ερώτηση «θα μπορούσε να είναι αλλιώς;»
Μένει να απαντήσουμε στις ερωτήσεις που συνωστίζονται μετά από αυτό το «ναι»:
Πώς είναι αυτός ο άλλος τρόπος, αυτός ο άλλος κόσμος, αυτή η άλλη κοινωνία που φανταζόμαστε, που θέλουμε και που χρειαζόμαστε;
Τι πρέπει να κάνουμε;
Με ποιον;
Πρέπει να αναζητήσουμε τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, αν δεν τις έχουμε. Και αν τις έχουμε, πρέπει να τις κοινωνήσουμε μεταξύ μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου