Φαίνεται πως οι μικρομεσαίοι της επαρχίας και οι αγρότες που εντάσσονται ολοένα και περισσότερο στους “αποκλεισμένους”, είναι εκείνοι που θα δώσουν το οριστικό κτύπημα στην τρικομματική κυβέρνηση και όχι η “ανύπαρκτη” εργατική τάξη, στην οποία έχει εναποθέσει τις ελπίδες της η παραδοσιακή Αριστερά...
(μια προσέγγιση του ζητήματος μέσα από αποσπάσματα κειμένων που έχουμε παρουσιάσει πρόσφατα)
Η κοινωνική πόλωση είναι δημιούργημα της κρίσης του καπιταλισμού η οποία διευρύνει την κοινωνική περιθωριοποίηση των δυνάμεων του κόσμου της εργασίας, δυνάμεων τις οποίες δεν μπορεί να ενσωματώσει στον κοινωνικό ιστό μέσω της διανομής των θέσεων εργασίας. Σήμερα η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε όλος ο κόσμος θα μπορούσε να δουλεύει λιγότερο αλλά και με ένα άλλο σύστημα διαχείρισης να επιλυθούν όλα τα ζητήματα επιβίωσης (διατροφής, κοινωνικής περίθαλψης και εκπαίδευσης κλπ). Όμως ολοένα και μεγαλώνει το τμήμα εκείνο του πληθυσμού το οποίο βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, δεν έχει εργασία, δεν πρόκειται να αποκτήσει και οδηγείται στην φυσική εξόντωση.
Οι τάξεις στους καπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς “ετεροκαθορίζονται” μέσα από την ταξική πάλη. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής δεν νοείται αν δεν υπάρχει και “αστική τάξη” και “εργατική τάξη”. Από τα τέλη της δεκαετίας του 70, με την αλλαγές που σημειώθηκαν στην καπιταλιστική παραγωγή (κυρίως με την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών μέσω της πληροφορικής, της ρομποτικής κλπ) διαφαίνεται πως οι καπιταλιστές χρειάζονται όλο και λιγότερα χέρια στο χώρο της καπιταλιστικής παραγωγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις ολοένα και περισσότερο οι θέσεις εργασίας στις παραγωγικές διαδικασίες μειώνονται και αυξάνονται οι θέσεις που αφορούν στην προβολή (διαφήμιση), στην διακίνηση και στο εμπόριο των προϊόντων. Σήμερα οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για περισσότερες τεχνολογικές καινοτομίες και λιγότερα εργατικά χέρια για να ανταποκριθούν στον μεταξύ τους ανταγωνισμό.
Ο “τρίτος κόσμος” γίνεται πλέον εσωτερικό φαινόμενο των καπιταλιστικών μητροπόλεων και αρχίζουν να συγκροτούνται πολιτικές “γενοκτονίας” για την αντιμετώπισή του. Αυτός ο “τρίτος κόσμος” συγκροτείται από νέα κοινωνικά υποκείμενα, τα οποία είναι σαφώς διακριτά από την “εργατική τάξη”, όπως αυτή προσδιορίζεται στους καπιταλιστικού κοινωνικούς σχηματισμούς. Η διάκριση αυτή αφορά τον εξοβελισμό τους από τους μηχανισμούς αναπαραγωγής (και ενσωμάτωσης) της εργατικής δύναμης. Ως πολιτική προϋπόθεση έχει το τσάκισμα του εργατικού κινήματος, πράγμα το οποίο έχει ήδη συντελεστεί (Για μερικές πλευρές αυτής της ήττας, οι οποίες αφορούν στην κατάργηση των “κοινωνικών συμβολαίων” που συγκροτούν τον συνδικαλισμό, έχουμε αναφερθεί αναλυτικά εδώ: Η “προδομένη” επανάσταση των ...καθηγητών! ). Το εργατικό κίνημα οικοδομείται με κύριο όπλο της διαπραγμάτευσης την ίδια την εργατική δύναμη, η οποία είναι αναγκαία για τους καπιταλιστές. Όταν όμως οι καπιταλιστές δεν έχουν ανάγκη αυτή την εργατική δύναμη, τι μπορεί να διαπραγματευτεί το εργατικό κίνημα; Το “Μαντούδι” είναι μια ιστορική παρακαταθήκη, η οποία εδώ και αρκετά χρόνια έχει καταγράψει τα όρια του εργατικού κινήματος μέσα σε αυτές τις συνθήκες απαξίωσης της εργατικής δύναμης, οι οποίες όλο και περισσότερο διευρύνονται.
Σήμερα, εκτός των άλλων, με την κυριαρχία της ατομικής διαπραγμάτευσης της εργασίας και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, το εργατικό κίνημα είναι ηττημένο και δεν έχει καμία διαπραγματευτική δύναμη. Η απάντηση σε αυτή την ήττα δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά ο πολιτικός αγώνας των εργαζομένων για την ανατροπή αυτής της επίθεσης, και θα στοχεύει στην επαναφορά της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης της εργασίας και το κράτος εγγυητή του κατώτατου μισθού. Όμως αυτή η απάντηση μπορεί να συγκροτεί στην συγκυρία την “πολιτική ταυτότητα” της εργατικής τάξης, δεν συγκροτεί όμως την “πολιτική ταυτότητα” των “αποκλεισμένων”, που δεν είναι μόνον τα κομμάτια που απομακρύνονται από την “υπαρκτή” εργατική τάξη γιατί έχουν βρεθεί χωρίς εργασία και αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να επιστρέψουν στην προηγούμενη “εργατική” κατάσταση, αλλά και μικρομεσαία στρώματα αυτοαπασχολούμενων και μικροεπιχειρηματιών που έχουν συντριβεί από την οικονομική κρίση. Τελικά όμως, αυτό το νέο “κοινωνικό υποκείμενο” - το οποίο είναι σαφώς διακριτό από την “υπαρκτή” εργατική τάξη - ως προϊόν της τωρινής καπιταλιστικής κρίσης, είναι σήμερα εν δυνάμει ο κριός της “αντικαπιταλιστικής πάλης”, λόγω της θέσης στην οποία βρίσκεται.
Η πολιτική αποτυχία της παραδοσιακής Αριστεράς οφείλεται γεγονός ότι δεν αναγνώρισε την “αυτονομία” αυτού του νέου κοινωνικού υποκειμένου από την “εργατική τάξη” και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, και γιαυτό προσπάθησε να το “καθοδηγήσει” μέσα από στις παραδοσιακές πολιτικές πρακτικές ανάπτυξης του “εργατικού κινήματος”. Αν λοιπόν αυτό το νέο κοινωνικό υποκείμενο, ως αναφορικό για την κοινωνική αλλαγή, βρίσκεται εκτός των πολιτικών σχεδιασμών της Αριστεράς, ήταν παρόν την προηγούμενη περίοδο σε όλες τις μεγάλες μάχες που σημάδεψαν το μαζικό κίνημα αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας: Ο “Δεκέμβρης”, οι “πλατείες”, η “Κερατέα”, οι “σκουριές της Χαλκιδικής” δεν καμία περίπτωση δεν καταγραφούν την πολιτική συγκρότηση κανενός εργατικού κινήματος, όπως αυτό ορίζεται στα πολιτικά λεξικά της Αριστεράς.
Συλλογικά εγχειρήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, αυτοδιαχείρισης και αναζήτησης εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης για την κάλυψης των κοινωνικών αναγκών στην παραγωγή και στην διανομή προϊόντων και υπηρεσιών (κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά παντοπωλεία κλπ), ανταποκρίνονται με άμεσο τρόπο στις ανάγκες αυτού του κοινωνικού υποκειμένου, γιατί συγκροτούν πολιτικές που έχουν εφαρμογή “εδώ και τώρα” και ανοίγουν δρόμους ενεργής συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα στα κοινωνικά δρώμενα. Αντίθετα οι κυρίαρχες πολιτικές πρακτικές της παραδοσιακής Αριστεράς παραπέμπουν κυρίως τις απαντήσεις σε “προγράμματα”, τα οποία θα πραγματωθούν αν κάποτε έρθει στην εξουσία, ή ακόμα χειρότερα αναπαράγουν τις αστικές αντιλήψεις που αναδεικνύουν ως τον προνομιακό χώρο άσκησης της αριστερής πολιτικής τις διαχειριστικές κρατικές πολιτικές(κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, πολιτικές για το νόμισμα ή για την αναδιάταξη της χώρας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα με την έξοδο από την ΕΕ κλπ ), αντιλήψεις που κυριαρχούνται από την ιδεολογία της ανάθεσης της πολιτικής στους “άξιους” εκπροσώπους μας.
Αυτό το κοινωνικό υποκείμενο των “αποκλεισμένων” εκφράστηκε πολιτικά στις προηγούμενες εκλογές κυρίως την ψήφο του στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και σε άλλες αντιμνημονιακές δυνάμεις. Η ανάλυση της κατανομής εκλογικών αποτελεσμάτων ανά χωρικές ενότητες καταγράφει τα βαθιά ταξικά χαρακτηριστικά αυτής της ψήφου, αλλά και την σαφή ηγεμονία του αντιμνημονιακού μετώπου στα μεγάλα αστικά κέντρα. Σήμερα διευρύνεται στο χώρο της υπαίθρου και των επαρχιακών αστικών κέντρων. Η διεύρυνση αυτή είναι αποτέλεσμα της επίθεσης του κεφάλαιου που σημειώθηκε τον τελευταίο χρόνο στην ατομική ιδιοκτησία και την γαιοπροσόδο που καρπούνται τα λαϊκά στρώματα. Η σημερινή κυβέρνηση γνωρίζει από τα μηνύματα που παίρνει, ότι αρχίζει να χάνει την κρίσιμη μάχη, η οποία θα κρίνει τον πόλεμο. Φαίνεται πως οι μικρομεσαίοι της επαρχίας και οι αγρότες που εντάσσονται ολοένα και περισσότερο στους “αποκλεισμένους”, είναι εκείνοι που θα δώσουν το οριστικό κτύπημα στην τρικομματική κυβέρνηση και όχι η “ανύπαρκτη” εργατική τάξη, στην οποία έχει εναποθέσει τις ελπίδες της η παραδοσιακή Αριστερά...
Τι θα γίνει για τις Δημοτικές εκλογές;
ΑπάντησηΔιαγραφή