απόσπασμα από την "Συνέντευξη του Sergio Bologna στον Klaus Ronneberger"
Klaus Ronneberger: Μία από τις κριτικές σας στην παραδοσιακή ιταλική αριστερά είναι ότι αντιμετωπίζει την περιοχή των «νέων αυτοαπασχολούμενων» σαν χαμένο παιχνίδι, σαν περιοχή όπου η κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης δεξιάς είναι αδιαμφισβήτητη. Πού λοιπόν βρίσκεται, κατά τη γνώμη σας, η δυνατότητα για ένα νέο πολιτικό σχέδιο όσον αφορά τους «αυτόνομους εργάτες»;
Sergio Bologna: Ας αφήσουμε την αριστερά και την αυτόνομη αριστερά έξω από τη συζήτηση. Οσμή σήψης αναδύεται από το κουφάρι της παραδοσιακής αριστεράς, απελπισία από την περιοχή της αμφισβήτησης. Είναι φορές που νιώθω σαν πρωταγωνιστής σε μυθιστόρημα του B. Traven: δίχως συγκεκριμένη ταυτότητα, δίχως υπηκοότητα, «εξόριστος» από επιλογή. Όταν μιλάει για τις νέες μορφές εργασίας, η αυτόνομη αριστερά μιλάει είτε για «Macjobs», είτε για «επισφαλή εργασία» και καταλήγει ζητώντας «εγγυημένο εισόδημα για όλους». Από μια φιλανθρωπική σκοπιά, θα έλεγα πως δεν υπάρχει πρόβλημα. Στην πραγματικότητα ωστόσο, το πρόβλημα των νέων μορφών εργασίας επηρεάζει περισσότερο τη «μεσαία τάξη» και τις εργασίες που απαιτούν μεγαλύτερες διανοητικές ικανότητες. Ο ειδικός χαρακτήρας των νέων μορφών εργασίας έγκειται στον ειδικό χαρακτήρα της γνώσης. Οι ικανότητες δεν αξιολογούνται, ή καλύτερα υπάγονται σε ένα διαφορετικό σύστημα αξιών και αποτίμησης. Ο αριθμός των τεχνικών, επιστημονικών, πρακτικών και κοινωνικών ικανοτήτων που απαιτούνται από τους αυτοαπασχολούμενους είναι μεν τεράστιος, αλλά η αξία τους στην αγορά εργασίας εξαρτάται μόνο από την ευελιξία τους, ικανότητα που υπονοεί και μια ορισμένη φυσική, σωματική ικανότητα. Οι ικανότητές τους δεν τους εξασφαλίζουν ούτε την εξουσία που αντιστοιχεί στον πιο αδαή ακαδημαϊκό. Και αυτό είναι σημάδι του είδους των σημερινών «ταξικών διαφορών». Σε μια κοινωνία της γνώσης, η έλλειψη εξουσίας σημαίνει αποκλεισμό από τη δημόσια ζωή.
Το δεύτερο σημείο τώρα: πράγματι, από μια φιλανθρωπική σκοπιά, η εκστρατεία ενάντια στην επισφαλή εργασία μπορεί να είναι μια καλή πράξη. Παρόλ’ αυτά, προϋποθέτει πως το μοντέλο της «μόνιμης θέσης» γίνεται ακόμη αντιληπτό ως κάτι το θετικό, πως οι άνθρωποι ακόμη σκέφτονται ακολουθώντας φορντικές κατευθύνσεις, πως νοσταλγούν τους παλιούς καλούς καιρούς. Τόσο η παραδοσιακή όσο και η αυτόνομη αριστερά αναζητούν τις μορφές σωματειακής οργάνωσης που θα μπορούσαν να ανακαλυφθούν γύρω από τους νέους τύπους εργασίας. Η δική μου γνώμη από την άλλη είναι ότι οι νέες μορφές εργασίας έχουν προκαλέσει τόσο τεράστιες μεταβολές στη χρονική και τη χωρική διάσταση που οι άνθρωποι οι οποίοι τις επανδρώνουν δεν εκφράζουν και δεν μπορούν να εκφράσουν τις ιδέες τους ή τα αιτήματά τους για μια καλύτερη ζωή με τη γλώσσα των συνδικάτων. Η συνδικαλιστική δράση έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες, πολλές φορές είναι εντελώς ανέφικτη. Αν οι αυτοαπασχολούμενοι θέλουν να δουλεύουν λιγότερο, από ποιον να ζητήσουν μείωση των ωρών εργασίας;
Πέντε χρόνια πριν, όταν αναπτύσσαμε τις ιδέες του ελεύθερου πανεπιστημίου του Μιλάνο, προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε μια απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Ξεκινήσαμε με τον όρο «universitas» ώστε να υπογραμμίσουμε το πεδίο αντιπαράθεσης που είχαμε επιλέξει -την περιοχή του πολιτισμού- και για να επιδείξουμε ταυτόχρονα την απόσταση που μας χώριζε από τα διάφορα ακαδημαϊκά μοντέλα. Στα λατινικά, η λέξη «universitas» σημαίνει μια κοινότητα ανθρώπων με παρόμοιους στόχους. Ένα «universitas» -σε αντίθεση με μία «societas» που συμπεριλαμβάνει ένα οικονομικό σχέδιο και βρίσκεται κοντύτερα στην ιδέα της οργάνωσης ή ακόμη και του κόμματος- μπορεί να υπάρξει μόνο ως πολιτισμικό εγχείρημα. Και εκείνο που θέλαμε εμείς να κατορθώσουμε και να αναπτύξουμε πολιτισμικά ήταν «πρωτότυπα ιδεών», «πρότυπα σκέψης» του τύπου που χαρακτήριζε το bauhaus: όχι αντικείμενα, αλλά ιδέες. Από τις μαρξιστικές μας καταβολές διατηρήσαμε την ιδέα πως κανένα πολιτισμικό εγχείρημα δεν μπορεί να καταστεί ζωτικό αν δεν συνδέσει τη μοίρα του με τη μοίρα ενός συγκεκριμένου κοινωνικού στρώματος. Και για εμάς, αυτό το στρώμα θα βρισκόταν στον κόσμο της αυτοαπασχολούμενης εργασίας. Και εδώ, όπως αλλού, επιδοθήκαμε σε ιστορική δουλειά: Τι έλεγαν για το θέμα οι Γερμανοί και Αυστριακοί κοινωνικοί επιστήμονες της δεκαετίας του ’20 και του ’30; Όταν όλες οι διαστάσεις πολιτικής δράσης αποδεικνύονται μικρές -και αυτό ακριβώς συμβαίνει με τις νέες μορφές εργασίας- μοναχά η διάσταση μια ουτοπίας μπορεί να είναι ρεαλιστική.
Η δική μας ουτοπία ήταν ο «επανασχεδιασμός» [re - engineering] της πόλης, που παραμένει σε μεγάλο βαθμό οργανωμένη σύμφωνα με τις φορντικές αντιλήψεις για τον χρόνο. Πριν από αυτό όμως, έπρεπε να θέσουμε σε κίνηση έναν διανοητικό επανασχεδιασμό σε όλα τα επίπεδα. Θα μπορούσε να είναι η οργάνωση της εκπαίδευσης, καθώς και η αναδόμηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει κανείς να αλλάξει τις βασικές έννοιες. Και αυτό πια, έφερε τις δυνάμεις μας στα όριά τους. Σήμερα όμως, αν θες να προχωρήσεις έστω και ένα χιλιοστό πρέπει να είσαι διαρκώς ριζοσπάστης. Συμπτωματικά, το μόνο μέρος όπου βρήκαμε ανθρώπους να μιλήσουμε ήταν οι γυναικείες ομάδες -όπου ο ριζοσπαστικός τρόπος σκέψης συνηθίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου