...Η αντικατάσταση του κλασικού δικομματισμού, που κυριάρχησε από την αρχή της μεταπολίτευσης, με αυτή τη νέα πραγματικότητα, η οποία δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλωθεί, επιτρέπει στους πολιτικούς αναλυτές να πλάθουν κάθε λογής σενάρια. Το γεγονός ότι η κρίση γέννησε νέου τύπου διαχωριστικές γραμμές στο εκλογικό σώμα (με πιο χαρακτηριστική εκείνη μεταξύ «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών») διευκολύνει αυτή τη σεναριολογία, αλλά ενισχύει και τις δυσκολίες των κομμάτων να επιλέξουν τους υποψήφιους εταίρους τους σε κυβερνητικά σχήματα.
Και είναι αλήθεια ότι οι ενδεχόμενες συνεργασίες-συμμαχίες υποκρύπτουν μεγάλες παγίδες για όσους ενδώσουν στον πειρασμό αλλά και για όσους επιλέξουν τον μοναχικό δρόμο. Πιο χαρακτηριστικό θύμα αυτής της αρνητικής εξέλιξης είναι βέβαια η ΔΗΜΑΡ, για την οποία κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν είναι η συμμετοχή της στην τρικομματική κυβέρνηση που της στοίχισε περισσότερο ή η έξοδός της απ’ αυτήν. Μια άλλη συμμαχική επιλογή που στοίχισε ακριβά σε κόμμα ήταν η συμμετοχή του ΛΑΟΣ στην τρικομματική κυβέρνηση Παπαδήμου τον Νοέμβριο του 2011. Η ένταξή του σ’ αυτό το σχήμα και η αρχική υποστήριξη των πρώτων μνημονίων οδήγησε το κόμμα του Γιώργου Καρατζαφέρη στην εκλογική ήττα τον Μάιο του 2012, ενώ ταυτόχρονα ήταν αυτή ακριβώς η συμμαχία που άνοιξε τον δρόμο στη Χρυσή Αυγή.
Εξίσου δραστικές συνέπειες είχε και για τον χώρο της «κεντροαριστεράς» η συμμαχία της με τη Δεξιά, από τη στιγμή που αποδείχτηκε ότι επρόκειτο για στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή, με ταυτόχρονη πλήρη υιοθέτηση της νεοφιλελεύθερης ατζέντας. Το αποτέλεσμα ήταν η κονιορτοποίηση του χώρου με δημιουργία προσωποπαγών σχημάτων, τα οποία επανασυγκολλώνται ή διασπώνται με κριτήρια απολύτως αδιαφανή και ευκαιριακά.
Δεν υπάρχει δηλαδή πολιτικό κόμμα που μέσα σ’ αυτή τη συγκυρία να μην απασχολείται με τα μαθηματικά των συμμαχιών. Και κάθε σχετικός συνδυασμός είναι μέσα στο πολιτικό παιχνίδι. Αλλά μεταξύ όλων των κομμάτων που διεκδικούν να ηγηθούν σε μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα, εκείνο που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι βέβαια ο ΣΥΡΙΖΑ, για τον οποίο έχουν ακουστεί περίπου όλοι οι μετεκλογικοί συνδυασμοί, πιθανοί και απίθανοι. Από τη συμμετοχή του σε κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» με τη Νέα Δημοκρατία, μέχρι τη συνεργασία με τους ΑΝ.ΕΛΛ. κλπ. Για το πώς βλέπουν τα ίδια τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ τις προοπτικές των συμμαχιών του κόμματός τους φιλοξενούμε σήμερα τις θέσεις του Γιάννη Μηλιού και του Χριστόφορου Παπαδόπουλου. Είναι και οι δύο μέλη της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ούτως ή άλλως το πρόβλημα των συμμαχιών τίθεται με ξεχωριστό τρόπο για την Αριστερά. Επειδή σε όλες τις εκδοχές της η Αριστερά επαγγέλλεται μια ριζική αλλαγή στην κοινωνία, οι συνεργασίες της υποτίθεται ότι εξυπηρετούν αυτό το αίτημα ανατροπής. Πρόκειται για ένα ζήτημα εξαιρετικά δύσκολο, το οποίο προϋποθέτει την ανάγνωση του ιδιαίτερου ρόλου κάθε κόμματος μέσα στον κοινωνικό σχηματισμό.
Ετσι αποδεικνύεται εξαιρετικά επίκαιρο ένα σχεδόν άγνωστο κείμενο του Νίκου Πουλαντζά που επιχειρεί να δώσει απαντήσεις «αρχής» σ’ αυτό το ζήτημα. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αγώνας», που εξέδιδε η οργάνωση Παρισιού του ΚΚΕ Εσωτερικού την περίοδο της δικτατορίας, και ήταν ουσιαστικά απάντηση σε ένα άρθρο σχετικό με τις συμμαχίες που είχε δημοσιευτεί στο επίσημο θεωρητικό όργανο του ΚΚΕ Εσωτερικού, την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», τον Γενάρη του 1970. Το άρθρο υπέγραφε ο Ε. Θαλασσινός. Πίσω από αυτό το ψευδώνυμο κρυβόταν ο Λευτέρης Ελευθερίου, μέλος της ηγεσίας του κόμματος...
Ολόκληρο το κείμενο καθώς οι απόψεις του Γιάννη Μηλιού και του Χριστόφορου Παπαδόπουλου εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου