(ένα σχόλιο για τους επίδοξους διεκδικητές του τίτλου της “Αξιωματικής” Αντιπολίτευσης, με αφορμή ένα κείμενο του Α. Λιάκου)
Του Γιώργου Καλαντζόπουλου
Ο Αντώνης Λιάκος, σε ένα πρόσφατο κείμενό του διαπιστώνει ότι οι εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ ανέδειξαν δύο ΠΑΣΟΚ, και αναρωτιέται e il terzo dov’ è? (και που είναι το τρίτο;), «αυτό που υποστήριξε στην κρίση την Αριστερά»[1].
Στο τέλος του κειμένου εξηγεί γιατί θα πρέπει να μας ενδιαφέρει το μέλλον του ΠΑΣΟΚ:
«Το μέλλον του ΠΑΣΟΚ μας ενδιαφέρει όχι ως ενός παρατήματος της ΝΔ στις δύσκολες μέρες που έρχονται. Η τάση σε όλη την Ευρώπη είναι η προέλαση της άκρας δεξιάς. Επομένως μας ενδιαφέρει το ΠΑΣΟΚ ως στοιχείο της δημοκρατικής ανασύνθεσης. Η αντίσταση στην άκρα δεξιά είναι το μείζον, και το ιστορικό πρόταγμα της εποχής μας.»
1. Η εκτίμηση πως σήμερα υπάρχουν πολλά ΠΑΣΟΚ είναι είναι κατά τη γνώμη μου πολιτικά λαθεμένη, εκφράζει μόνο την επιθυμία για μια πολιτική κινητικότητα που δεν υπάρχει. Είναι όμως αναγκαία: Αν δεν υπάρχει αυτή, τότε δεν μπορεί να προχωρήσει και η “δημοκρατική ανασύνθεση” όπως την ονειρεύεται ο Αντώνης Λιάκος. Η πραγματικότητα όμως είναι άλλη, σήμερα υπάρχει “ένα” ΠΑΣΟΚ και “κανένας” ΣΥΡΙΖΑ...
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα, εκείνο που διεκδικεί με όρους κοινωνικού συσχετισμού τη θέση της Αξιωματικής αντιπολίτευσης στην πολιτική σκηνή.
Η ορατότητα του “εφικτού” είναι το πλαίσιο που περιφρουρεί την ενότητά του. Αυτός ο χαρακτήρας της ενότητας αποτυπώνεται και στον δημόσιο λόγο με τη χρήση της λέξης ΠΑΣΟΚ. Η λέξη ΚΙΝΑΛ (ΚΙνημα ΑΛλαγής), που συνοδεύει το όνομα του και διεκδικεί να εκφράσει με κάποιο τρόπο την “πολλαπλότητα” του ΠΑΣΟΚ), έχει τεθεί σε αχρηστία, ακόμα και από τους ίδιους τους δημιουργούς της. Προφανώς στα κόμματα υπάρχουν στο εσωτερικό τους πολιτικές διαφοροποιήσεις και ανταγωνισμοί, όμως μόνον σε συνθήκες κρίσης διαμορφώνονται καταστάσεις που απειλούν την ενότητά τους. Αυτές οι συνθήκες μετά τις εκλογές του 2023, δεν υπάρχουν στο ΠΑΣΟΚ αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ...
2. Αυτό που κατονομάζεται στο κείμενο ως 3ο ΠΑΣΟΚ και το αναζητά ο συγγραφέας του στον τίτλο του, είναι κατά την γνώμη μου κάτι άλλο από αυτό περιγράφεται εκεί. Θα το ονόμαζα “ιστορικό” ΠΑΣΟΚ, μια πολιτική αξία που υπερβαίνει την πολιτική συγκυρία και τις σημερινές κομματικές εντάξεις.
Δημιουργήθηκε από μια “τομή” που έγινε στην κρατική σχέση το 81, σε αντίθεση με το 15 όπου εμπεδώθηκε η “συνέχεια” του κράτους, στην πιο ταξικά πολωμένη συγκυρία από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Γιαυτό και δεν υπάρχει σήμερα κάτι ανάλογο, ένας “ιστορικός” ΣΥΡΙΖΑ. Την θέση του καταλαμβάνει η ανάμνηση της αυτοαναίρεσης μιας συμβιβασμένης Αριστεράς, ως πολιτική απαξία.
Παρ’ όλα αυτά όπως υπάρχει κάτι που δεν κατονομάζεται στις κυρίαρχες αφηγήσεις για την συγκυρία, που έχει όμως μια ιδιαίτερη πολιτική σημασία για τις πολιτικές εξελίξεις, είναι ο “ιστορικός” ΣΥΝασπισμός που λαθροβιώνει ως μια μορφή υπαρκτού πολιτικού “μηχανισμού”: συγκροτείται από σε ένα σύνολο στελεχικού δυναμικού στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, εκείνο που εξέλαβε τον ΣΥΡΙΖΑ ως συνέχεια του ΣΥΝ και της στρατηγικής του, και ανέλαβε τον πολιτικό και οργανωτικό του έλεγχο από το ιδρυτικό συνέδριο. Σήμερα αυτός ο μηχανισμός είναι διασπασμένος με εξέχοντα κυρίως δυο κομμάτια: την “ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ” και την εσωτερική αντιπολίτευση στον Κασσελάκη, που διεκδικεί να ανακτήσει και πάλι τον έλεγχο στον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο “ιστορικός” ΣΥΝ επιβίωσε ως πολιτικός μηχανισμός κάτω από την ιδεολογική προβιά της “Ριζοσπαστικής Αριστεράς”. Φορώντας αυτή την προβιά ανήλθε στην κυβερνητική εξουσία. Η μορφή κηδεμόνευσης που επιβλήθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ από τον ΣΥΝασπισμό ήταν και ο βασικός λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να γίνει “μαζικό κόμμα” της Αριστεράς και συγκροτήθηκε ως Αρχηγικό κόμμα.
Όμως πέταξε την προβιά της “Ριζοσπαστικής Αριστεράς”, όταν ανέλαβε κυβερνητικές ευθύνες το 15: Τότε αυτοακυρώθηκε στην πράξη το ΡΙΖΑ και έμεινε το ΣΥ(Ν). Αποκαλύφθηκε επίσης η πραγματική αντίφαση ανάμεσα στις πολιτικές πρακτικές του επιτελείου του και τη “στρατηγική” του ΣΥΝασπισμού για τον δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, η οποία υποτίθεται ότι προκαθόριζε την πολιτική του, όπως αυτή περιγράφεται στα πολιτικά του ντοκουμέντα (περισσότερα γιαυτό το θέμα εδώ: ΣΥΡΙΖΑ: «ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες»
Το “επιτελείο” του ΣΥΡΙΖΑ είχε την συναίσθηση ότι η προβιά της “Ριζοσπαστικής Αριστεράς” είναι δίκοπο μαχαίρι: Από την μια προσέφερε τη δυνατότητα δημιουργίας ευρύτερων κοινωνικών ερεισμάτων, μετατοπίζοντας τις διαχωριστικές γραμμές στον κοινωνικό ανταγωνισμό (όπως για παράδειγμα συνέβη με το δημοψήφισμα του ΟΧΙ). Από την άλλη γνώριζε ότι, αν αναλάβει κυβερνητικά καθήκοντα, είναι εμπόδιο για την άσκηση συνδιαχειριστικών πολιτικών. Ιδιαίτερα αν η άνοδος στην κυβερνητική εξουσία επιτελεστεί σε συνθήκες που δεν έχει εκπληρωθεί κανένας ουσιαστικός όρος της στρατηγικής του.
Φύλαγε τα ρούχα σου, να 'χεις τα μισά: Γιαυτό, από την εποχή που άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλοπάτια για να κατσικωθεί στην κυβερνητική εξουσία, επιχειρεί να αποκτήσει νέα ερείσματα στην κοινωνία, όχι ως “κόμμα της Αριστεράς” αλλά ως “κρατικός” πολιτικός μηχανισμός. Το πολιτικό του προσωπικό ανασυγκροτείται και αξιολογείται στα πλαίσια των αναγκών της κρατικής διαχείρισης, με κίνητρο τα ανταλλάγματα που αυτή προσφέρει. Είναι στη μεγάλη του πλειοψηφία το πολιτικό προσωπικό του ΣΥΝασπισμό του ...3%, συμπληρωμένο από κάποιους νεόκοπους εξουσιαστές...
Μετά τις τελευταίες εκλογές του 2023, για τις ανάγκες επιβίωσης του ως πολιτικό μόρφωμα ενταγμένο πλήρως στο πολιτικό σύστημα, προσπάθησε να βάλει μια άλλη προβιά - που δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε μορφή Αριστεράς - την προβιά του “Κασσελακισμού”. Τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής σήμερα είναι φανερά σε όλους και δεν χρειάζεται να τα περιγράψω…
Η πολιτική απαξία του “υπαρκτού” ΣΥΝασπισμού, δεν κρίνεται από την όποια έκβαση θα έχει η εσωκομματική διαπάλη και τους όρους με τους οποίους διεξάγεται αυτή στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, ούτε από ποιά πορεία θα χαράξει η “ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ”, αλλά από τπως η εικόνα του προσλαμβάνεται από την κοινωνία. Οι “υπαρκτοί” ΣΥΝασπιστές εμφανίζονται ως “πατροκτόνοι”: Ο ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε το 15, τώρα τελειώνει οριστικά ο “ιστορικός” ΣΥΝασπισμός ως πολιτικός μηχανισμός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κανείς από δαύτους (δεν χρειάζεται νομίζω να τους κατονομάσω έναν – έναν... ) δεν διεκδικεί κάτι τι από το παρελθόν του, ως αναφορικό για τις σημερινές πολιτικές του, που να γράφει στην ούγια ΣΥΝ. Δεν θέλει να συσχετίζεται μαζί του, είτε είναι εντός ή εκτός του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για την κρίση μιας διχασμένης ταυτότητας, όπου το “παλιό” (ΣΥΝασπισμός) δεν μπορεί να επικαλεστεί τίποτα από την πολιτική του ιστορία, απέναντι στο “νέο” (Κασσελακισμός). Συμπεριφέρονται όπως κάποιοι πρώην κουκουέδες που είναι σήμερα πρωτοπαλίκαρα στην ΝΔ, και δεν θέλουν να προβάλεται η σχέση τους με το πρώην κόμμα τους. Όμως αυτοί εδώ, δεν έχουν κάνει κάποια μεταγραφή σε άλλο κόμμα! Είναι εκείνοι που φόρεσαν καπέλο στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνον την πολιτική του αλλά και το όνομα του κόμματός τους ως πρώτο συνθετικό του: ΣΥΝασπισμός - Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αυτούς θα κατονόμαζα κατ ευφημισμό, ως την “υπαρκτή” βραχμανική Αριστερά των διδακτόρων (της ίντριγκας και της μικροπολιτικής), στην οποία αναφέρει ο Α. Λιάκος. Σήμερα βρίσκονται στην ίδια δύσκολη θέση που κατέληξε ο “ψεύτης βοσκός” στον μύθο του Αισώπου...
3. Θα συμφωνήσω με τον Α. Λιάκο ότι «η αντίσταση στην άκρα δεξιά είναι το μείζον, και το ιστορικό πρόταγμα της εποχής μας». Το αναγνωρίζει και η ΝΔ στις διακηρύξεις της, αλλά ενσωματώνει ακροδεξιούς στο κόμμα της. Και ο ΣΥΡΙΖΑ επίσης καταδικάζει την ακροδεξιά, αλλά συγκυβέρνησε με το ακροδεξιό πολιτικό μόρφωμα των ΑΝΕΛ, όρισε και τον Αρχηγό του δερβέναγα στο βαθύ κράτος. Όταν κάποια στιγμή αποχώρησε από την θέση του κυβερνητικού συνεταίρου, την ανέλαβε το βαθύ κράτος, το ίδιο “αυτοπροσώπως”: ο Α. Τσίπρας ανέθεσε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας σε ένα στέλεχος του στρατού, στον εν ενεργεία μέχρι εκείνη την στιγμή, ναύαρχο Βαγγέλη Αποστολάκη. Αν και στο παρελθόν από άλλες κυβερνήσεις έχουν χρησιμοποιηθεί απόστρατοι σε πολιτικές θέσεις, παρόμοιος διορισμός (το πρωί στρατηγός, το βράδυ υπουργός) μόνο σε συνθήκες στρατιωτικών πραξικοπημάτων είθισται να γίνεται. Στην χώρα μας εν ενεργεία στρατιωτικός να βρεθεί με αυτόν τον τρόπο σε υπουργική θέση, είχε να συμβεί από την εποχή της χούντας της 21ης Απριλίου...
Όμως το ζήτημα της αντίστασης στην άκρα δεξιά, έχει ευρύτερες διαστάσεις:
Κανένα πρόταγμα “δημοκρατικής ανασύνθεσης” δεν μπορεί να συγκροτήσει εντός του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος απάντηση στην ακροδεξιά, γιατί οι παραβιάσεις και οι καταπατήσεις της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν γίνονται στην χώρα μας - ούτε στην Ευρώπη - από την Ακροδεξιά, αλλά από όλα τα αστικά πολιτικά κόμματα, όταν αυτά ασκούν κυβερνητική εξουσία.
Για παράδειγμα, η μεγαλύτερη θεσμική δημοκρατική εκτροπή - από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα - ήταν το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα της ανατροπής του δημοψηφίσματος του ΟΧΙ. Ο υπαίτιος δεν καταδικάστηκε ποτέ γιατί είχε την στήριξη συνόλου των πολιτικών μηχανισμών που κυβερνούν τη χώρα την εποχή των μνημονίων...
Μην μας διαφεύγει ότι η “χρυσή αυγή” καλώς τέθηκε στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος επειδή καταδικάστηκε ως εγκληματική οργάνωση: παραβίασε το ποινικό δίκαιο και όχι γιατί ήταν “αντιδημοκρατική οργάνωση”. Αλλά αυτή η καταδίκη πόσο περιόρισε την ανάπτυξη της Ακροδεξιάς στην χώρα μας και την πολυδιάστατη (αλλά κατά τα άλλα αστικοδημοκρατική) ενσωμάτωσή της στο πολιτικό σύστημα και τους κρατικούς μηχανισμούς;
4. Μια πρακτική της “δημοκρατικής ανασύνθεσης” από την μεριά ενός δεξιού πολιτικού, που ψήφισε στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ...
Πρόκειται για μορφή δημιουργικής υπέρβασης της “δημοκρατικής ανασύνθεσης”, που περιγράφει ο Αντώνης Λιάκος στο κείμενό του. Αποτυπώνεται σε μια στάση ενεργητικής συμμετοχής στα κομματικά δρώμενα των αστικών κομμάτων. Ως υπόδειγμα πρακτικής - εδώ και τώρα - και με άξονα την “κοινή λογική”, απευθύνεται σε ένα ευρύτερο σύνολο πολιτών, αυτών που δεν κινούνται κάτω από στενά κομματικά ιδεολογήματα.
Η περιγραφή της από τον δημιουργό της, έναν έμπειρο πολιτικό που ανήκει στον χώρο της δεξιάς, με τα δικά του λόγια:
Σύμφωνα με την λογική του κειμένου του Α. Λιάκου, αν ένας δεξιός ψήφιζε στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ, θα ψήφιζε για πρόεδρο την Άννα Διαμαντοπούλου.
Για να δούμε όμως τι λέει ο ίδιος γιαυτό το ζήτημα:
Αν κάποιος που δεν γνωρίζει ποιός είναι ο Γιώργος Κύρτσος, θα αναφωνούσε:
- Νάτο, νάτο το 3ο ΠΑΣΟΚ, που αναζητά ο Αντώνης Λιάκος.
Ένας επαγγελματίας σύμβουλος επικοινωνίας του ΣΥΡΙΖΑ – ο οποίος γνωρίζει ποιός είναι ο Γιώργος Κύρτσος - θα μπορούσε να τον προτείνει ως πρόεδρό του.
Ας μην κοροϊδευόμαστε: ο Κασσελάκης, - που ο Αλέξης τον ψώνισε από την Αμερική γιατί δεν βρήκε τσαρούχι από το κόμμα του ή τουλάχιστον από τον τόπο του - είναι ικανότερος από τον Κύρτσο στο να κυβερνά αυτό το κόμμα;
Δεν θέλω να καταδείξω με αυτό το παράδειγμα ότι έχει καταργηθεί η διάκριση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, ως υπαρκτές διαχωριστικές γραμμές στην κοινωνία. Είναι όμως δυσδιάκριτες στην κούνια που τις γέννησε, το αστικό κοινοβούλιο: Εκεί υπάρχει μια κυβέρνηση που η Αξιωματική αντιπολίτευση, είναι στην πραγματικότητα η “εσωτερική” αντιπολίτευση στο κυβερνών κόμμα…
Σε αυτή η υπέροχη κατάσταση, που παραπέμπει στα καθεστώτα μονοκοματικής διακυβέρνησης του “υπαρκτού” κομμουνισμού (του πρώην αλλά και του σημερινού...), η αντίσταση στην άκρα δεξιά δεν μπορεί παρά να είναι αποκλειστικά υπόθεση του μαζικού κινήματος.
Το αν η Κική τα βρει με την Κοκό, μέσα από μια “δημοκρατική ανασύνθεση” της σχέσης τους, δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλο πέρα από τις φίλες τους και τις κουτσομπόλες της γειτονιάς…
[1] Σήμερα δηλαδή, κατά τον Α. Λιάκο δεν υπάρχει “κρίση”;
Για να μήν ντουφεκάμε στον αέρα : Κράτος - Φορολογία - Φασισμός. http://vostiniotismos.blogspot.com/2023/07/blog-post.html
ΑπάντησηΔιαγραφή